Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
25-06-2024 16:38
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Ανατρεπτικό, Γρήγορο
Κατά
Ο αστυνόμος Χριστόφορος Μάρκου μπλέκεται σε μια σειρά δολοφονιών που συγκλονίζουν την Αθήνα και προσπαθεί να βρει τι τις συνδέει. Τα πράγματα γίνονται χειρότερα όταν ανακαλύπτει πως τα εγκλήματα δε βασίζονται απλώς σε γνωστά αστυνομικά μυθιστορήματα αλλά και στη σειρά με την οποία τα έχει στην προσωπική του βιβλιοθήκη! Ποιος και γιατί λοιπόν τον έμπλεξε σε αυτό το παιχνίδι και πώς απέκτησε πρόσβαση στο σπίτι του; Ποιος θεωρεί πως «η αφαίρεση ζωής είναι μια πράξη με αξία καλλιτεχνική»;
Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης έγραψε άλλο ένα δυνατό whodunit με υπόπτους, ανακρίσεις, ανατροπές και ενδιαφέροντες χαρακτήρες. Με το γνωστό και αγαπημένο ύφος αφήνει κάποια ίχνη από δω, δείχνει κάτι πιο κει, καταδεικνύει κάποιους ως πιθανούς υπόπτους, όλα αυτά τα στοιχεία όμως κατά την πορεία της ανάγνωσης ίσως τα προσπερνάμε κι έτσι, όταν φτάνουμε στο τέλος, τα πάντα ανατρέπονται. Ο δολοφόνος στηρίζεται σε μυθιστορήματα-σταθμούς της αστυνομικής λογοτεχνίας, θεωρώντας τα ως ιστορίες που ψάχνουν πέρασμα από τη φαντασία στην πραγματικότητα, ιστορίες που μένουν φρέσκες εκατοντάδες χρόνια μετά την εποχή που γράφτηκαν κι αυτός είχε τη μεγαλοφυία να αναδείξει. Τα θύματα αυξάνονται, ο άγνωστος εχθρός γίνεται ολοένα και πιο τολμηρός, δημιουργικός και απρόβλεπτος κι ο Μάρκου νιώθει πιο στριμωγμένος από ποτέ! Γιατί: «Έτσι κι ο φόνος. Είναι τέχνη αν… τον απεκδύσουμε από την ηθική του απαξία, αν τον δούμε αποκομμένο απ’ ην ποινική του αξιολόγηση, μέσα από ένα πρίσμα αποκλειστικά αισθητικό» (σελ. 270).
Ο αστυνόμος Χριστόφορος Μάρκου, ο οποίος θεωρεί σπίτι του τη ΓΑΔΑ παρά το διαμέρισμά του στον Λυκαβηττό, όπου φυσικά δεν προσκαλεί κανέναν εκεί, πριν ακόμη αρχίσουν ν’ αυξάνονται τα θύματα, έχει το προαίσθημα πως κάτι κακό ετοιμάζεται να ξεχυθεί στην πόλη. Στο πλάι του, βρίσκουμε την profiler Ρουμπίνη Γαετάνου, με την οποία είχε μια σύντομη σχέση αλλά τη σταμάτησε με τετριμμένες δικαιολογίες, κάτι σαν «είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του και είναι αντιδεοντολογικό αυτό που κάνουν». Εκείνη δείχνει επαγγελματίας, μέσα της όμως έχει θυμό για τον εαυτό της που αφέθηκε να παρασυρθεί και δεν είδε τα σημάδια από την αρχή. Θα επηρεάσει αυτό όμως την αντικειμενικότητα και τον επαγγελματισμό της; Ο επικεφαλής του Τμήματος, αστυνόμος Μιχάλης Ρώβης, βρίσκεται και πάλι στο μάτι του κυκλώνα αφού η υπόθεση αργοσέρνεται και ταυτόχρονα δείχνει ανεξήγητη συμπάθεια στον νεοφερμένο αστυνόμο Κωνσταντίνο Μανιά, έναν νεαρό συνάδελφο από τη Θεσσαλονίκη, που φαίνεται προσποιητός και κάλπικος. Ο Μάρκου πάντα δούλευε μόνος και τώρα ο Ρώβης τον αναγκάζει να συνεργαστεί με τον Μανιά. Είναι πραγματικά τόσο προσηνής, υπάκουος και συναδελφικός, οπότε ο Μάρκου κάνει λάθος στην κρίση του ή κρύβει κάτι; Τι φοβάται και προσπαθεί να γίνεται αρεστός απ’ όλους; Γιατί φοβάται πως ο Μάρκου θα ανακαλύψει τα σκοτάδια που έχει φυλακίσει στα κλουβιά του μυαλού του;
Είμαστε δύο μήνες μετά την υπόθεση «Θάνατος επί σκηνής» και η Βέρα, που είχε εξαφανιστεί μετά την υπόθεση της θείας της, επιστρέφει στη ζωή του Μάρκου και προσπαθούν να αποκαταστήσουν τη φιλία τους μετά απ’ όσα τους χώρισαν. Η πρόσκλησή της σε μια λέσχη αστυνομικής λογοτεχνίας και τα αστυνομικά μυθιστορήματα που τους αρέσει να διαβάζουν φαίνεται να είναι τα πρώτα βήματα προς αυτό. Ανανεωμένη και αισιόδοξη, ζει τον έρωτά της με τον Ορέστη Αλεξίου, υπεύθυνο της λέσχης, προσπαθώντας να κρατηθεί μακριά από μεγάλα σχέδια ενώ ταυτόχρονα αναρωτιέται ποια είναι η πραγματική σχέση του συντρόφου της με την Αγγελική Ορφανού, την υπεύθυνη των εκδηλώσεων. Ο Ορέστης αφιέρωσε τα πάντα για να κάνει τη λέσχη νούμερο ένα στον χώρο κι έτσι της έδωσε νέα πνοή σε μια εποχή που οι προγενέστεροι την είχαν βαλτώσει. Η συνταξιούχος Ασπασία Δαμίγου, που βαριέται τις κοινωνικές συναναστροφές της ηλικίας της και τα γεροντίστικα χόμπι, δίνει σημαντικά χρηματικά ποσά για την ανανέωση της λέσχης και συμμετέχει ενεργά στις συναντήσεις, μιας και οι φόνοι και οι σκοτωμοί την εξιτάρουν περισσότερο από ένα πινάκλ.
Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης έγραψε άλλο ένα ενδιαφέρον και ανατρεπτικό αστυνομικό μυθιστόρημα, αυτήν τη φορά αφιερωμένο στην αστυνομική λογοτεχνία, με ενδιαφέρουσες αναφορές σε σχόλια και ρήσεις διάσημων συγγραφέων αστυνομικών μυθιστορημάτων και με προσεγμένα σχόλια για τα είδη αυτής της λογοτεχνίας, όπως τα σκανδιναβικά («Του φαίνονταν υπερβολικά βίαια, υπερβολικά σκοτεινά», σελ. 43). Ενστερνίστηκα την άποψη του Αλεξίου ότι πάνω απ’ όλα τα αστυνομικά μυθιστορήματα είναι «στηριγμένα σε μια καρτεσιανή λογική, σου παρέχουν ενδείξεις προκειμένου να φτάσεις στην αλήθεια μέσα από ανατροπές, ψέματα και ανακρίβειες. Όπως στη ζωή. Μέσα απ’ τις προσπάθειες παραπλάνησης που επιχειρούν όχι μονάχα οι πρωταγωνιστές αλλά και οι ίδιοι οι συγγραφείς. Οι συγγραφείς που συχνά κρατούν για το τέλος ένα στοιχείο τόσο κρίσιμο…» (σελ. 269). Άγκαθα Κρίστι, Πέτρος Μάρκαρης, Φρεντ Βαργκάς, Έντγκαρ Άλαν Πόε, Πατρίσια Χάισμιθ, Σόφι Χάννα και άλλοι συγγραφείς εμπνέουν τον δολοφόνο και ρίχνουν τον αστυνόμο Μάρκου σε βαθιά νερά. Ο χειρισμός της υπόθεσης είναι σωστός, οι αμφιβολίες και οι βεβαιότητες εναλλάσσονται, οι εξελίξεις φωτίζονται με τρόπο που θέλει ο συγγραφέας κι αυτό δημιουργεί ένα διαρκές παιχνίδι γάτας και ποντικιού με τον αναγνώστη. Οι αναφορές στον παιδοκτόνο Μανόλη Δουρή (φυσικά με αλλοιωμένα ονόματα) και στην υπόθεση με τα τηγανόψωμα που είχε συγκλονίσει παλιά την Ελλάδα δείχνουν πόσο δεμένες είναι η πραγματικότητα με τη φαντασία, με τη δεύτερη να ωχριά μπροστά στην πρώτη.
«Ο δολοφόνος στις σελίδες» αποπνέει μια εσάνς παλιών αστυνομικών μυθιστορημάτων, αποφεύγει τις φριχτές λεπτομέρειες, δίνει σωστά ψυχογραφήματα, περιέχει κλιμακούμενη αγωνία και απανωτές ανατροπές. Το βιβλίο είναι «πεπαλαιωμένο» (ακολουθεί δηλαδή τις δομές των κλασικών αστυνομικών μυθιστορημάτων) και ταυτόχρονα ολόφρεσκο, έξυπνο, με σασπένς κι ομολογώ ότι όσο πλησίαζα στο τέλος τόσο πιο γρήγορα διάβαζα για να βρω τον δολοφόνο και για να δω αν τα «ψίχουλα» που μου άφηνε ο συγγραφέας κάπου κάπου με οδηγούσαν στον ένοχο. Υποψίες, φήμες, κουτσομπολιά κι ένας κλειστός κύκλος υπόπτων που αρνείται να δείξει τα μυστικά του δυσκολεύουν την υπόθεση κι όλα αυτά με κράτησαν αιχμάλωτο ως την τελευταία σελίδα! Μα τι όμορφη ιδέα να διαπράττονται φόνοι βασισμένοι σε κλασικά και όχι μόνο έργα της αστυνομικής λογοτεχνίας, σαν ένα «κλείσιμο του ματιού» του συγγραφέα στο είδος που υπηρετεί. Πόσο έξυπνα στήθηκε η πλοκή και αποκαλύφθηκε ο ένοχος! Ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης βελτιώνεται αισθητά σε κάθε του βήμα.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι