Η παρούσα έκδοση της "Γυναίκας της Ζάκυθος" συστήνει εκ νέου στο αναγνωστικό κοινό αυτό το σημαντικό σολωμικό έργο σε εκδοτική επιμέλεια της Ελένης Τσαντσάνογλου, η οποία το είχε μελετήσει εξαντλητικά, ανασυνθέτοντας τη σταδιακή διαμόρφωσή του μέσα από τις διαδοχικές γραφές που σώζονται στα χειρόγραφα του ποιητή. Πρώτος καρπός της έρευνάς της ήταν η αναλυτική και σχολιασμένη έκδοση του έργου το 1991, η οποία περιλάμβανε όλο το επεξεργασμένο υλικό των χειρογράφων. Με βάση τη διάκριση του υλικού αυτού σε τρία στάδια επεξεργασίας, την οποία πρότεινε ο Γάλλος νεοελληνιστής Λουί Κουτέλ και υιοθέτησε η Ελένη Τσαντσάνογλου, το κείμενο του δεύτερου σταδίου είναι πληρέστερο από του πρώτου, ενώ το τρίτο αποτελεί ανασχεδιασμό του έργου, που ωστόσο παραμένει ελλιπής και δεν καταλήγει σε μια συνολική αναθεώρησή του. Η χρηστική έκδοση του 1993, με εικονογράφηση του Χρόνη Μπότσογλου, περιείχε το κείμενο που αντιστοιχεί στο δεύτερο στάδιο επεξεργασίας του έργου και, σε επίμετρο, το ελλιπές κείμενο του τρίτου σταδίου, ενώ στη θέση του εκτενούς σχολιασμού υπήρχε η κατατοπιστική Εισαγωγή της επιμελήτριας. Η παρούσα έκδοση περιλαμβάνει την εισαγωγή, το χρηστικό κείμενο και το γλωσσάρι της έκδοσης του 1993, πέραν αυτών όμως εμπλουτίζεται με τα Επιλεγόμενα της Κατερίνας Τικτοπούλου και με μια επιλεκτική βιβλιογραφία όπου συγκεντρώνονται οι βασικές εκδόσεις και ερμηνευτικές προσεγγίσεις του έργου.
\'Η Γυναίκα της Ζάκυθος είναι ένα ιδιαίτερα οξύ σατιρικό κείμενο", έγραφε η Ελένη Τσαντσάνογλου στην Εισαγωγή της, αλλά "το γυναικείο πρόσωπο που σατιρίζεται στο έργο είναι ανώνυμο". Τα στοιχεία που δίνει ο Σολωμός στο κείμενό του πιθανότατα το καθιστούσαν αναγνωρίσιμο για τους συγχρόνους του, αλλά δεν προσφέρουν καμία πληροφορία στον σημερινό αναγνώστη. Εντούτοις η αποκάλυψη της ταυτότητάς της, "που απλώς θα φώτιζε τα, ενδεχομένως, προσωπικά κίνητρα του σατιρικού ποιητή, είναι πια σήμερα τελείως άσχετη με την ποιότητα του αριστοτεχνικού αυτού κειμένου". Η Γυναίκα προσωποποιεί πλήθος αρνητικές ιδιότητες, όπως είναι η κακία, η απανθρωπιά, ο φθόνος, η φιλαργυρία, η ανήθικη ερωτική συμπεριφορά και η προκλητικά αντεθνική στάση. Το βλέμμα του σολωμικού αφηγητή παρατηρεί σκηνές του διεφθαρμένου βίου της Γυναίκας μέχρι το φοβερό τέλος, την τρέλα και την αυτοχειρία της, ενώ ταυτόχρονα η πολιορκία του Μεσολογγίου, της οποίας ο απόηχος είναι ιδιαίτερα αισθητός στη Ζάκυνθο, φτάνει στον δικό της πικρό επίλογο.
Στα Επιλεγόμενά της η Κατερίνα Τικτοπούλου, μεταξύ άλλων, περιγράφει τις προηγούμενες εκδοτικές προσπάθειες που, με αφετηρία την έκδοση του Πολυλά, επιχειρούν να ανασυστήσουν το κείμενο μέσα από την αταξία των σολωμικών χειρογράφων, αλλά και νατο καταστήσουν αναγνώσιμο από τον μη ειδικό αναγνώστη. Υπογραμμίζει δε ότι η παρούσα έκδοση, "εμπεριέχοντας εντός της άλλες προηγούμενες στιγμές, όπως για παράδειγμα εκείνη της ανάγνωσης του Πολίτη, εκείνη της ανάγνωσης του Κουτέλ, και άλλες ακόμα", παρουσιάζει "ένα κείμενο που περισσότερο πλησιάζει σε αυτό που αναγνωρίζουμε ως "αντικειμενικό", όντας πιο μακριά από αυτό που αποκαλούμε "υποκειμενικό" και "αυθαίρετο". που τακτοποιεί το υλικό του χειρογράφου δίχως να παραλλάσσει τη σύνθεση λαμβάνοντας αποφάσεις που την προωθούν πιο πέρα από εκεί που την άφησε ο ποιητής". Χάρη σε αυτή την προσέγγιση "ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει με σαφήνεια τι ήταν αυτό που επιδιώχθηκε στο κείμενο της Γυναίκας της Ζάκυθος και ώς ποιον βαθμό κατορθώθηκε". Μπορεί επίσης, "κατά την υπόδειξη-προσδοκία του Σολωμού, να συμπληρώσει τα κενά, διαβλέποντας τα υπόλοιπα και ακόμα περισσότερα".