Έκανε δύο βήματα ακόμα προς το κρεβάτι της. Είδε απ’ την κίνηση των βλεφάρων πως δεν κοιμόταν. Παρά την περιπέτειά της και τα κλειστά μάτια, έβλεπε καθαρά πως είχε μπροστά του μια νέα γυναίκα όμορφη, ναι, ευδιάκριτα όμορφη, σαν ρόδο που μαράθηκε απότιστο, μα, και ξερό, σε κάνει να μυρίσεις το άρωμα που είχε κάποτε. Την παρατηρούσε κι αναρωτιόταν πού σπατάλησε τη δροσιά της, σε ποια λήθη φυλάκισε την προηγούμενη ζωή της, τους ανθρώπους της; Είχε φτάσει πια στο κρεβάτι της, με το ποτήρι στα χέρια. Τα μάτια της έμεναν κλειστά, αλλά όχι ακίνητα. Το σώμα της τεντωμένο, τα χέρια της απλωμένα, ασάλευτα, στην ίδια θέση. Έσκυψε πάνω της πλησιάζοντας αρκετά το πρόσωπό του στο δικό της.
«Διψάς; Σού ’φερα δροσερό νερό», είπε και περίμενε.
«Διψάω πολύ», είπε. Πήρε το ποτήρι και το άδειασε ως την τελευταία σταγόνα. Του το ξανάδωσε, ερευνώντας τον με τα μάτια, και πρόσθεσε:
«Σας ευχαριστώ. Πώς το ξέρατε πως διψούσα;».
…Είχε τόσον καιρό χαθεί στη σιωπή. Δεν ήταν όμως πια σε απεργία ζωής. Μόλις είχε ξυπνήσει, μόλις είχε πιει ένα ποτήρι δροσερό νερό, νιώθοντας αυτό το κάτι παραπάνω που της είχε προσφέρει, εκτός απ’ το να την ξεδιψάσει.
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.