Απ’ την αρχή που της έφερα τον Ντίνο, «Μωρή, μην τον πιστεύεις», μου ’λεγε, «εφτούνος θα σε μπλέξει. Κάνει, μου ’πανε, πονηρές δουλειές. Στον καφενέ ξημεροβραδιάζεται, πίνει και χαρτοπαίζει με τους γέρους». Μα ήταν τόσο όμορφος, μου καλάρεσε απ’ το Λύκειο. Η θεία μου, στα μεροκάματα, ρώταγε τους συγχωριανούς του και μάθαινε τα χαΐρια του. «Μωρή, την προίκα σου έχει στο μάτι» επέμενε. Γιατί μπορεί να έχασα νωρίς τους γονιούς μου, μα όντως με αφήσανε καλοπροικισμένη. Και για να με πείσει, έψηνε και καφέ, μου γύριζε το φλιτζάνι και μου μολόγαγε το προμήνυμα. «Μακριά τα βλέπω το ’να απ’ το άλλο τα στεφάνια, μην τον πάρεις!» «Τι λες, βρε θεία, το απόγευμα παντρευόμαστε» της είπα στο τελευταίο. «Θα χωρίσεις, μην τον πάρεις» ήταν η ύστατη προσπάθειά της. Και δεν ήταν βέβαια η γρουσουζιά της που πήγε ο γάμος μου στράφι. Εφάνηκε απ’ την αρχή πως είχε δίκαιο, απόλυτο.
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.