Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
29-07-2017 10:49
Υπέρ Ενδιαφέρον, Ανατρεπτικό
Κατά
«Το κέντημα του όρκου» είναι το πιο δύσκολο εργόχειρο που κρατάνε οι κοπέλες της Σκύρου για να κεντήσουν στον μοναδικό άντρα που αγάπησαν και τις αγάπησε, όταν με το καλό αυτός βρεθεί. Αυτόν τον τίτλο έδωσε και η Αμέρσα ένα κορίτσι που μεγαλώνει στη Σκύρο τη δεκαετία του 1970, στο θεατρικό έργο που έγραψε, με το όνειρο να το δει να ανεβαίνει σε αθηναϊκή σκηνή. Στο βιβλίο ξετυλίγονται οι παράλληλες ζωές της Αμέρσας και της ξαδέλφης της, Μερσίνας Φέρτη, δυο αδερφών παιδιά, οι οποίες είναι διαμετρικά αντίθετοι χαρακτήρες. Αγαπάνε και υποστηρίζουν η μία την άλλη, όμως τα όνειρά τους, τα σχέδιά τους, η κοσμοθεωρία τους, οι αντιλήψεις τους, ο ίδιος ο χαρακτήρας τους είναι τόσο διαφορετικά. Πώς θα επηρεάσει τις ζωές τους η εμφάνιση του νέου γιατρού Στεφανή Μάχου και του γοητευτικού, διάσημου ηθοποιού Φαίδωνα Μαρκάζη αλλά και ένα ταξίδι στον Καναδά;
Το μυθιστόρημα έχει αποδώσει πιστά το κλίμα και την κουλτούρα των κατοίκων της Σκύρου, καταγράφοντας με όμορφο και διακριτικό τρόπο τα έθιμά τους, τις παραδόσεις τους και κάπου κάπου την ντοπιολαλιά τους. Παρ’ όλο που ίσως φανεί η πλοκή μονοδιάστατη, κατά βάθος υπάρχουν ανατροπές και εξελίξεις που δε φαίνονται με την πρώτη ματιά. Τη γραφή της κυρίας Θεοφανοπούλου που λάτρεψα στο πρώτο της βιβλίο, εδώ την εντόπισα κυρίως στις πρώτες σελίδες, μιας και από τη στιγμή που οι συνθήκες και τα γεγονότα οδήγησαν τα κορίτσια μακριά από το νησί τους σα να αποδυναμώθηκε και να ατόνισε λίγο η φροντίδα και το ενδιαφέρον, ίσως λόγω των καταστάσεων που έπρεπε να προετοιμάσουν το έδαφος για την ανατροπή της ιστορίας.
Κάπου στη μέση του βιβλίου μού γεννήθηκε η επιθυμία να μην ολοκληρώσω την ανάγνωσή του. Υπήρχαν πολλά κενά και κυρίως πολλά αναληθοφανή γεγονότα που δε μου φάνηκαν σωστά και μου έκανε επιπλέον εντύπωση πως τα βρήκα σε βιβλίο συγγραφέως που ξέρει να χειρίζεται την ιστορία της και δεν ξεφεύγει από τον πυρήνα της πλοκής. Σύντομα όμως κατάλαβα πως έκανα ένα μεγάλο λάθος και οι εκπλήξεις άρχισαν να έρχονται ακάλεστες και σωρηδόν.
Έχοντας τελειώσει λοιπόν το μυθιστόρημα και τονίζοντας εξαρχής πως πρόκειται για ένα δεμένο σύνολο μιας καλογραμμένης ιστορίας, δεν μπορώ να παραβλέψω κάποια χαρακτηριστικά που δε μου άρεσαν, κυρίως διότι είμαι άρρεν και βιβλιοφάγος αναγνώστης, επομένως είμαι σίγουρος πως όλα αυτά θα αγνοηθούν ευρύτερα και σίγουρα το μυθιστόρημα θα αγαπηθεί από πολύ κόσμο.
Νομίζω πως η Μερσίνη δεν αποδόθηκε σωστά, γιατί η ένταση των αρνητικών συναισθημάτων της και ο βαθμός ως τον οποίο προχώρησε τα σχέδιά της δε μου φάνηκαν συμβατά με την αρχική εικόνα της κοπέλας που πνίγεται σε έναν κλειστό τόπο κι ας έχει περιουσία και οικογένεια που την αγαπά. Δεν μπορώ φυσικά να κατονομάσω τις εξελίξεις που προκάλεσε η Μερσίνα, ο όγκος όμως του μίσους και η δολοπλοκία της μου φάνηκαν αταίριαστα με την πρώτη της σκιαγράφηση.
Κατά την πορεία της αφήγησης, παρ’ όλο που η κυρία Θεοφανοπούλου έχει εξαιρετική πένα, μου φάνηκε λίγο αμήχανη και κατέφευγε συχνά στη βοήθεια ενός πλούσιου λεξιλογίου που δε χρειαζόταν. Για να περιγραφεί μια κατάσταση παρετίθεντο τρεις με τέσσερις συνώνυμες λέξεις και ειδικά με το μοτίβο «όλα τα α του [π. χ.] έρωτα». Η ελληνική γλώσσα είναι πλούσια και η συγγραφέας ικανή να δώσει ποικιλία εκφράσεων και συναισθημάτων, επομένως κάτι τέτοιες μικρολεπτομέρειες θα μπορούσαν να παραλειφθούν.
Δεν μπόρεσα με τίοτα να αγαπήσω τη σχέση της Αμέρσας με τον άντρα που παντρεύτηκε, μου φάνηκε εντελώς αδύναμη και σχεδόν χάρτινη. Ναι, ήταν απόλυτα λογικοφανές ο γάμος τους να καταρρέει λόγω του προβλήματος που αντιμετώπιζαν αλλά οι αντιδράσεις τους, οι συνέπειες σε βάθος χρόνου, ήταν χαρακτηριστικά που δε με άγγιξαν όσο ίσως θα έπρεπε.
Τέλος, κατάλαβα γιατί πολύς κόσμος αγάπησε τη Φαλταΐνα. Είναι η μόνη γυναίκα που έζησε αξιοπρεπώς μες στο κείμενο, με μια σχετικά απλή ζωή, γεμάτη όμως από αίσθημα, αλήθεια και ζωτικότητα. Δεν κατέφυγε σε ακρότητες όπως οι ξαδέλφες, δεν αποδίδεται στερεοτυπικά και η παρουσία της στη ζωή του νησιού είναι απόλυτα απαραίτητη για μια όαση δροσιάς, ελπίδας και αισιδοξίας.
«Το κέντημα του όρκου» είναι ένα μυθιστόρημα με καλή γραφή, περιγράφει με σχεδόν σαπουνοπερικό τρόπο τις ζωές δύο κοριτσιών στο νησί της Σκύρου, δε θα ξεχάσω όμως ποτέ τον τρόπο με τον οποίο η συγγραφέας με έπιασε στον ύπνο κι άρχισε μετά τη μέση του κειμένου να μου πετάει απροκάλυπτα μία προς μία τις ψηφίδες που σχηματίζανε την τελική, την αληθινή εικόνα της ιστορίας και ανέτρεψε λογικοφανώς όλο το σύμπαν που είχε χτίσει ως τότε. Στο πρώτο βιβλίο της κυρίας Θεοφανοπούλου εξήρα τη γλώσσα της και τον χειρισμό της πλοκής, εδώ εξυμνώ την αγάπη της για τον αναγνώστη, τον οποίο αποζημιώνει στο τέλος για το όποιο υφολογικό και επί της πλοκής ατόπημα ίσως παρουσίασε.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι