Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ του βιβλίου στο «Βιβλιοπωλείο ΠΟΛΙΤΕΙΑ».
Το Βιβλίο στη Βιβλιοθήκη μου
ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ του βιβλίου στο «Βιβλιοπωλείο ΠΟΛΙΤΕΙΑ».
Από ήλιο σε ήλιο: Αποσπερίτης
Βιβλίο Νεοελληνική πεζογραφία - Μυθιστόρημα >> Κυκλοφορεί
Για να γράψετε και εσείς την κριτική σας για αυτό το βιβλίο, πρέπει πρώτα να συνδεθείτε.
Σύνδεση Τώρα

  5
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
10-04-2024 08:34
Υπέρ  Ενδιαφέρον, Καθηλώνει, Ανατρεπτικό, Πλούσια πλοκή, Τεκμηριωμένο
Κατά  
Μαίρη Κόντζογλου-Από ήλιο σε ήλιο, Αποσπερίτης-Εκδόσεις Μεταίχμιο

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

Τι να πρωτογράψει κανείς για τις 600 σελίδες του νέου βιβλίου της Μαίρης Κόντζογλου, που πάντα μας εκπλήσσει με τη θεματογραφία της; Το «Από ήλιο σε ήλιο- Αποσπερίτης, είναι το πρώτο της διλογίας, που μας ταξιδεύει στη Σέριφο, στα τέλη του 19ου αιώνα, που δεν θύμιζε σε τίποτε τον σημερινό τουριστικό προορισμό. Θα προτιμούσα ως αναγνώστρια να εκδοθεί όλη η ιστορία της σε τετραλογία, ώστε να επιμηκύνεται η αγωνία και το ενδιαφέρον των αναγνωστών και να είναι πιο εύχρηστο στην ανάγνωση, χωρίς να βρίσκω άλλο ψεγάδι. Πώς να βρεις ψεγάδι άλλωστε αφού η γραφή της ρέει, σε κρατά σε εγρήγορση και τους ήρωές της τους νιώθεις τόσο οικείους, κι ας έρχονται από το παρελθόν; Όσες όμως να είναι σελίδες του, ο αναγνώστης δεν βγαίνει απογοητευμένος από την ιστορία της. Μην ξεχνούμε τα προηγούμενα ογκώδη βιβλία της που έτυχαν πολύ καλών κριτικών και αγαπήθηκαν. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις τριλογίες «Οι μεσημβρινοί της ζωής» και «Τα παλιά ασήμια» καθώς και τη διλογία «Σκουριά και χρυσάφι»;

Στο βιβλίο αυτό θα διαβάσουμε για τους κατοίκους αλλά και τους ήρωες του βιβλίου, που αγωνίζονταν μέσα στη φτώχια, την εκμετάλλευση και την καταπίεση, δουλεύοντας στα μεταλλεία του νησιού. Δεν ξέρω πόσοι από αυτούς που ταξιδεύουν σήμερα στο νησί, γνωρίζουν τη ματωμένη ιστορία τους, αλλά σίγουρα, όσοι το διαβάσουν, θα θελήσουν να περπατήσουν, να νιώσουν, να ακούσουν ιστορίες που θα δακρύσουν. Η Μαίρη Κόντζογλου επισκέφτηκε το νησί, ερεύνησε την ιστορική βιβλιογραφία του, περπάτησε στα πατήματα των ανθρώπων που εργάζονταν στις στοές, είδε τόπους και μίλησε με ανθρώπους. Αφουγκράστηκε τέλος τους κόπους και τους πόνους των κατοίκων, μπαίνοντας βαθιά στο πετσί αλλά και την ψυχή τους και δόμησε τους δικούς της ήρωες, πέρα για πέρα αληθινούς. Και εμείς οι αναγνώστες που αγαπούμε την καλή λογοτεχνία και γνωρίζουμε τη μακρόχρονη λογοτεχνική πορεία της, καλούμαστε να την ακολουθήσουμε νοερά, για να καταλάβουμε πως μόνο μέσα από αγώνες κερδίζουμε ώστε να φτάσουμε στο σήμερα.] Η Μαίρη Κόντζογλου κάνει κάτι πιο ενδιαφέρον μέσα στην ιστορία της, εκτός από τα κοινωνικά προβλήματα βιώνουν οι ήρωές της. Στη ροή της ματωμένης ιστορίας, επαγγελματικής και κοινωνικής, σκηνοθετεί ένα ωραίο παιχνίδισμα με τον μύθο, αποφορτίζοντας μας από τη σκληρή πραγματικότητα. Η Σέριφος, όπως γνωρίζουμε είναι το νησί των Κυκλώπων, του τυράννου Πολυδέκτη, του ψαρά Δίκτυ και της Δανάης, αλλά και του Περσέα και της Ανδρομέδας. Οι μικρές αυτές μυθολογικές ιστορίες που μπαίνουν ως σφήνα στο μυθιστόρημα επιμηκύνοντας την εξέλιξη της υπόθεσης. παραλληλίζοντάς τους με τον βίο των πρωταγωνιστών, του Περσέα και της Ανδρομέδας. Τι κοινά άραγε υπάρχουν στις ζωές τους; Μας δίνει την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε γιατί το βιβλίο στηρίζεται στη μνήμη. Διεισδύει με την άψογη γραφή της στην ψυχή και τα τραύματά της και δεν επιτρέπει τη λήθη να τα σβήσει. Οι μνήμες πρέπει να κρατηθούν ακλόνητες για να πορευτούν και οι επόμενες γενιές στα πατήματά τους και να βγουν πιο αγωνιστικές από τους προγόνους. Δηλαδή τη ματωμένη απεργία της Σερίφου του1916. Προηγήθηκε η απεργία των μεταλλείων του Λαυρίου, του Σερπιέρι που η κυβέρνηση ήταν με το μέρος του-και πότε δεν ήταν οι περισσότερες κυβερνήσεις με το μέρος του κεφαλαίου; Στην απεργία του Λαυρίου υπήρξαν εννέα νεκροί, εργάτες και χωροφύλακες, όπου μετά από τους ματωμένους αγώνες καθιερώθηκε το 8ωρο για όσους δούλευαν μέσα στις στοές. Οι υπόλοιποι δούλευαν δέκα ώρες, χωρίς δικαιώματα παρά μόνο υποχρεώσεις. Μήπως και σήμερα δεν υπάρχουν εργασιακά παρόμοια προβλήματα; Μήπως δεν υπάρχουν εργατικά ατυχήματα; Μήπως όλοι οι εργαζόμενοι είναι ασφαλισμένοι; Όσο και να έχουν αλλάξει οι συνθήκες εργασίας, σε σχέση με το τότε, πάλι κάποιοι νιώθουν και δέχονται την απαξίωση και υποχωρούν ακούσια, προκειμένου να λαδώσουν το εντεράκι τους. Η ιστορία επαναλαμβάνεται, δέχονται και σήμερα απειλές και εκβιασμούς, δεν υπάρχουν τα απαραίτητα μέτρα ασφάλειας ώστε να κινδυνεύουν οι ζωές τους. Μη ξεχνούμε τις σύγχρονες φαβέλες σε κάποια νησιά το καλοκαίρι, που Έλληνες και ξένοι δουλεύουν από τον ήλιο μέχρι αργά το βράδυ για να καλύψουν τα έξοδα τα δικά τους και της οικογένειας. Πόσα τελικά άλλαξαν στον εργασιακό χώρο; Πόσα κατάφερε το συνδικαλιστικό κίνημα του τότε και πόσα πήραν πίσω στην εποχή της παγκοσμιοποίησης; Όλα τούτα έρχονταν συνειρμικά στον νου μου, όσο το διάβαζα, συγκρίνοντας με το σήμερα και χωνόμουν πιο βαθιά μέσα στην ιστορία. Μόνο αν γνωρίζεις το παρελθόν πεισμώνεις και αγωνίζεσαι για το αύριο το δικών σου και των επόμενων γενεών. Διαφορετικά θα είσαι έρμαιο του κάθε εξουσιαστή, Ένα άλλο κομμάτι που με συγκίνησε, που με εξόργισε είναι η θέση της γυναίκας-πράγμα, όπως σωστά αναφέρει μέσα στις σελίδες του. Η γυναίκα που δεν είχε δικαιώματα στη ζωή της. Η γυναίκα, η αφανής ηρωίδα που σηκώνει όλα τα βάρη της οικογένειας, που αγωνίζεται, που στηρίζει τους άντρες και τον τόπο της. Τελικά οι γυναίκες είμαστε ή όχι το στήριγμα της γης; Ευτυχώς σήμερα πολλοί άντρες το παραδέχονται ότι είμαστε η αρχή της ζωής. Αλλά τότε η πατριαρχία αλλά και η κυριαρχία του συζύγου στη ζωή της γυναίκας ήταν ο κανόνας. Δυστυχώς αυτά τα κατάλοιπα τα βλέπουμε και σήμερα με τις γυναικοκτονίες. Θα διαβάσουμε πολλές φράσεις –στερεότυπα που έχουν μπει στο υποσυνείδητό μας, και δεν μπορούμε εύκολα να τις διαγράψουμε. Όπως στη σελίδα 65 «Φύγε μπρε από τα φουστάνια της, τι άντρας θα γίνεις εσύ»; Ή «για την προίκα που συνήθως ήταν αντιστρόφως ανάλογη με την ομορφιά και την ηλικία της νύφης. Χρεώνονταν μια ζωή οι πατεράδες να εξασφαλίσουν τα απαιτούμενα, υπέφεραν μια ζωή τα κορίτσια γνωρίζοντας πως ο άλλος τις είχε πάρει για την προίκα τους» Τη φαντάζομαι την ώρα που γράφει ως υφάντρα που σαϊτεύει στον αργαλειό της το υφαντό, πλουμίζοντάς το, άλλοτε με λέξεις και εικόνες που σε γοητεύουν και άλλοτε μας γεμίζει με πίκρα, με τις παραδόσεις, τις συνήθειες αλλά και την τοπική κουλτούρα, αλληλένδετη με τη θέση της γυναίκας, μέσα στην τοπική κοινωνία.

Ο Εμίλ Γκρόμαν, πραγματικό ιστορικό πρόσωπο, είναι ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές του βιβλίου. Παρουσιάζεται ως ένας στυγνός και αδίστακτος επιχειρηματίας, ο οποίος με αποκλειστικό γνώμονα το κέρδος, δεν διστάζει να πατήσει επί πτωμάτων προκειμένου να αποκομίσει τα μέγιστα κέρδη από τα ορυχεία του νησιού. Το ίδιο ανελέητος, αλλά ακόμη πιο κακότροπος ως χαρακτήρας παρουσιάζεται ο γιος του Εμίλ, και συνεχιστής του έργου του πατέρα του, Γκέοργκ. Ο Περσέας Κονόμος σκοτώνεται δουλεύοντας σε μια γαλαρία και ο φιλόδοξος Δρακούλης, δεξί χέρι του Εμίλ Γκρόμαν, αφεντικού των μεταλλείων αλλά και του νησιού, με απειλές, τιμωρίες και βία, απομακρύνει από πάνω τους όλες τις κατηγορίες για ελλιπή μέτρα ασφαλείας. Η χήρα του Κονόμου, φοβούμενη μήπως ο γιος της κάποτε ζητήσει εκδίκηση, δεν θα του αποκαλύψει ποιον θεωρεί υπεύθυνο και έτσι δεν θα μπορέσει να τον αποτρέψει, μεγαλώνοντας, να πιάσει δουλειά στα μεταλλεία. Εκεί, εμπνευσμένος από τον φλογερό επαναστάτη Κώνσταντη Σπέρα, θα προσπαθήσει να αφυπνίσει τους συμπατριώτες και συναδέρφους του να απαιτήσουν επιτέλους τα δικαιώματά τους. Την ίδια εποχή θα γνωριστεί με το μοναδικό κορίτσι του νησιού που ούτε τα μάτια του δεν θα ’πρεπε να σηκώσει πάνω της. Ένας δυνατός έρωτας, ενάντια στην τότε κοινωνία, θα ανάψει στο νησί. Η συγγραφέας διεισδύει στο μυαλό και τη σκέψη των ηρώων της και ως παντογνώστης, παρακολουθεί τις δύσμοιρες ζωές τους. Η Κατερινέτα, η Ανδρομέδα, ο Περσέας, ο Μανόλης, ο Ζαννής Κονόμος, ο Ανδρέας Δρακούλης, η Ελένη Γαλανού, οι Γκρόμαν, η Λόττε, ο Κωνσταντίνος Σπέρας, η Ταξιαρχούλα, είναι πρόσωπα που παίζουν τον κυρίαρχο ρόλο. Εκτός από τη Σέριφο, η συγγραφέας μας ταξιδεύει στην Αλεξάνδρεια και το Κάιρο της Αιγύπτου, την Αθήνα, τον Πειραιά, αλλά και το Μόναχο, την πατρίδα των Γκρόμαν. Μια ιστορία που δεν θα ξεχαστεί αφού έρχεται και το δεύτερο μέρος, πιστεύω το ίδιο συγκλονιστικό όπως κι αυτό. Ανθρώπινη αλυσίδα είναι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Κι όποιος δεν θέλει να θυμάται τους χθεσινούς αγώνες, πέφτει ξανά στα ίδια λάθη, υποχωρώντας και καταπίνοντας την εκμετάλλευση. Χωρίς να είναι διδακτικό, μας βάζει μπροστά στους κινδύνους που έρχονται. Καλοτάξιδο να είναι!

«Και οι δυο σκύβουν το κεφάλι. Σκληρή η πραγματικότητα. Και τι κρίμα να έχεις ανάγκη τον εχθρό σου»; Σελ.409

«Ψάχνω να βρω που πρέπει να πάω, σε ποιους κοντά να μαθητεύσω, να είμαι μέρος της επανάστασης που θα γίνει για να φέρει την ισότητα στον κόσμο…. Να μορφωθούν οι άνθρωποι, να αρχίσουν να σκέφτονται για ν’ αλλάξουν τον κόσμο». Σελ 441
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;  
Ναι
  /  
Όχι
  

  4
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
21-03-2024 17:28
Υπέρ  Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Ανατρεπτικό, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή
Κατά  
Μια κοπέλα μ’ ένα ιδιαίτερο χάρισμα μπλέκεται στην εξιχνίαση του φόνου του γιου μιας πάμπλουτης εφοπλιστικής οικογένειας και τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο: ο θάνατος επήλθε πριν είκοσι χρόνια, στη βίλα υπάρχουν πολλοί ύποπτοι, ο μικρός και διορατικός δισέγγονος της οικογένειας δένεται απρόσμενα μαζί της και, το χειρότερο, η ηρωίδα ερωτεύεται τον κυρίως ύποπτο! Ποιος είναι ο ένοχος, ποιο είναι το κίνητρο, τι απέγινε το όπλο του φόνου, πώς θα αποκαλυφθεί η αλήθεια; Αυτά και άλλα ερωτήματα απαντώνται με τον πιο αναπάντεχο τρόπο σ’ ένα ανατρεπτικό και ξεκαρδιστικό μυθιστόρημα!

Την Πρωτοχρονιά του 2000 κάποιος σκότωσε στον κήπο της οικογένειας Ερμείδη τον γιο τους, Ορέστη και τον κηπουρό, Αργύρη Γιαννόπουλο, την ώρα του πρωτοχρονιάτικου ρεβεγιόν. Εννιά καλεσμένοι και μέλη της οικογένειας και πέντε άτομα προσωπικό είναι οι ύποπτοι. Όλοι τους με κίνητρο, γιατί ακόμη κι αν ήταν παρόντες ίσως έβαλαν κάποιον άλλον να το κάνει. Ποτέ δεν αποκαλύφθηκε ποιος σκότωσε τους δύο ανθρώπους κι έτσι οι υποψίες και οι αλληλοκατηγορίες κυκλοφορούν σα φαντάσματα στο σπίτι και το στοιχειώνουν. Η αλήθεια θάφτηκε ζωντανή και βρικολάκιασε, όπως λέει κάπου η συγγραφέας. Πώς μπλέκεται όμως σε όλα αυτά μια νέα κοπέλα και πώς θα καταφέρει να βρει τον ένοχο; Το μυθιστόρημα της Έλενας Γκίκα-Πετρουλάκη είναι ένα πανέξυπνο, απολαυστικό, γρήγορο και συναρπαστικό μυθιστόρημα που χαρίζει πραγματικό γέλιο και μπλέκει αριστοτεχνικά το αστυνομικό με το ρομαντικό είδος. Γρήγοροι, ευφάνταστοι κινηματογραφικοί διάλογοι, διεισδυτικά ψυχογραφήματα, ολοζώντανοι χαρακτήρες, αναπάντεχες εξελίξεις και μια διαφορετική ηρωίδα είναι μερικά μόνο από τα θετικά γνωρίσματα ενός βιβλίου που ανυπομονούσα κάθε φορά που σταματούσα την ανάγνωση να επιστρέψω σε αυτό.

Η υπερ-ενσυναισθητική Μελίνα είναι κόρη μέντιουμ και ιδιωτικού ερευνητή, μια δασκάλα που περιμένει τον διορισμό της κάνοντας μαθήματα σε παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες. Η υπερ-ενσυναίσθηση είναι κάτι σαν την τηλεπάθεια, μόνο που δεν ακούς τις σκέψεις των άλλων αλλά νιώθεις τα συναισθήματά τους! Ξαφνικά αυτή η κοπέλα βρίσκεται μπλεγμένη σε μια υπόθεση διπλής ανθρωποκτονίας και παρουσιάζεται ως νταντά του μικρού Ορέστη Ερμείδη, με πραγματική αποστολή να εξετάσει ένα προς ένα τα πρόσωπα του σπιτιού και της οικογένειας και να κάνει τις δικές της έρευνες για το βράδυ του φόνου. Η ήρεμη οικογενειακή της ζωή ανατρέπεται μετά από μια οικογενειακή βραδιά, κατά την οποία αποφασίζεται με ξεκαρδιστικό τρόπο να αναλάβει την υπόθεση για χάρη του ετεροθαλούς αδερφού της, Έβανς (μην τον πείτε Βαγγέλη, please!), όνειρο του οποίου είναι να διαδεχθεί τον πατέρα του και να προσδώσει στο γραφείο αίγλη διεθνούς φήμης με τη διαλεύκανση στυγερών εγκλημάτων! Εξ ου και ανακοινώνει στην οικογένειά του πως ο σύντροφός του, Ντίνος, που εργάζεται ως συνοδός και γραμματέας της γιαγιάς του εφοπλιστή Ιάσονα Ερμείδη, Κυβέλης, την έπεισε να τους αναθέσει την εξιχνίαση της δολοφονίας του γιου της που έγινε στην αλλαγή της χιλιετίας και παραγράφεται σε δεκαοκτώ μέρες!

Α, ναι, ποιοι είναι οι γονείς της πρωταγωνίστριας; Από τη μια: «Η μανούλα μου μπορεί να είναι πιο γλυκιά και από τις μαρμελάδες της αλλά χαρισματικό μέντιουμ δεν είναι. Έχει απλώς ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση και αντιλαμβάνεται εύκολα τι θέλουν ν’ ακούσουν οι πελάτες της». Αυτήν την ικανότητα ενσυναίσθησης κληροδότησε στη Μελίνα σε πολλαπλάσιο βαθμό. Από την άλλη: «Ως ιδιωτικός ερευνητής, ο μπαμπάς μας, που είναι με διαφορά το πιο σοβαρό μέλος της οικογένειας, αναλαμβάνει κατά το πλείστον κοινότατες υποθέσεις συζυγικών παρακολουθήσεων ή ανεύρεσης χαμένων προσώπων». Μαζί τους μένει και η ενενηντάχρονη γιαγιά, με μονοκόμματη συμπεριφορά, χαριτωμένες εμμονές, μνημειώδεις υπολογιστικές ικανότητες, υπερφυσική μνήμη, κατάκοιτη μεν αλλά μυαλό και δάχτυλα σε λάπτοπ πετάνε!

Κι ερχόμαστε στους εφοπλιστές. Η γιαγιά Κυβέλη Ερμείδη που ξέρει την αλήθεια για τη Μελίνα αλλά σύντομα μετανιώνει που αποδέχτηκε την πρόταση του Ντίνου γιατί έρχεται αντιμέτωπη με συμπεριφορές, λόγια και νοοτροπία που σπάνια επιβιώνουν σε αστικό κύκλο για πάνω από δύο ώρες. Η Λίλιαν Δημητροπούλου, χήρα του νεκρού Ορέστη, και ο γιος της, Ιάσονας, δυο άνθρωποι που βρίσκονται μίλια μακριά ο ένας από τον άλλον, μιας και ο δεύτερος θεωρεί υπεύθυνη για τον θάνατο του πατέρα του την πρώτη και κανείς δεν κάνει την αρχή για να το ξεκαθαρίσουν. Ο Παύλος Δημητρόπουλος, ένα αργόσχολο παράσιτο, αδερφός της Λίλιαν. Ο γιος του Ιάσονα, Ορέστης, ένα παιδί δυσλεκτικό, ανεξήγητα κυκλοθυμικό, εσωστρεφές, δυσπρόσιτο αλλά με εκπληκτική συναισθηματική νοημοσύνη και ευφυία, στριμώχνει μάλιστα πολλές φορές τη Μελίνα με τις παρατηρήσεις του, τη διεισδυτικότητά του και τον τρόπο που την καταλαβαίνει πριν καν κατανοήσει εκείνη τον εαυτό της! Στο μεγαλοαστικό και πανίσχυρο περιβάλλον των Ερμείδων κινούνται ο αντιπρόεδρος,

Θέμης Κυριακίδης, που διοικούσε για δέκα χρόνια χωρίς να λογοδοτεί ώσπου ανέλαβε ο Ιάσονας, η είκοσι χρόνια νεότερη σύζυγός του, Ελεονώρα Κάντζα, ο δικηγόρος της οικογένειας Περικλής Θεοδώρου, η προηγούμενη νταντά Μαργαρίτα Αριστείδου-Λάνκαστερ, η οικονόμος Ουρανία, χήρα του Αργύρη του κηπουρού, ο γιος της και σοφέρ της οικογένειας, Ματθαίος και άλλα μέλη του προσωπικού. Πρόκειται για άκρως ενδιαφέροντες χαρακτήρες, που βρίσκονται μηδενός εξαιρουμένου σε θέσεις-κλειδιά κι όλοι τους καταγράφονται αντικειμενικά και ολοκληρωμένα. Τα κίνητρα, οι λεπτομέρειες του φόνου, οι ύποπτοι, όλα συναποτελούν ένα καλό whodunit!

Το μυθιστόρημα εξελίσσεται με πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Μελίνας, η οποία, με αφοπλιστική ειλικρίνεια, διεισδυτικές παρατηρήσεις γύρω από τη ζωή της, χιούμορ («Οι περισσότεροι με χρησιμοποιούν για ράφι. Αφήνουν πάνω μου το συναισθηματικό τους φορτίο και μετά πάνε και φορτώνονται με ένα βαρύτερο», σελ. 16) και απίστευτη δοτικότητα προσπαθεί να βάλει σε μια σειρά τις απόψεις, τις μαρτυρίες, τους χαρακτήρες των ανωτέρω υπόπτων. Ταυτόχρονα, η ιδιαιτερότητά της να διαβάζει τους άλλους σαν ανοιχτό βιβλίο τη βοηθάει αρκετές φορές να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα και να ξεκινήσει μια βαθύτερη ενδοσκόπηση ώστε να εντοπίσει τον ένοχο με βάση ψυχολογικά κίνητρα. Οι τίτλοι των κεφαλαίων δίνονται με τον χρόνο να μετριέται με αντίστροφη φορά ως την ημέρα της παραγραφής του εγκλήματος, κάτι που επιτείνει την αγωνία. Η πανέξυπνη πλοκή δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω και βρήκα αρκετά πρωτότυπο το γεγονός η ερευνήτρια να βασίζεται στο ταλέντο της υπερ-ενσυναίσθησης, γιατί μπαίνουμε μαζί της στην ψυχολογία του κάθε υπόπτου μόλις συναντιούνται οι δυο τους κι έτσι αποκτάμε μια πρώτη εικόνα που ανασκάπτεται περισσότερο μαζί με την έρευνα για τα γεγονότα εκείνης της νύχτας. Όλα αυτά όμως καταρρέουν με την παρουσία του Ιάσονα Ερμείδη: «Όχι μόνο δεν κατάφερα να εισβάλω στον ψυχικό του κόσμο αλλά ένιωθα σα να είχα μεταμορφωθεί σε μικροοργανισμό κάτω από μικροσκόπιο. Το βλέμμα του, διεισδυτικό και αδιάκριτο, με εξέταζε με δεινότητα μαγνητικού τομογράφου» (σελ. 62). Και το χειρότερο; «Ωστόσο, η παντελής απουσία συναισθηματικών μηνυμάτων εκ μέρους του μου επέτρεψε να προσέξω καλύτερα τα χαρακτηριστικά του. Σε μια απείρως μετριοπαθή περιγραφή, θα τον χαρακτήριζα απλώς κούκλο» (σελ. 63). Αλλά: «Το βλέμμα του συνέχιζε να με σκανάρει με ρομποτική νηφαλιότητα» (σελ. 64). Ναι, εντάξει, το καταλάβαμε, οι δυο τους ερωτεύονται με την πρώτη ματιά: «-Τι έχει ο χυμός;… -Ε…τίποτα, μια χαρά είναι»…-Εννοώ τι έχει μέσα! -Α! Μήλο και πορτοκάλι» (σελ. 140). Οι ξεκαρδιστικοί διάλογοι μεταξύ Ιάσονα και Μελίνας στην προσπάθεια της δεύτερης να κρατηθεί ψύχραιμη και ουδέτερη ενώ καρδιοχτυπάει και στη λαχτάρα του πρώτου να παίξει μαζί της σαν τη γάτα με το ποντίκι είναι υποδειγματικοί και τρενάρουν τόσο αυτό που σίγουρα θα γίνει ώστε έφτασα στο σημείο να λέω «ε, άντε, φιληθείτε να πάμε παρακάτω»!

Κύριο χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι το χιούμορ λοιπόν, το οποίο όμως δεν ισοπεδώνει τα πάντα ούτε κανιβαλίζει τις καταστάσεις για να εκβιάσει το γέλιο. Αντίθετα, τα πάντα είναι καταστρωμένα και σχεδιασμένα ως την παραμικρή λεπτομέρεια και η συγγραφέας δεν ξεφεύγει από τον αρχικό της στόχο ούτε αφήνεται σε εύκολες και χονδροειδείς λύσεις. Ο «λαϊκός» χαρακτήρας της αφηγήτριας έρχεται σε αντιδιαστολή με τον εκλεπτυσμένο αέρα της οικογένειας Ερμείδη και οι διαφορές αυτές δημιουργούν απολαυστικές καταστάσεις και ασυγκράτητο γέλιο: «Το δωμάτιο που θα με φιλοξενούσε ήταν από την κεντρική είσοδο δύο τσιγάρα δρόμος»! (σελ. 34). Υπάρχουν επίσης διάσπαρτες κάποιες εντελώς αναπάντεχες παρομοιώσεις: «Αφού πρώτα απέρριψε τρεις φορές τις κλήσεις μου ανεβάζοντας την πίεσή μου σε ηλικία γάμου…» (σελ. 150). Ακόμα και οι προσωποποιήσεις αποκτούν ζωτικό ρόλο: «-Θα με φιλήσετε; άκουσα τον εαυτό μου να ψιθυρίζει ενώ η λογική μου έκοβε βόλτες κάπου στο βάθος του σκηνικού τραβώντας τα μαλλιά της» (σελ. 130). Και το αγαπημένο μου: «Την ίδια στιγμή η απόφασή μου να κρατηθώ μακριά του πήρε τα μπογαλάκια της και επιβιβάστηκε σε ένα τρένο με άγνωστο προορισμό. Την έβλεπα πεντακάθαρα να μου κουνάει το μαντίλι καθώς απομακρυνόταν» (σελ. 139). Για μένα όμως κορυφαία είναι η σκηνή της νύχτας της Κυριακής 22 Δεκεμβρίου όπου όλοι μαζεύονται στο δωμάτιο της Μελίνας με τέτοιο τρόπο, τέτοια συχνότητα και τόσο σπαρταριστούς διαλόγους που μου θύμισαν την κυκλοφοριακή ροή στο δωμάτιο της Οφηλίας στον «Άμλετ Β΄» του Σάμιουελ Μπόμπρικ!

Επομένως, τι έχουμε σε αυτό το βιβλίο; Μια αστυνομικού ύφους ιστορία που επιλύεται χωρίς να κουράζει γιατί ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια; Ένα ρομαντικό μυθιστόρημα που η αυτόκλητη «ντετέκτιβ» ερωτεύεται έναν από τους υπόπτους και οι ατάκες τους είναι πρωτότυπες, στέρεα δομημένες και η μεταξύ τους σχέση περνάει από σαράντα κύματα γιατί κάποιος θα πει κάτι λάθος τη σωστή στιγμή, κάποιος θα έχει μουτράκια γιατί κάτι έγινε χωρίς ο άλλος να το αντιληφθεί, κι όλα αυτά ίσως οδηγήσουν σε αίσιο τέλος; Ναι, όλα αυτά. Και κάτι άλλο ακόμη: βαθιά, ρεαλιστική, ανθρώπινη ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις. Γιατί καλό κι αυθόρμητο το γέλιο, σωστές οι εξελίξεις που οδηγούν στην επίλυση του μυστηρίου, υπάρχουν όμως και δύο σκηνές που με συγκλόνισαν και μου έδειξαν πως η συγγραφέας δεν έγραψε κάτι πρόχειρο, επιφανειακό και ρηχό για να περάσει καλά ο αναγνώστης της (αυτό γίνεται σε πρώτο επίπεδο, άλλωστε) αλλά βρήκε τον τρόπο να δείξει με πόση προσοχή οφείλουμε να ενσκήψουμε στον εσωτερικό κόσμο, στις επιθυμίες, στις φιλοδοξίες και στα συναισθήματα του ανθρώπου που αγαπάμε, είτε αυτός είναι το παιδί μας είτε ο γονιός μας.

Με αφορμή επομένως την υπερ-ενσυναισθητική ιδιότητα της Μελίνας μαθαίνουμε με πρωτότυπο τρόπο πώς να μπούμε στη θέση του άλλου, πώς να τον κατανοήσουμε, πώς να ρίξουμε τις άμυνές και τον εγωισμό μας και να τον αγκαλιάσουμε σωστά, πραγματικά και όπως εκείνος το χρειάζεται τη στιγμή που το θέλει. Δε γίνεται να μη δακρύσεις με τον τρόπο που επιδρά η προσέγγιση της Μελίνας στη διαπαιδαγώγηση του μικρού Ορέστη. Η πρώτη τους συνάντηση με συγκίνησε αφάνταστα από τη δύναμη της εικόνας που μου χάρισε η δωρική αφήγηση και από την ένταση των συναισθημάτων που ξεπήδησαν από αυτές τις λέξεις: «Σιγά σιγά ένιωθα αυτό που αποκαλώ συναίσθημα αγκαλιάς αν ανθίζει μέσα του και να τον κατακλύζει με μια ήρεμη ευφορία. Πριν περάσει ένα λεπτό, είχε ακουμπήσει με εμπιστοσύνη το κεφάλι του στον ώμο μου και τα χέρια του είχαν τυλιχτεί γύρω μου» (σελ. 90). Άλλωστε: «…οι αγκαλιές είναι τα τσιρότα για τα ψυχικά τραύματα που λίγο ή πολύ όλοι οι άνθρωποι έχουν» (σελ. 92). Γι’ αυτό αγάπησα το βιβλίο, όχι (μόνο) για τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στο γέλιο και στο δάκρυ ή για τις κωμικές σκηνές αλλά για τα προσεκτικά ψυχογραφήματα των χαρακτήρων και για τον υπέροχο, σωστό, καλομελετημένο τρόπο που αναδεικνύεται κυρίως ο Ορέστης, ένα παιδί που αντικατοπτρίζει τα συναισθήματα των γύρω του, που αγωνίζεται να βρει τον δικό του εαυτό ανάμεσα στους μεγάλους, που φοβάται, δειλιάζει, αγωνίζεται να επικοινωνήσει με τον πατέρα του, την ίδια στιγμή που ο τελευταίος ακόμη αναρωτιέται πώς να το προσεγγίσει, πώς να το αγαπήσει, πώς να σταθεί στο πλάι του! Λεπτοβελονιά τα λιθαράκια που συγκροτούν δύο διαφορετικές προσωπικότητες και ψάχνουμε να βρούμε ποιο θα πέσει πρώτο για να γκρεμιστεί επιτέλους αυτή η απόσταση και να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσά τους. Εξίσου ρηξικέλευθα και εκκωφαντικά διαλύεται επιτέλους και ο τοίχος ανάμεσα στον Ιάσονα και στη μητέρα του και καταφέρνουν να επικοινωνήσουν σε μια επίσης δυνατή σκηνή, έμπλεη συναισθηματισμού και ωμής αλήθειας.

«Μια δασκάλα, δυο φόνοι κι ένας έρωτας» λέγεται το νέο μυθιστόρημα της Έλενας Γκίκα-Πετρουλάκη κι είναι ένα δυνατό, πρωτότυπο κι ευρηματικό βιβλίο που ξεδιπλώνει με κύριους άξονες το χιούμορ και το σασπένς μια αστυνομική ιστορία για ένα έγκλημα που διαπράχτηκε πριν από είκοσι χρόνια και στοιχειώνει ακόμη την οικογένεια των θυμάτων γιατί δε βρέθηκε ο ένοχος. Μια χαρισματική κοπέλα θα μπει στις ζωές τους και θα τις ανατρέψει για πάντα, χτίζοντας απρόσμενες γέφυρες, γκρεμίζοντας εκκωφαντικά κάποιες άλλες και δείχνοντας τον δρόμο της αγάπης και του σεβασμού σε ώτα μη ακουόντων. Γέλιο και δάκρυ, ένταση και αγωνία, ρεαλισμός και αξέχαστοι χαρακτήρες είναι μερικά μόνο από τα θετικά γνωρίσματα ενός πανέξυπνου και ανατρεπτικού μυθιστορήματος που θα θυμάμαι για καιρό.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;  
Ναι
  /  
Όχι
  

Όλες οι σχέσεις του βιβλίου
Το ακολουθούν
1
Το έχουν
1
Το θέλουν
0
Αγαπημένο τους
1
Το δανείζουν
0
Το δάνεισαν
0
Το δανείστηκαν
0
Το διάβασαν
1
Το διαβάζουν
1
Το χαρίζουν
0
Το ανταλλάσσουν
0
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα