Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
06-05-2023 11:01
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Πρωτότυπο, Ανατρεπτικό, Διδακτικό, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή
Κατά
Ένας άντρας είναι καταδικασμένος να θυμάται τις προηγούμενες ενσαρκώσεις του καθώς επιστρέφει ξανά και ξανά στη ζωή αλλάζοντας σώματα και ταυτότητες. Οι χώρες και οι εποχές διαδέχονται η μία την άλλη και ο ήρωας αλλάζει μαζί με τον κόσμο προσπαθώντας να σπάσει την κατάρα της αιώνιας μνήμης που τον βαραίνει. Στην Αθήνα του 2021 μια επιμελήτρια λογοτεχνικών κειμένων δέχεται την πρόταση ενός άγνωστου συγγραφέα να τον βοηθήσει να γράψει το τέλος στο κείμενό του, μόνο που αυτή η επαγγελματική συνεργασία θα αλλάξει τη νοοτροπία και τις αντιλήψεις της με αναπάντεχο τρόπο. Πώς συνδέονται αυτές οι δύο ιστορίες; Πώς θα καταφέρει ο αφηγητής να γλυτώσει από την κατάρα που τον τυραννάει;
Ο Γιώργος Καστέλλης έγραψε ένα υπέροχο, συναρπαστικό, πρωτότυπο μυθιστόρημα γεμάτο φρεσκάδα, χιούμορ, διαχρονικές σκέψεις και έξυπνο χειρισμό πλοκής που με ξενύχτησε, με συγκίνησε και μου γνώρισε ποικίλους χαρακτήρες και πολλές διαφορετικές ιστορικές περιόδους. «Ζηλεύω όποιον έχει την ακλόνητη πεποίθηση, ή έστω τον ακλόνητο φόβο, πως όλα αρχίζουν στη γέννα και τελειώνουν στον θάνατο…εγώ θυμάμαι» (σελ. 16). Αυτή είναι μία από τις πρώτες εξομολογήσεις που κάνει στον αναγνώστη κι έτσι ξεκινάει μια ιστορία που ακροβατεί μεταξύ σουρεαλισμού και πραγματικότητας, φαντασίας και βαθιάς αγάπης για το ανθρώπινο είδος. Δεκατέσσερις ζωές θυμάται ως τώρα κι αυτό του έχει δώσει τον χρόνο να πειραματιστεί με διάφορα στην αναζήτησή του για την ευτυχία: θρησκείες, επιστήμες, τέχνες, πολιτική, αποκρυφισμό. Παρατηρεί πώς δουλεύει ο κόσμος, μελετάει το κάρμα και κάπου στην πορεία συναντάει την αδελφή ψυχή του, δυστυχώς σε αντίξοες συνθήκες, τη χάνει, την ξαναβρίσκει, κάποιες φορές κάνει λάθη οπότε κι εκείνη του κρατάει μούτρα για αιώνες! Το σοκ της γέννας που το βιώνει ξανά και ξανά δεν μπορεί να το συνηθίσει, είναι μεγάλη ταλαιπωρία κι ευτυχώς που οι άνθρωποι δεν το θυμούνται. Τον έχει κουράσει η μοναξιά και βρίσκει ανούσια τα όσα κάνει στην προσπάθειά του να γίνει καλύτερος άνθρωπος και να βρει τρόπο να λύσει τα μάγια: «ακόμα ένας κόκκος γνώσης κι εμπειρίας στο κάστρο από άμμο που χτίζω αιώνες τώρα» (σελ. 87).
Όλα άρχισαν το 1453 με την κατάρα μιας μάγισσας! Ο αφηγητής είχε γεννηθεί κοντά στη Βάρνα, ήταν γιος ψαρά και αγρότισσας αλλά οι Τούρκοι κατακτητές τον έκαναν γενίτσαρο και με την άλωση της Πόλης έζησε μια πρωτόφαντη εμπειρία. Έκτοτε θυμάται κάθε στιγμή απ’ όλες τις ζωές που ζει κι από τη μια είναι κωμικοτραγικές οι μετενσαρκώσεις που ζει και οι άνθρωποι που γνωρίζει αλλά τους ξέρει ήδη από τις προηγούμενες ζωές κι από την άλλη μου άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος που ο συγγραφέας έμπλεκε όλες αυτές τις ιστορίες για να μας φέρει σιγά σιγά στα τέλη του 20ού αιώνα και στην κυρίως πλοκή! Επιπλέον, εφόσον θυμάται, ο αφηγητής έχει διαβάσει στο μεταξύ διάφορα βιβλία που του εξηγούν κάποιες κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις που έχει ήδη βιώσει ή βιώνει, μορφώνεται και μαθαίνει, αποκτά γνώσεις και πλούσιο λεξιλόγιο. Από την Ισπανία της Ιεράς Εξέτασης στην Χίο του 15ου αιώνα και στην Ινδία των Βραχμάνων, από τη Νέα Ορλεάνη και τις βαμβακοφυτείες της στην Πράγα του 19ου αιώνα, στο κολέγιο του Ήτον το 1904 και στην Μπολόνια με τους δύο παγκόσμιους πολέμους για να καταλήξουμε σ’ ένα τραίνο στη μετα-covid εποχή όπου επιβιβάζονται μια επιμελήτρια κι ένας συγγραφέας. Ο αφηγητής αλλάζει φύλα, προσωπικότητες, εποχές, βιώνει όλη την πρόσφατη και τη σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας αλλά δε μαθαίνουμε για όλες τις ζωές του, οπότε το κείμενο δε βαραίνει και δε με κούρασε ούτε στιγμή (ο ευφάνταστος συγγραφέας σε κάποιο σημείο εξηγεί γιατί απέφυγε να αναφερθεί σε μερικές από αυτές). Κάθε ζωή είναι και μια συναρπαστική διαφορετική ιστορία γεμάτη ανατροπές και εκπλήξεις, σασπένς και γρήγορο ρυθμό, αυτοτελείς στο σύνολό τους αλλά σε κάποιες περιπτώσεις αποτελούν και λογαριασμούς που πρέπει να κλείσει ο αφηγητής στις μετενσαρκώσεις που βιώνει. Δεν αφήνουμε όμως καμία πίσω μας, αφού με διαρκή πρωθύστερα επιστρέφουμε σε κάποια σημεία τους για να φανούν όλοι οι κρίκοι μιας αλυσίδας αποφάσεων και ενεργειών που διαφεντεύουν τη ζωή του αφηγητή ώστε να απαντηθούν ερωτήματα, να εξηγηθούν κάποιες εκκρεμότητες και να προχωρήσουμε πιο βαθιά στο σήμερα ή να γεννηθούμε σε μια νέα ζωή. «…τα καλύτερα σε μια ζωή έρχονται μόνο εφόσον αρχίζεις να νιώθεις ευγνωμοσύνη για όσα ήδη έχεις κι έρχονται μόνο και μόνο για να στην πάρουν πίσω» (σελ. 89), αυτή είναι μία από τις πικρές διατυπώσεις του αφηγητή και παρακολουθούσα με αγωνία κάθε λέξη, κάθε κεφάλαιο, μην και τυχόν συμβεί κάτι που να του ανατρέψει αυτήν την άποψη και βρει λίγη αισιοδοξία σε μια από τις ζωές του.
Στο μυθιστόρημα παρακολουθούμε μια ψυχή που παραδέρνει από αιώνα σε αιώνα, από πόλη σε πόλη, που κάνει διάφορα, κατακριτέα και μη, που κανείς δεν τον καταλαβαίνει, οπότε δεν μπορεί να συνδεθεί ουσιαστικά με κανέναν κι έτσι οι οικογενειακές σχέσεις χάνουν τη σημασία τους μέσα στην αιωνιότητα: «Πώς να αγκαλιάσεις έναν αδερφό αν γνωρίζεις πως στην προηγούμενη ζωή σου ήταν ο δολοφόνος σου» (σελ. 79); Ψάχνει τρόπους να λύσει την κατάρα, προσπαθεί να ενταχθεί στην εκάστοτε κοινωνία όπου φυτρώνει, δεν μπορεί να συμμεριστεί τις φιλοδοξίες και τους φόβους κανενός αφού ξέρει και θυμάται πως υπάρχουν επόμενες ζωές, εξ ου και έχει καταρριφθεί μέσα του ο φόβος του θανάτου. Γνωρίζει πως υπάρχουν ευκαιρίες για μια καλύτερη επόμενη ζωή, οπότε γιατί τόσο άγχος, φόβος, θρησκοληψία; «Μερικές φορές το καλύτερο που έχεις να κάνεις όταν σου υψώνουν το ποτήρι είναι να γελάς και να το τσουγκρίζεις. Γιατί ίσως η μόνη κόλαση είναι να μην υπάρχει κανείς για να πιει μαζί σου στην υγεία σου» (σελ. 119). Υπάρχουν όμως και νότες χιούμορ που αλαφραίνουν το κείμενο: «Κάπου εδώ, λογικά, έχεις καταλάβει τι τρέχει μαζί μου και φωνάζεις τους γιατρούς να με μαζέψουν» (σελ. 16) ή «Τίποτα δεν ήταν ικανό να με απομακρύνει από κει, ούτε οι κούφιες επιπλήξεις της μητέρας μου ούτε τα κουνούπια που έστελνε με περισσή γενναιοδωρία ο Μισισιπής στην αυλή μας δίχως να του το ζητήσει κανείς» (σελ. 86). Ελάχιστα και τα καλολογικά στοιχεία: «…μέσα στο ποτάμι του χρόνου υπάρχουν σταγόνες ειδικής σημασίας…» (σελ. 80). Το αγαπημένο μου: «Έτσι τις αναγνωρίζει κανείς τις ψυχές, από τα μάτια… Κι αν έχεις ξεχάσει το χρώμα ή το σχήμα, αυτό που αισθάνεσαι όταν σε κοιτάζουν είναι αλάνθαστο, μοναδικό σαν δακτυλικό αποτύπωμα» (σελ. 12).
