Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
07-05-2019 17:39
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Καθηλώνει, Πρωτότυπο, Ανατρεπτικό, Γρήγορο
Κατά
Δέκα άνθρωποι βρίσκονται αποκλεισμένοι στο απομονωμένο νησί Σόλτζερ (Νησί του Στρατιώτη) στην περιοχή του Ντέβον, λεία στα χέρια ενός άγνωστου δολοφόνου που τους σκοτώνει έναν προς έναν ακολουθώντας κατά γράμμα τους στίχους ενός παιδικού τραγουδιού. Ο δολοφόνος είναι ένας από αυτούς; Αν όχι, πού κρύβεται σε αυτό το μικρό και χωρίς βλάστηση νησί; Γιατί τους τιμωρεί;
Η ιστορία ξεκινάει με την άφιξη των οχτώ καλεσμένων στο Νησί του Στρατιώτη, όπου τους υποδέχονται ένα ηλικιωμένο ζευγάρι υπηρετών. Το «παράξενο» αυτό «συνονθύλευμα» αρχίζει ν’ απολαμβάνει τη θέα και τις παροχές του σπιτιού, διαβάζει το ποίημα «Δέκα μικροί στρατιώτες» που είναι αναρτημένο στα δωμάτια, παίζει με τα πορσελάνινα στρατιωτάκια του σαλονιού, το αρχικό μούδιασμα και η αμηχανία σταδιακά μετατρέπονται σε μεγαλύτερη ελευθερία και οικειότητα («Ήταν όλοι ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους και με τη ζωή», σελ. 53) ώσπου διαπράττεται ο πρώτος φόνος. Με έξυπνο, συναρπαστικό τρόπο και λιτές, κοφτές προτάσεις αποτυπώνεται η αγωνία των καλεσμένων, που σταδιακά λιγοστεύουν, ακριβώς όπως και τα κουκλάκια στο τραπέζι, ενώ κάθε αρχική τους δήλωση για τους λόγους για τους οποίους κάποια στιγμή καταδικάστηκαν στο παρελθόν σταδιακά αποκαλύπτεται πως ήταν ψευδής.
Η συγγραφέας δημιουργεί ένα συναρπαστικό κλειστοφοβικό σκηνικό: «Δεν υπήρχε τίποτα κρυφό στο σπίτι. Δεν είχε ατμόσφαιρα. Για κάποιον λόγο, αυτό ήταν το πιο τρομακτικό απ’ όλα…» (σελ. 77). Όσο λιγοστεύουν οι ζωντανοί, τόσο αυξάνονται οι αλληλοαιτιάσεις, η καχυποψία και ο φόβος. «Δεν ξέρω καθόλου. Και αυτό είναι που με τρομάζει όσο δεν παίρνει. Το ότι δεν έχω ιδέα…» (σελ. 140). Τα πάντα καταρρέουν: τυπικότητες, ευγένειες, αξιοπρέπεια: «Έξι άτομα, όλα εξωτερικά ψύχραιμα και φυσιολογικά. Και από μέσα; Σκέψεις που έτρεχαν γύρω γύρω σαν σκίουροι σε κλουβί» (σελ. 157). Πολύ σύντομα οι άνθρωποι γίνονται ζώα και η Agatha Christie δείχνει με μαεστρία τον ψυχικό και ηθικό εκπεσμό της ανθρώπινης φύσης όταν ερχόμαστε στο θέμα της επιβίωσης. Το μυθιστόρημα συνεχίζεται με την επανάληψη της ιστορίας από τους δύο αστυνομικούς της Σκότλαντ Γιαρντ που έφτασαν στο νησί κι ανακάλυψαν τα πτώματα, κάτι που δείχνει με ευρηματικό τρόπο το παράλογο της υπόθεσης, πονοκεφαλιάζοντας ακόμη περισσότερο τον αναγνώστη. Ακόμη θυμάμαι πόση ώρα είχα μείνει με ανοιχτό στόμα όταν είχα διαβάσει για πρώτη φορά το βιβλίο κι είχα φτάσει στο τελευταίο κεφάλαιο. Απαράμιλλη μαεστρία, αξεπέραστη και ρεαλιστική γραφή, πρωτότυπη ιδέα είναι μερικά από τα συστατικά που ακόμη και σήμερα μαγεύουν όποιον διαβάζει για πρώτη ή πολλοστή φορά το μυθιστόρημα.
Το συναρπαστικό και διαχρονικό αυτό κείμενο κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1939 με τον τίτλο «Ten little niggers» (βασισμένο σε παιδικό τραγουδάκι εκμάθησης αριθμών) και το 1940 στην Αμερική, όπου θεωρήθηκε προσβλητική η λέξη «niggers» γι’ αυτό προτιμήθηκε το «And then there were none» (εμπνευσμένο από τους τελευταίους στίχους του τραγουδιού) (αν και μεταξύ 1964 και 1986 οι εκδόσεις τσέπης κυκλοφόρησαν και με τον τίτλο «Ten little Indians» αλλά και αργότερα με τον τίτλο «Ten little soldiers»). Η δομή του κειμένου και η απήχηση που είχε στους αναγνώστες οδήγησαν τη συγγραφέα το 1943 να το ξαναγράψει σε θεατρική μορφή, με ένα πιο ρομαντικό και αισιόδοξο τέλος. Το θεατρικό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Δωδώνη» το 1970 και με είχε απογοητεύσει τόσο πολύ που πίστεψα πως το είχε διασκευάσει κάποιος άλλος!
Στον κινηματογράφο μεταφέρθηκε τουλάχιστον δέκα φορές, με πιο αξιόλογες αυτές του 1943, του 1965 και του 1974 (με Έλκε Σόμμερ, Σαρλ Αζναβούρ, τη φωνή του Όρσον Ουέλς κ. ά.) ενώ στην Ελλάδα, με τον τίτλο «Δέκα μικροί νέγροι», προβλήθηκε από την ΕΡΤ στις 23/10/1978 από το «Θέατρο της Δευτέρας» σε διασκευή και μετάφραση Κωστή Λειβαδέα (Χρήστος Δαχτυλίδης, Έφη Ροδίτη, Κώστας Σιμενός, Νίκος Βανδώρος, Κώστας Σαντοριναίος, Τρύφων Καρατζάς κ. ά.) και έναν χρόνο πριν μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο στη σειρά «Από το ελληνικό και ξένο δραματολόγιο», σε μετάφραση και διασκευή του ιδίου (Θόδωρος Συριώτης, Χρυσούλα Διαβάτη, Μιράντα Κουνελάκη, Χρήστος Πάρλας, Στάθης Ψάλτης κ. ά.).
Στα ελληνικά υπήρξαν πολλές εκδόσεις τσέπης ώσπου το 1994 (με επιφύλαξη) κυκλοφόρησε από το «Λυχνάρι» με τον τίτλο «Δέκα μικροί νέγροι» (το 2002 κυκλοφόρησε από τον ίδιο εκδοτικό οίκο σε μεγαλύτερο μέγεθος) και σήμερα (2018) επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μεγαλύτερο σχήμα, με σύντομο, περιεκτικό και χρήσιμο πρόλογο της Ευτυχίας Γιαννάκη και με νέα μετάφραση (του Γιώργου Μπαρουξή) ενώ ως προς το εξώφυλλο ακολουθούν την έκδοση Harper Collins (1993), με στόχο να κυκλοφορήσουν στα ελληνικά όλα τα αστυνομικά της έργα.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι