Εκατό μέτρα περίπου μακριά από τη συνοικία, στον κεντρικό δρόμο από την Αμμόχωστο προς το Άη Γιωρκούδι, τις Κλαψίδες και τη Σαλαμίνα, ο Γιωρκής πρόσεξε μπροστά του στην άκρη του δρόμου έναν μεσήλικα ποδηλάτη να έρχεται από την κατεύθυνση της παλιάς Αμμοχώστου και να πηγαίνει προς τη συνοικία Σακκάρια. Δεν υπήρχε ψυχή στο δρόμο, εκτός από αυτόν. «Ξέρω τον τούντον ππεζεβένκην τον βρωμόσσιυλλον, εν χαμάλης στο λιμάνιν», είπε ο Γιωρκής, «Τωρά εννά του δείξω εγιώ!» Και ξαφνικά, χωρίς να προλάβω να το συνειδητοποιήσω, πάτησε γκάζι, έστριψε ελαφρά το τιμόνι και οδήγησε με ταχύτητα το φορτηγό κατ’ ευθείαν πάνω στον ποδηλάτη! Εγώ μόλις που κατάφερα να βγάλω μια πνιχτή κραυγή, που έσμιξε με την απέξω κραυγή, την οποία δεν κατάφερα να ακούσω καλά. Έσβησε απότομα. Σαν φως που το κόβει απότομα ο διακόπτης.
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.