Αυτή η ποικιλία εποχών και περιόδων αφήνουν περιθώρια στον συγγραφέα για πολλές σκέψεις και παρατηρήσεις πάω στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, χωρίς όμως να καταφέρεται εναντίον κανενός status quo, απλώς καταγράφει τις αντιλήψεις και τη νοοτροπία μέσα από γεγονότα που τις στηλιτεύουν από μόνα τους. Οικογενειακοί δεσμοί, δολοφονίες, ομοφυλοφιλία, ακόμη και ο ρόλος της θρησκείας είναι σημεία που φωτίζονται αντικειμενικά και χωρίς ίχνος επίκρισης: «[Ο Θεός] θα πρέπει να ένιωθε πολύ μόνος, όσο μόνος νιώθω εγώ κι εσύ, γι’ αυτό έσπασε σε κομμάτια από τη θλίψη του. The big bang. Ξεχάσαμε την αθανασία μας, για να ξεχάσουμε αυτή τη θλίψη, κι επινοήσαμε μια άλλη θλίψη, τον θάνατο, για να μπορούμε να χαρούμε λίγο τη ζωή» (σελ. 78). Και αργότερα: «-Η σχέση με αυτό που βρίσκεται εκεί πάνω και μας προσέχει είναι το πιο όμορφο ρούχο που μπορεί να ράψει κανείς, μικρέ μου. Οι εκκλησίες είναι για τους τεμπέληδες που θέλουν το πατρόν έτοιμο» (σελ. 265). Ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα; «Αυτό είμαστε τελικά, ούτε όσα κάναμε ούτε όσα πάθαμε, μόνο όσα ποθήσαμε. Στις ζωές που άλλαξα και στα σώματα που ενδύθηκα δεν βρήκα άλλη ενιαία ταυτότητα από τις επιθυμίες» (σελ. 287).
Στο δεύτερο μέρος αποκαλύπτεται το πρόσωπο στο οποίο απευθυνόταν κατά την αφήγησή του ο πρωταγωνιστής της ιστορίας και μεταφερόμαστε στο 2021, όπου μια επιμελήτρια κειμένων παίρνει τη σκυτάλη της ιστορίας και εξιστορεί τα γεγονότα όσο ταξιδεύει στην Ιταλία με τα μέτρα προφύλαξης και υγιεινής που απαιτούν οι πρώτες μέρες μετά την πανδημία του covid. Εκεί πλέον η φαντασία μπερδεύεται αριστοτεχνικά με τη μυθιστορηματική πραγματικότητα, έχουμε διαρκές κλείσιμο του ματιού ως προς τα γεγονότα που διαβάσαμε στο πρώτο μέρος, τα ξανακοιτάμε με θεωρητική ματιά όσο προχωράει η ιστορία, η οποία ειλικρινά δεν ξέρεις πού θα καταλήξει κι αυτό με γέμιζε αγωνία μαζί με την απόλαυση που πηγάζει από την ευφάνταστη συνέχεια της πλοκής. Με ποιον ταξιδεύει η επιμελήτρια και γιατί; Τι γυρεύει στη γειτονική μας χώρα; Πιστεύει τον συνεπιβάτη της ή όχι; Αν όχι, γιατί είναι μαζί του; Πώς θα τελειώσει αυτή η σαγηνευτική ιστορία; Το «Old soul» του Γιώργου Καστέλλη είναι ένα υπέροχο, έξυπνο και ανατρεπτικό μυθιστόρημα που ρίχνει μια εντελώς ξεχωριστή ματιά στην έννοια της μετενσάρκωσης και καταφέρνει να συνδέσει διαφορετικές μεταξύ τους εποχές και ιστορικές περιόδους με τη διαρκή αγωνία περί της αλήθειας της ζωής και να δώσει, αν όχι απαντήσεις, τουλάχιστον κάποιες βάσιμες κατευθύνσεις στις αναζητήσεις περί θανάτου και νέων ζωών που παραμένουν σε εκκρεμότητα και δεν ησυχάζουν μέχρι να κλείσουν οι απαραίτητοι λογαριασμοί. Πώς θα λυθεί η κατάρα και πώς θα καταφέρει ο αφηγητής να κάνει τα βήματα που απαιτούνται σε ένα σερί αλλαγών και εποχών; Γιατί δεν πρέπει να εμπιστευτεί σε κανέναν το μυστικό του; Πώς γίνεται να αγαπήσεις μια ψυχή πιο πολύ απ’ οτιδήποτε άλλο και σε κάθε ζωή να τη συναντάς με τέτοιο τρόπο που μόνο πόνο προκαλεί; Ένα συναρπαστικό ταξίδι σε εποχές και χρόνους, μια διαφορετική και απόλυτα ρεαλιστική ματιά σε μια σουρεαλιστική αφήγηση γεμάτη εκπλήξεις, ανατροπές, έξυπνες ιδέες για σκέψη και συγγραφική δεξιοτεχνία που απόλαυσα από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι