Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
02-01-2019 23:24
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Ανατρεπτικό, Διδακτικό, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή
Κατά
Η Σαΐντα με τον γιο της, Ρασίντ, ακολουθεί τον Αμίρ στην προσπάθειά του να το σκάσουν από το Αφγανιστάν και να καταφύγουν μέσω Ελλάδας στη Γερμανία. Ποια είναι αυτή η γυναίκα όμως στην πραγματικότητα και πόσο πολύτιμο είναι το παιδί της για κάποιους ώστε να βρεθούν στο κατόπι της δύο ασασίνοι του μυστηριώδους Ισκαντέρ, ένας πράκτορας της CIA κι ένας αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας με ανορθόδοξες μεθόδους; Ποιος είναι στην πραγματικότητα ο ανθυπαστυνόμος Μηνάς Ασλανίδης και τι κρύβει το σκοτεινό παρελθόν του; Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τη νεοναζιστική οργάνωση «Το Βέλος του Υπερβόρειου Απόλλωνος», που αναπτύχθηκε στους κύκλους της Αεροπορίας και του Στρατού και που διαλύθηκε μετά από επέμβαση της Αστυνομίας περίπου 10 χρόνια πριν; Ποιος είναι ο Ιαπετός και γιατί τον διάλεξε ο αρχηγός της οργάνωσης αυτής για υψηλόβαθμη ιεραρχία;
Πρόκειται για ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα γεμάτο ένταση, εκπλήξεις και αληθοφάνεια που δεν μπόρεσα να το αφήσω από τα χέρια μου πριν το τελειώσω. Δεν είναι μόνο ο κινηματογραφικός τρόπος της αφήγησης ή οι απανωτές ανατροπές αλλά και η ικανότητα του συγγραφέα να πλάθει χαρακτήρες με σάρκα και οστά, να περιγράφει σκηνές και γεγονότα που όλοι είδαμε στα δελτία ειδήσεων αλλά κανείς δεν έζησε από κοντά, να συστήνει στον αναγνώστη ήρωες με προσωπικότητα που δε μένουν ίδιοι ή χωρίς εξέλιξη παρά μέσα από σοκαριστικά γεγονότα και σκληρές στιγμές αρχίζουν να αναθεωρούν πολλές απόψεις και να μεταφέρουν με τις πράξεις τους το μυθιστόρημα σε άλλο επίπεδο εξελίξεων.
Η πλοκή εκτυλίσσεται σε τρέχοντα χρόνο, με κάποιες αναφορές στο παρελθόν, κυρίως της ζωής του Μηνά Ασλανίδη, και υπάρχει κλιμακούμενη εξέλιξη, μιας και κανείς από τους χαρακτήρες δεν ξέρει τι θα συναντήσει παρακάτω στον δρόμο που διάλεξε ή του επέβαλαν να αναλάβει. Από το κείμενο ξεπηδάνε σημαντικά διαχρονικά πανανθρώπινα μηνύματα ενώ τα πρόσωπα είναι επιλεγμένα ένα προς ένα και δημιουργούν ένα καλομελετημένο παζλ, με άριστη απεικόνιση και ρεαλιστικές εξελίξεις. Η Σαΐντα και ο Αμίρ είναι δύο παραδείγματα μεταναστών διαφορετικά απ’ όσα έχω διαβάσει ως τώρα. Δεν είναι δηλαδή «απλώς» οι πρόσφυγες που θέλουν να φύγουν από τον ρημαγμένο τόπο τους αλλά έχοντας προδώσει μια πολύ σημαντική προσωπικότητα, υπό τη στέγη του οποίου ζούσαν, αναγκάζονται να δραπετεύσουν στην Ελλάδα, βιώνοντας φυσικά τις κακουχίες, την αγωνία και την εξάντληση, έχουν όμως ξοπίσω τους και δολοφόνους να τους κυνηγάνε.
Ο συγγραφέας αποτυπώνει έτσι με την ακριβοδίκαιη ματιά του τον φόβο, την απελπισία και τις απάνθρωπες συνθήκες που εξασφαλίζουν οι δουλέμποροι, καπηλευόμενοι την ανάγκη των ανθρώπων να φύγουν από τις εμπόλεμες ζώνες και να κάνουν μια νέα αρχή στην Ευρώπη χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει αν γλυτώσουν από τον πνιγμό. Ο Αμίρ είναι ερωτευμένος με τη Σαΐντα και για χάρη της δέχτηκε να ζήσει ακριβώς ό,τι φοβόταν, αρκεί να φύγουν μακριά από τον Ισκαντέρ, έναν τρομακτικό βαρόνο του Αφγανιστάν, που έχει διπλωματικά ανορθόδοξες σχέσεις με τους Μουτζαχεντίν αλλά και την αμερικανική κυβέρνηση! Έμπλεος αγωνίας παρακολουθούσα τα βήματά τους από τη Μυτιλήνη στην Αθήνα κι από κει στην Ειδομένη, με όλα τα προβλήματα και τα εμπόδια που έχει ένα τέτοιο σχέδιο και προς τιμήν του συγγραφέα όλα γίνονταν γρήγορα, απανωτά, με περιεκτικά κεφάλαια και απολύτως απαραίτητες σκηνές. Θα καταφέρουν λοιπόν να φτάσουν όλοι μαζί στα σύνορα; Τι θα συμβεί στις ζωές τους όσο είναι κυνηγημένοι και καταδιώκονται;
Μου έκανε εντύπωση ο φαύλος κύκλος επιβίωσης των προσφύγων: ο συγγραφέας δίνει κάθε δίκιο στους ανθρώπους που ρημάζεται η ζωή τους και θέλουν να φύγουν και υποστηρίζει πως αυτή είναι η σωστή λύση, ταυτόχρονα όμως κάθε χώρα έχει τους δικούς της όρους και προϋποθέσεις και το κύμα των προσφύγων δεν είναι ευρέως καλοδεχούμενο, πόσο μάλλον στην Ελλάδα και με τον τρόπο που εξαπλώνεται. Δεν είναι ειρωνική η στάση του κυρίου Καρά αλλά βαθιά ανθρώπινη και μάλιστα δείχνει πολλές φορές πως αισθάνεται κι ο ίδιος ανήμπορος μπροστά στο αδιέξοδο της καταφυγής στην Ελλάδα. Είναι σα να τονίζει στους μετανάστες: φύγετε από κει, προσπαθήστε να μπείτε στην Ευρώπη αλλά αν δεν τα καταφέρετε υπάρχουν άνθρωποι στην Ελλάδα που θα ανακουφίσουν τον πόνο σας (απλοί πολίτες από το υστέρημά τους και μέλη ΜΚΟ). Δυστυχώς όμως για το απώτερο μέλλον δεν υπάρχει ούτε λύση ούτε πρόταση.
Η φράση αυτή μου χαράχτηκε στο μυαλό και την καρδιά: «Η ίδια η γη στην οποία ο άνθρωπος καλείται να επιστρέψει, στέκεται εμπόδιο στην πορεία του» (σελ. 196), όπως και η παρομοίωση της λαοθάλασσας των προσφύγων προς την Ειδομένη με την Έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο για τη Γη της Επαγγελίας. Ποια Γη; Ποια Επαγγελία; Αυτήν ακριβώς την απελπισία θέλησε να αποτυπώσει ο συγγραφέας, που ακόμη δεν μπορεί να δεχτεί το παράλογο του φράχτη στα σύνορα της Ειδομένης το 2016 και τη χρήση χημικών απέναντι σε ανθρώπους που ήθελαν μια νέα αρχή, μια καινούργια πατρίδα. Γι’ αυτό ακριβώς κι έγραψε αυτήν την εκπληκτική σε σύλληψη ιστορία, με έρεισμα ένα «ρεπορτάζ» που σχεδόν έχει ξεχαστεί πια κι ας είναι ακόμη στη χώρα μας οι άνθρωποι εκείνοι που αγωνίζονται να στεριώσουν, να ξεκινήσουν από το μηδέν και να ξεχάσουν τον θάνατο που αντιμετώπισαν ερχόμενοι.
Μέσα σε όλη αυτήν τη δυστυχία και τη μιζέρια, νότα αισιοδοξίας είναι τα παιδιά που κάνουν φίλους στους καταυλισμούς και παίζουν με όλη τους τη λαχτάρα, αγνοώντας πως τα σύνορα θα είναι κλειστά ή πως ίσως μείνουν για πάντα στην Ελλάδα. Ένα συγκινητικό μήνυμα που ο συγγραφέας το τονίζει με όμορφο τρόπο αρκετές φορές. «Ακόμα και μέσα στα μεγαλύτερες κακουχίες, ακόμα και μέσα στη λάσπη, το κρύο ή τη ζέστη και την ξηρασία της ερήμου, τα μικρά παιδιά έβρισκαν πάντα έναν λόγο για να χαμογελάσουν» (σελ. 197).
Το μυθιστόρημα όμως δεν αφορά μόνο τους πρόσφυγες αλλά και την εμφάνιση του νεοναζισμού τα τελευταία χρόνια. Και πάλι ο συγγραφέας ξεφεύγει από την παγίδα των κλισέ, αποφεύγοντας να τονίσει τον ρατσισμό που γιγαντώνεται με την αύξηση των προσφύγων και τις αναπάντεχες συνέπειές του στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Αντιθέτως, φροντίζει να περιορίσει τις επιρροές της νεοναζιστικής οργάνωσης στη νοοτροπία του Έλληνα που θα παρασυρθεί από προσεκτικά διατυπωμένα λόγια και κάποιες ευκαιριακές και εποχικές συγκυρίες, οπότε το νεοστρατολογηθέν μέλος θα εμπλακεί σταδιακά σε καταστάσεις που δεν αφορούν και τόσο την πατρίδα του, ατιμάζοντας έτσι το όνομα της οικογένειάς του. Ο πατέρας του Ιαπετού, ναυτεργάτης στο Πέραμα, είναι καταπέλτης όταν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει στη ζωή του γιου του. Χωρίς λέξεις που αποσκοπούν στο εκβιαστικό συναίσθημα αλλά με στέρεες φράσεις, απόλυτα αληθινές και ρεαλιστικές, καταγράφονται με αληθοφάνεια οι πραγματικές διαστάσεις τέτοιου είδους οργανώσεων, μία εκ των οποίων εξαρθρώθηκε από την Αστυνομία δέκα χρόνια πριν την ιστορία μας.
Ο ανθυπαστυνόμος Μηνάς Ασλανίδης, που υπηρετεί στην Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων, καλείται από τον ταξίαρχο Καραγιαννίδη να βοηθήσει τον πράκτορα Τζορτζ Ντάλας στον εντοπισμό του σημαντικού παιδιού. Πρόκειται για έναν αστυνομικό με σκοτεινό παρελθόν και μια από τις αγαπημένες μου προσωπικότητες σε μυθιστόρημα. Ολοκληρωμένος χαρακτήρας, με γκρίζες αποχρώσεις, μιας και δε σταματά στιγμή να εξελίσσεται και να αλλάζει στάση, απόψεις και αντιλήψεις, προς το τέλος του μυθιστορήματος έρχεται σε τόσο έντονη αντίθεση με τα πιστεύω του και τις κατευθύνσεις του πατέρα του που βγάζει μια κραυγή, την οποία κυριολεκτικά ένιωσα να ξεπηδά μέσα από τις σελίδες του βιβλίου. Ναι, αυτός ο άνθρωπος ταυτόχρονα δρα και στον υπόκοσμο, στον οποίο έχει βγάλει φήμη μπεσαλή και ξεκάθαρου τύπου, οπότε όποιον προστατεύει κανείς δεν τον αγγίζει. Προς έκπληξή του, βρίσκει στον δρόμο του τον Μοϊκανό, έναν θανάσιμο εχθρό του, με τον οποίο θα υπάρξει μια μεγάλη ανατροπή και ένα ευρηματικό φινάλε της υπόθεσης. Μακάρι να μπορούσα να γράψω περισσότερα αλλά δε θέλω να χαθεί η μαγεία της αποκάλυψης και η ατμόσφαιρα που ξέρει ο κύριος Καράς να ζωντανεύει με ιδανικό τρόπο στο μυθιστόρημα.
Στο βιβλίο υπάρχουν κι άλλα πρόσωπα, όπως ο πράκτορας Τζορτζ Ντάλας, μέσω του οποίου ο συγγραφέας δίνει μια μουντή εικόνα της Αθήνας και ταυτόχρονα καταγράφει με «ξένο μάτι» κομμάτια της ελληνικής νοοτροπίας που σε κάνουν να σταματήσεις κάποιες φορές για να σκεφτείς. Υπάρχει και ο ταξίαρχος Καραγιαννίδης, με ηθικές αρχές που δεν τις άλλαξε ποτέ κατά τη διάρκεια της καριέρας του γι’ αυτό και παρέμεινε στάσιμος στη ΓΑΔΑ, αλλά είναι πολύ αποτελεσματικός και γι’ αυτό καμία πολιτική ηγεσία δεν τον έχει κουνήσει από τη θέση του. Θα έλεγα πως τον είχα συμπαθήσει αν δεν έπαιζε ξαφνικά ένα βρώμικο παιχνίδι εις βάρος του Ασλανίδη. Τέλος, δε γίνεται να μην αναφερθώ φυσικά στον Γιώργο Σαλτσίδη και στην Αλίνα. Ο πρώτος, γνωστός με το όνομα «Άρχοντας του Σκότους», είναι μπλεγμένος σε κυκλώματα σωματεμπορίας και ναρκωτικών, ενώ χάρη στις γνωριμίες του τελικά εξελίχθηκε στον υπ’ αριθμόν 1 διακινητή προσφύγων προς τα ελληνικά σύνορα. Φυσικό κι επόμενο λοιπόν, κάποια στιγμή ο Ασλανίδης (ανεπίσημα πάντα) να ζητήσει τη βοήθειά του κι έτσι η σκηνή των δυο τους, οι συμφωνίες που κανόνισαν και το βαρύ κλίμα ανάμεσά τους ήταν κινηματογραφική και απίστευτα ρεαλιστική! Τέλος, η Αλίνα, Ρουμάνα πόρνη, αγέρωχη, μαθημένη στον πόνο, αυτάρκης, έχει μια άκρως συγκινητική και ρεαλιστική σκηνή πρώτης γνωριμίας, στην οποία μαθαίνουμε για τη ζωή της και αποτελεί έτσι το ιδανικότερο παράδειγμα για να γνωρίσει ο αναγνώστης το μέγεθος της φήμης που έχει το όνομα του Μηνά στον υπόκοσμο και στα ύποπτα στέκια.
Πλατεία Βικτωρίας, Ομόνοια, Καλλιθέα, Πειραιάς, Εξάρχεια, Θησείο, αλλά και Λάρισα και Ειδομένη είναι τα μέρη από τα οποία περνάνε οι ήρωες του καλογραμμένου βιβλίου του κυρίου Αντώνη Καρά, φορτωμένοι όνειρα, ελπίδες, στόχους, μίσος, αγωνία. Ένα συναρπαστικό ανθρωποκυνηγητό, μια άκρως ρεαλιστική ιστορία, ένα κείμενο με χαρακτήρες που σίγουρα θα αγαπηθούν (ή και όχι!) από τον αναγνώστη και ταυτόχρονα μια δυνατή φωνή για την παύση των όπου γης εχθροπραξιών και τη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος για τα αθώα πλάσματα που εξαναγκάζονται σε προσφυγιά.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι