Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
Το Βιβλίο στη Βιβλιοθήκη μου
Ο βράχος του Σίσυφου
Φιλοσοφικό διήγημα
Βιβλίο Φιλοσοφία - Λόγοι, δοκίμια, διαλέξεις >> Νεοελληνική πεζογραφία - Διήγημα >> Κυκλοφορεί
Για να γράψετε και εσείς την κριτική σας για αυτό το βιβλίο, πρέπει πρώτα να συνδεθείτε.
Σύνδεση Τώρα

  5
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
12-06-2024 09:01
Υπέρ  Ενδιαφέρον, Καθηλώνει, Πρωτότυπο, Ανατρεπτικό, Γρήγορο
Κατά  
«…Με λένε Σίσυφο και κρατιέμαι απ’ τον βράχο μου. Χωρίς αυτόν, δε θα ’μουνα τίποτα, παρά ένας ακόμη θνητός· κι αυτή θα ήταν μια πραγματική καταδίκη, πολύ χειρότερη απ’ την τιμωρία που τώρα υπομένω…// Και η υστεροφημία μου, τέτοια που είναι, πλέον, να χαθεί είναι αδύνατον… Θα είμαι, για πάντα, ο Σίσυφος, και τ’ όνομά μου θα ξεστομείται με δέος· γιατί δε μου άξιζε τίποτα λιγότερο απ’ την αιώνια φήμη…»

Στο προλογικό σημείωμα αυτού του μικρού βιβλίου, μόλις 48 σελίδων, από τις εκδόσεις Γράφημα (το υπέροχο εξώφυλλο του οποίου σχεδίασε ο Γρηγόρης Τρύφου), ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Λίχνος αναφέρει τις διάφορες εκδοχές του μύθου του Σίσυφου που παρουσιάστηκαν στο διάβα των αιώνων, είτε όπως παγιώθηκαν στη συλλογική συνείδηση, είτε ως ιδιαίτερες αναγνώσεις που προτάθηκαν από μεγάλους μεγάλους φιλόσοφους και συγγραφείς· ώστε να δώσει στον αναγνώστη τα απαραίτητα στοιχεία και τις σημαντικότερες φιλοσοφικές προσεγγίσεις επί του εμβληματικού αυτού μύθου, και να θέσει τις βάσεις για την κατανόηση του διηγήματός του. Τελικά, ποιος ήταν ο Σίσυφος και γιατί ασχολήθηκαν μαζί του όλοι αυτοί οι φιλόσοφοι; Οι περισσότεροι γνωρίζουμε τον εμβληματικό αυτόν μύθο, και ξέρουμε πως ο Σίσυφος υπομένει την αιώνια καταδίκη του να κουβαλάει έναν βράχο μέχρι την κορυφή ενός βουνού, όπου ο βράχος κατρακυλά πάντοτε προς τα κάτω, αναγκάζοντάς τον να ξεκινάει την ανάβασή του πάλι από την αρχή. Ποιος είναι ο βαθύτερος συμβολισμός του μύθου, όμως, και γιατί τον ξεψαχνίζουμε ακόμη και σήμερα; Ο Πλάτωνας, ο Ευριπίδης, ο Όμηρος, ο Σωκράτης, ο Οβίδιος, ο Άμλετ, ο Νίτσε, αλλά και από τους νεότερους ο Αλμπέρ Καμύ, έχουν αναλύσει αναλύσει και αναφερθεί στον μύθο του Σίσυφου, παρουσιάζοντας διαφορετικές ερμηνείες και εκδοχές του, συχνά μέχρι και αντικρουόμενες. Για κάποιους, ο Σίσυφος έγινε το υπόδειγμα ενός ανθρώπου δίχως προοπτική, καθώς δεν προσδοκά τίποτε διαφορετικό για το αύριο, παρά αυτό που ήδη βιώνει καθημερινά. Για άλλους, αντιπροσωπεύει την ανθρωπότητα στο σύνολο της χαρακτηρίζοντας την αδιάκοπη ιστορική πάλη και αιματοβαμμένη πορεία στην εξελικτική της διαδικασία. Ποιος είναι ο λόγος, λοιπόν, ώστε να ασχοληθεί και ο Κωνσταντίνος Λύχνος με τον Σίσυφο και να μας καταθέσει ακόμη μια ανάγνωση; Τι παραπάνω έχει να προσθέσει σε έναν μύθο που έχουν γράψει όλοι οι φιλόσοφοι που προανέφερα, τις δικές τους ερμηνείες και την προσωπικής τους θεώρηση; Και τι είναι αυτό το «νέο», σπανιότατο λογοτεχνικό είδος που μας συστήνει; Με αυτά τα βασικά ερώτημα στο μυαλό και με μεγάλη περιέργεια διάβασα το φιλοσοφικό διήγημα που τιτλοφορείται «Ο βράχος τού Σίσυφου», και πρέπει να ομολογήσω, πως εντυπωσιάστηκα με τη γραφή του Κ.Λίχνου, καθώς τη βρήκα πρωτότυπη, συμπυκνωμένη, και άμεση, αφού το διήγημα είναι γραμμένο στο α’ ενικό πρόσωπο. Χειμαρρώδης ο λόγος του, σε ένα έργο πολυσήμαντο, με βαθιά νοήματα, που χρειάστηκε δυο και τρεις αναγνώσεις για να μπω στο πετσί του και να το κατανοήσω, ώστε να γίνει αφορμή για συζήτηση και σκέψη. Ένας απολαυστικός θεατρικός μονόλογος ξετυλίχτηκε μπροστά μου, άρτια σκηνοθετημένος, και αισθάνθηκα σαν να πορεύομαι μαζί με τον Σίσυφο, να συμπάσχω σε τούτη την τιμωρία που τον έβαλαν οι θεοί, να σηκώσει το βάρος της ανθρωπότητας, ανεβοκατεβαίνοντας το βουνό, με ματωμένες πατούσες και ώμους ξεσκισμένους από το βάρος του βράχου. Σαν να βάδιζα πίσω του, ακούγοντάς τον να μονολογεί και να εξιστορεί την θέση του μέσα στον κόσμο, αλλά και τα συμβάντα που οδήγησαν στην τιμωρία του. Κι έτσι, αφού έγινα μάρτυρας της καταδίκης του και τον άκουσα να μου μιλά, μπήκα λαθραία στους δαιδαλώδεις στοχασμούς του και προσπάθησα να καταλάβω τον κόσμο του. Ενώ κουβαλάει τον βράχο του, ο Σίσυφος αναρωτιέται αν ήταν δίκαιη ή άδικη η προσβολή του προς τα θεία, αναρωτιέται αν δικαίως ή αδίκως τιμωρήθηκε, αναρωτιέται αν ο άνθρωπος είναι ευχαριστημένος με όσα του συμβαίνουν ή δεν του συμβαίνουν, αν είναι ευγνώμων για όσα του έρχονται ή δεν του έρχονται στη ζωή, αναρωτιέται αν αυτά που έρχονται ή δεν έρχονται είναι θεόσταλτα ή αποτέλεσμα των πράξεων και των επιλογών του ίδιου του ανθρώπου. Είναι τελικά όλα συμπτώσεις στην ανθρώπινη ζωή; Είναι τελικά όλα καθορισμένα από τη μοίρα ή έχει ελεύθερη βούληση ο άνθρωπος και δύναται να ορίσει τη ζωή του; Τι θα έκανε ο Σίσυφος, αν ξεφτούσαν τα μάγια, αν έσπαγε η αναγκαιότητα, ή αν απαρνιόταν το ανιαρό του χρέος και παρατούσε τον βράχο, τερματίζοντας έτσι τον ατέρμονο αυτόν κύκλο; Και, εντέλει, ποιος θα ήταν ο άνθρωπος εκείνος που θα τον επέκρινε για δειλία, αν και εφόσον συμβιβάζονταν με τα δεινά του και συνέχιζε να εκτελεί αγόγγυστα το χρέος του; Στη μέση του διηγήματος, σελίδα 30, ο Σίσυφος αναρωτιέται:

«Ποιός σώφρονας θα βρισκόταν να με ψέξει και να υψωθεί πάνω από μένα, αδυσώπητος, για να εκφέρει αμείλικτη κρίση; Να πει πως τάχατες είμαι δειλός ή φυγόπονος. Όχι, κανείς δεν μπορεί να με κρίνει που σκέφτομαι τα δεσμά μου να σπάσω· κι ούτε να με χλευάσει μπορεί που τελικά δεν το κάνω, και συνεχίζω ακόμη να τα σφίγγω πάνω μου».

Και μπορεί να χαρακτήρισα το διήγημα ως απολαυστικό θεατρικό μονόλογο, αλλά ο Σίσυφος δεν βαδίζει συνέχεια μονάχος στο αιώνιο μαρτύριό του, αλλά συναντιέται νοερά με τον αγγελιοφόρο των Θεών τον Ερμή, που τον επισκέπτεται στον Άδη συχνά πυκνά και τον βασανίζει, θυμίζοντάς του το «κακό» που έπραξε όσο ήταν ζωντανός, και υπενθυμίζοντάς του τα κρίματά του. Τον επισκέπτεται επίσης, ο Τάραξος, αλλά και ο φιλόσοφος Σωκράτης, που έρχεται να τον συναντήσει από κοντά, αναζητώντας απάντηση στο ερώτημα: «Θ’ αποκαλούσες τον εαυτό σου σοφό, θρυλικέ βασιλέα;», με τον Σίσυφο να του απαντά κι αυτός με ερώτηση: «Θαρρείς, γέρο σοφιστή, πως κάποιος σοφός θα έπραττε ετούτο που πράττω εγώ; Να κουβαλά έναν βράχο στην αιωνιότητα, δίχως προσδοκία ανταμοιβής ή ολοκλήρωσης;» (σ. 42).

Μέσα από το φιλοσοφικό αυτό διήγημα, γεννώνται ερωτήματα αυτογνωσίας, ύπαρξης, για την ουσία της Αθανασίας και του Θανάτου, για το καλό και το κακό. Μας κεντρίζει να αναρωτιόμαστε συνεχώς, και να πλανάται διαρκώς στο μυαλό μας με ένα «γιατί». Μπορούμε να ισορροπήσουμε μέσα μας και να ελευθερωθούμε ατομικά, αν δεν κάνουμε ενδελεχή ενδοσκόπηση; Μπορεί να αλλάξει ο κόσμος αν δεν αλλάξουμε πρώτα εμείς; Σ’ έναν διαρκή αγώνα για τη ζωή, με επιμονή και υπομονή, μας προκαλεί ο συγγραφέας μέσα από τους συμβολισμούς του Σίσυφου. Ανηφόρα, άλλωστε, δεν είναι η ζωή για όλους μας; Κι αν όχι για όλους/όλες μας, τουλάχιστον για τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων; Ποια θα ήταν άλλωστε η αξία της ζωής, αν δεν βάζαμε στόχους ώστε να τους πετύχουμε και να πάμε όλο και πιο ψηλά; Η ίδια η ζωή δεν «τραβά την ανηφόρα» με εξεγέρσεις και ανυπακοή; Έτσι, στην περίπτωση του Σίσυφου, μήπως θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε τη στωική του στάση ως συμμόρφωση, και θα έπρεπε να τη δούμε ως πράξη ανυπακοής; «Η αποδοχή της τιμωρίας του, που οι θεοί του επέβαλλαν, δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως πράξη μεταμέλειας ή υποταγής, αλλά ως πράξη ανυπακοής και αυτοχειραφέτησης» (Σελ 15). Σε κάθε περίπτωση, τα ερωτήματα είναι πολλά, και θα πρέπει ο καθένας και η καθεμιά μας να τα απαντήσουμε μόνες και μόνοι μας.

Γνωρίζοντας τον Κώστα Λίχνο συγγραφικά, από τα πέντε προηγούμενα προσωπικά του πονήματα, αλλά και από τις συμμετοχές του σε συλλογικές εκδόσεις ποίησης, πεζογραφίας και δοκιμίου, μπορώ να πω, πώς σε τούτο το τελευταίο του βιβλίο, ξετύλιξε περισσότερο τις συγγραφικές του δυνατότητες, την ικανότητα του στην αφήγηση, την ευρηματικότητα των συμβολισμών του και το ταλέντο του να σε ταξιδεύει από το παρελθόν στο σήμερα, και σε φέρνει αντιμέτωπο με δύσκολα ερωτήματα, χωρίς να σε κουράζει με τις αναλύσεις του, όσο φιλοσοφημένες κι αν είναι.

Κλείνω με μερικές φράσεις του ίδιου του Σίσυφου, που τις ξεχώρισα:

«Μα οι νεκροί δεν λυγάνε. Ούτε φοβούνται το αύριο. Ο φόβος άρχει των ζωντανών. Κυριεύει εκείνους που έχουν κάτι να χάσουν» (Σελίδα 25)

«Αν εξεγερθούν οι θνητοί όλοι, τότε να δω που θα κρυφτούν οι θεοί» (Σελίδα 38)

«Όλες του κόσμου οι συμφορές, είναι των τυράννων σπορά και των υποταγμένων ανάθρεμμα.» (Σελίδα 40)
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;  
Ναι
  /  
Όχι
  

Όλες οι σχέσεις του βιβλίου
Το ακολουθούν
0
Το έχουν
1
Το θέλουν
0
Αγαπημένο τους
0
Το δανείζουν
0
Το δάνεισαν
0
Το δανείστηκαν
0
Το διάβασαν
1
Το διαβάζουν
0
Το χαρίζουν
0
Το ανταλλάσσουν
0
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα