Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
09-04-2019 17:48
«Οι μέρες είναι πέτρες.Τσακμακόπετρες που έτυχε νά βρει η μια την άλλη κι έγιναν δυο τρεις σπίθες·πέτρες του αλωνιού που τις χτυπούν τα πέταλα κι έλιωσαν πολύ κόσμο,βότσαλα στο νερό με τα εφήμερα δαχτυλίδια,πετραδάκια πολύχρωμα και υγρά στ’ ακρογιάλι,ή λήκυθοι, στήλες που κάποτε σταματούν το διαβάτη.Οι μέρες είναι πέτρες·σωριάζουνται η μια πάνω στην άλλη…»
Γ. Σεφέρης
Δώδεκα διηγήματα στον παλμό της σύγχρονης καθημερινότητας, πλασμένα με απώλειες, μοναξιά, δισταγμούς, έλλειψη εργασίας, ντροπή, κακοποιήσεις.
Παντού κεντρικός ήρωας, κοινός τόπος η βαριά, η ασήκωτη απώλεια. Το τεράστιο γρονθοκόπημα που προέρχεται όταν πεθαίνουν όλα όσα γνωρίζεις, πιστεύεις, ποθείς, περιμένεις, αγαπάς ή μισείς… Πένθος, παραίτηση, έλλειψη δύναμης κι ελπίδας συνθέτουν τα πρόσωπα της συλλογής αυτής. Πρόσωπα που απουσιάζουν ακόμα και στα όνειρα. Γεμάτα θλίψη, παράπονα και τεράστια “γιατί”. Λάθη, πάλη για ισορροπία, απελπισία, αρρώστιες. Ανθρώπινα συντρίμμια πάνω σε πνιγμένα άστρα… Που αγωνιούν, πάσχουν και διαλέγουν να βιώνουν ένα όνειρο αναμνήσεων, ένα όνειρο που μοιάζει να έχει χαθεί για πάντα. Μα όταν όλοι αγγίζουν τον δικό τους πυθμένα, επεμβαίνει ο Αχιλλέας, ο βιβλιοπώλης με τα μαγικά γαλάζια επιστολόχαρτα που είναι έτοιμα να φιλοξενήσουν όλα όσα δε λέγονται, όλα όσα πονάνε κι είναι δύσκολα… Μοιάζει αναλγητική κι επουλωτική η καταγραφή του εσώψυχου παρελθόντος. Ταριχευτής αναμνήσεων. Νέες σελίδες στο βιβλίο της ζωής, γεμάτες ελπίδα και ελευθερία. Εσείς, ακόμα να ψάξετε τον “Αχιλλέα” σας;
Όλοι, μα όλοι ανεξαιρέτως, μετρούσαν απώλειες, και ο Αχιλλέας ψυχολόγος δεν ήταν, πώς να το κάνουμε, ωστόσο διέθετε υπομονετικό αυτί, γαλάζιες κόλλες πρόθυμες να γεμίσουν με μπλε μελάνι και το βασικότερο, μια πόρτα ανοιχτή για κουβέντα…
Αχιλλέας, Νεφέλη, Ερρίκος, Νιόβη, Αγγέλα, Μαρία, Μιχάλης, Ηρώ, Ισμήνη…
Δώδεκα διαφορετικοί άνθρωποι βιώνουν την απώλεια και διασταυρώνουν τις ζωές τους με έναν αδιόρατο τρόπο. Έχοντας χάσει αγαπημένους, πατρίδα, φήμη, ομορφιά, μνήμη, αξιοπρέπεια, αρτιμέλεια και νιάτα, χάνουν κατ’ επέκταση και τα όνειρά τους. Πώς να αντιδράσεις σε κάτι που δεν ελέγχεις; Ωστόσο, ένας παράξενος βιβλιοπώλης γίνεται αφορμή να εξομολογηθούν ώστε να σταματήσει η λύπη τους και να ξαναβρούν την ελπίδα. Αυτή δεν είναι και η μαγεία της γραφής;
Γιατί όταν όλα οδηγούν στο τέρμα/τέλμα, πάντα να βρίσκεις θέληση για μια νέα, καλύτερη αρχή! Γιατί η ζωή πρέπει να ορμάει πάντα και παντού πριν κάθε της τέλος!
Τι κάνουμε όταν καλούμαστε να επιβιώσουμε στα πένθιμα γυρίσματα της μοίρας… «Τι κάνεις λοιπόν όταν κάποιος σου αρπάξει όσα έχουν μεγαλύτερη σημασία στη ζωή; Ο κόσμος ξεθωριάζει, γίνεται ασήμαντος, ενώ η ύπαρξή σου χάνει κάθε νόημα. Γεμίζεις θυμό κι ίσως χάνεις τα λογικά σου, δεν εξηγείται διαφορετικά το γεγονός ότι σκέφτεσαι παράλογα πράγματα που καταλήγουν σε εξωφρενικά σχέδια».
Υπάρχουν μηχανισμοί “αυτοαναμέτρησης”; Υπάρχουν διέξοδοι από το μεταίχμιο της απελπισίας; Υπάρχουν λύσεις ισορροπητικής αρμονίας; Αποδεσμεύεται η οδύνη; Ξαναγυρνά η χαμένη αισιοδοξία; Εύκολα ξεριζώνεται η άβυσσος από μέσα μας; Τι πυροδοτεί την αλλαγή μετά από μια συντριπτική απώλεια;
Και η αλήθεια είναι αυτή, ήταν ανάπηρος, όπως κάθε άνθρωπος που δεν νιώθει την παρόρμηση να κυνηγήσει τα όνειρά του και βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στη λάσπη της απραξίας.
Ένα εξερευνητικό, λυτρωτικό ανάγνωσμα κάθαρσης, γεμάτο λιτές αλλά δυναμικές λέξεις, για τις ανθρώπινες αντιδράσεις στις θηλιές και στα κύματα του πόνου, στα επίπεδα του πένθους, στον βούρκο της απώλειας. Κάποια μικρά αντίδοτα αντοχής και δύναμης για την “πάστα” όσων δουν πέρα από την απώλεια. Ένα πρίσμα συμπεριφοράς υπό το βάρος δύσκολων περιστάσεων. Είτε με αξιοπρεπή διαχείριση, είτε με διαρκές μακροβούτι σε όσα προφανή συναισθήματα μας γεμίσει κάποιο τέτοιο γεγονός, ας αφήνουμε ένα ελάχιστο παράθυρο ανοιχτό σε κάθε άρωμα γιασεμιού, στην παρήγορη ελπίδα και σε μια αισιοδοξία που φαντάζει αδύνατη. Σε πείσμα των πάντων. Μόνο αν κατανοήσουμε τη θνητότητα της ανθρώπινης υπόστασης, θα υπάρξει βάσιμη ελπίδα ευτυχίας.
Λένε ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Το ερώτημα είναι πως αντιδρά ο καθένας, όταν πεθάνει η ελπίδα... Όταν παρασύρεται σε δίνες καλού και κακού, σε αγάπη και απουσία… Μια μεγάλη πόρτα ανοίγεται μπροστά μας κάθε μέρα, μοιράζοντας υποσχέσεις και ελπίδα για καλύτερες μέρες. Ας τη διαβούμε αφήνοντας, όπως θα έλεγε και ο Σκαρίμπας, τον άνεμο τρελά-τρελά να μας σκουντά κι όλο να πνέει, να μας ωθεί πέρα από τόπους και καιρούς…
Η κυρία Τέκου εφαρμόζει εδώ το "Το γράψιμο δεν είναι τίποτε άλλο από ένα κατευθυνόμενο όνειρο"… Διαπραγματεύεται την απώλεια με ένα βελούδινο τρόπο. Βυθίζεται στον ψυχισμό των ολοζώντανων ηρώων της, αποδίδει έντεχνα τις εσωτερικές τους κραυγές απόγνωσης, ξεσκονίζοντας το κουβάρι των αναμνήσεων, των βιωμάτων και των εμπειριών τους, αναζωογονώντας τα πιο βαθιά τους συναισθήματα.
Οι αναμνήσεις δεν μου κάνουν καλό, τις αποφεύγω κι ας έχουν τη δική τους θέληση κι ας με περιτριγυρίζουν με τους αγκαθωτούς φράχτες τους προκειμένου να με τραβήξουν στα έγκατά τους.
Μια ξεχωριστή συλλογή διηγημάτων για την αισιοδοξία και για τον αέναο δρόμο προς σ’ αυτήν που οφείλουμε να αναζητούμε. Ένα τραγούδι στη διαπασών για τη συντριβή, που περιέχει και το μυστικό της λύτρωσης. Εμείς οφείλουμε να μην παραιτούμαστε και να μένουμε πάντα πιστοί στα όνειρά μας. Ακόμα και ο πιο απαισιόδοξος άνθρωπος, έστω κι αν δεν το παραδεχτεί ποτέ, ελπίζει και ονειρεύεται. Είναι στη ανθρώπινη φύση μας. Ας το αποδεχτούμε.
Το πρόσωπό μου, η αρχή ενός ταξιδιού, όπου κρύβεται ο ήλιος. Έλα να ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά. Θα έχω πόρτα πάντα ανοιχτή για κουβέντα, για μια βόλτα στον παράδεισο, εκεί που χάθηκες για πάντα. Επιστρέφοντας εδώ, σπίτι επιστρέφω πάλι. Γνώριμος ο συναγερμός φυγής. Να ξεχνάς ανοιχτή του ονείρου την πόρτα, πάντα να ξαναρχίζεις, ακόμα και με ένα δεύτερο του ολόκληρου. Όπως εκείνος ο λεκές στο παντελόνι. Εξάλλου η μόνη αθωότητα είναι να μη σκέφτεσαι…
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι