Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
12-08-2017 09:35
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Ανατρεπτικό, Πλούσια πλοκή
Κατά
Ο Κλωντ Μονέ (1840-1926) ήταν ένας από τους πρωτοπόρους του ιμπρεσιονισμού, ενός κινήματος που στηρίχτηκε στην αποτύπωση της εντύπωσης (impression) μιας στιγμής ή ενός αντικειμένου στη ζωγραφική. Μετά από περιπλανήσεις στη Γαλλία και τον θάνατο της πρώτης συζύγου του, καταλύει στο Ζιβερνί το 1883, νοικιάζοντας ένα μεγάλο οικόπεδο. Σταδιακά μετέτρεψε τη γύρω περιοχή σε μια παραδεισένια λίμνη γεμάτη νούφαρα και ιτιές κι έχτισε ένα ξύλινο γεφυράκι. Αυτό το σημείο είναι αποτυπωμένο σε πολλούς από τους τελευταίους του πίνακες. Ακόμη και σήμερα, πλήθος τουριστών συρρέουν στην οικία του που μετατράπηκε σε μουσείο για να δουν τον χώρο όπου μεγαλουργούσε ο ζωγράφος και να μελετήσουν από κοντά την υπέροχη λίμνη.
Τι συνέβη λοιπόν σε αυτό το ήσυχο κατά τα άλλα μέρος; Γιατί δολοφονήθηκε ο πάμπλουτος οφθαλμίατρος και φανατικός συλλέκτης έργων τέχνης Ζερόμ Μορβάλ; Θα καταφέρουν οι νεοαφιχθέντες επιθεωρητές Σίλβιο Μπεναβίντες και Λοράνς Σερενάκ να λύσουν την υπόθεση; Ποιες οι ομοιότητες και ποιες οι διαφορές από τον θάνατο ενός παιδιού το 1937 ακριβώς με τον ίδιο τρόπο; Ποιον ρόλο παίζουν σε αυτήν την υπόθεση εξαφανισμένοι, σύμφωνα με τις φήμες, πίνακες του Μονέ και ειδικά αυτοί που απεικονίζουν τη λίμνη με τα νούφαρα μαύρα, οι Μαύρες Νυμφαίες (το λατινικό όνομα του νούφαρου είναι nymphea που προέρχεται από την ελληνική νυμφαία); Τι κοινό έχουν η ηλικιωμένη ένοικος του μεγάλου πυργόσπιτου με την άπλετη θέα σε όλο το χωριό σχεδόν, η αναστατωμένη δάσκαλα που είναι παντρεμένη με έναν βάναυσο άντρα και ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα τον επιθεωρητή Λοράνς Σερενάκ και το εντεκάχρονο κορίτσι που ζωγραφίζει σαν τον Μονέ και θέλει να πάρει μέρος σε έναν διεθνή καλλιτεχνικό διαγωνισμό;
Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο ανισοβαρή μέρη, με το πρώτο να καταλαμβάνει τις 429 από τις 485 σελίδες. Χμ...Σε γενικές γραμμές ήταν ένα κουραστικό κείμενο, με τον συγγραφέα να μη βοηθάει καθόλου στην επίλυση του μυστηρίου, αντιθέτως έχωνε συνέχεια νέα δεδομένα ή μπέρδευε τις καταστάσεις που προηγήθηκαν, δημιουργώντας ένα μπάχαλο. Και ξαφνικά όλα αυτά σταματούν απότομα και μπαίνουμε στο δεύτερο μέρος όπου όλα μπαίνουν σε μια σειρά ως διά μαγείας. Πρόκειται για τόσο ευρηματική και ανατρεπτική έκπληξη που του τα συγχώρησα όλα του κυρίου Bussi! Φυσιά δε θα αποκαλύψω τίποτα, απλώς θα τονίσω πως έμεινα στην κυριολεξία με ανοιχτό το στόμα, γιατί χάρη σε αυτήν την ανατροπή κατάλαβα πως ο συγγραφέας έπαιζε με το μυαλό μου. Όχι κοροίδευτικά αλλά υποστηρικτικά. Αν προσέξετε λείπουν κάποια βασικά στοιχεία αφήγησης, κάτι που εμένα μου διέφυγε, ακριβώς γιατί ο χειρισμός της ιστορίας, η αφήγγηση και το στήσιμο της πλοκής ήταν αριστουργηματικά. Οι φόνοι επιλύονται, η ιστορία αποκτά μια νέα διάσταση και οι χαρακτήρες ζουν με τις συνέπειες των πράξεών τους. Δεν έχω ξανασυναντήσει τέτοια εξέλιξη σε κείμενο και αν είχα χρόνο θα το ξαναδιάβαζα, υπό το φως των νέων δεδομένων, μόνο και μόνο για να απολαύσω τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται και απλώνεται η ιδέα που είχε ο συγγραφέας στο μυαλό του.
Δυστυχώς όμως η αφήγηση αυτή καθαυτή δεν ήταν πολύ σφιχτή. Οι εγκυκλοπαιδικές πληροφορίες για τον Μονέ και τους ιμπρεσιονιστές ήταν πάμπολλες, ευτυχώς διασκορπισμένες και εύληπτες αλλά αφθονούσαν, επομένως για όποιον δεν ασχολείται ή δεν ενδιαφέρεται για τη ζωγραφική θα είναι κουραστικό. Επιπλέον, πολλές φορές, οι ήρωες του βιβλίου ξεστράτιζαν με εσωτερικές σκέψεις ή εκτεταμένους διαλόγους που δε χρειάζονταν, μιας και όσες φορές διάβασα παρακάτω δεν έχασα ούτε στιγμή τον ειρμό. Είναι πραγματικά κρίμα που σε κάποια σημεία φλυαρεί παραπάνω απ’ όσο χρειάζεται, γιατί η βόμβα που περιμένει τον ανυποψίαστο αναγνώστη στο δεύτερο μέρος είναι τόσο δυνατή και τολμηρή που αν το πρώτο μέρος ήταν δεμένο σφιχτά, αν μέναμε στην κυρίως αφήγηση και αν τα γεγονότα διαδραματίζονταν αστραπιαία, αυτήν τη στιγμή τα «Τρία μαύρα νούφαρα» θα ήταν από τα αγαπημένα μου αστυνομικά μυθιστορήματα. Αναγνωρίζω πάντως πως μετά το αξεπέραστο προηγούμενο βιβλίο του, «Το κορίτσι της πτήσης 5403», ο συγγραφέας δοκιμάζει και πάλι τα νεύρα και την υπομονή του αναγνώστη.
Από τους χαρακτήρες που γνώρισα σε αυτό το μυθιστόρημα, αγάπησα ιδιαίτερα την ηλικιωμένη ένοικο του πυργόσπιτου, η οποία, μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο, εναλλάξ με την τριτοπρόσωπη αφήγηση των υπόλοιπων δρώμενων, δείχνει μια λεπτή ειρωνεία, μια διεισδυτικότητα σε πρόσωπα και καταστάσεις και μια διορατικότητα που μόνο μια γυναίκα της ηλικίας της θα μπορούσε να έχει. Μπράβο στον συγγραφέα που απέδωσε τόσο πιστά ένα τόσο ξεχωριστό άτομο! Γέλασα πολύ με την εξής παράγραφο: «...αυτό που θέλω τόσο πολύ να βρω είναι ένα χαρτόκουτο, ένα απλό χαρτόκουτο στο μέγεθος ενός κουτιού παπουτσιών, γεμάτο παλιές φωτογραφίες...Απ’ ό,τι λένε, τώρα, κάπου το διάβασα, μπορείς να φυλάξεις φωτογραφίες μιας ζωής σε ένα φλασάκι USB στο μέγεθος ενός αναπτήρα. Εγώ, εν τω μεταξύ, ψάχνω το κουτί των παπουτσιών μου. Εσείς, όταν θα έχετε πατήσει τα ογδόντα, θα ψάχνετε μες στο χαμό έναν μικροσκοπικό αναπτήρα. Καλό κουράγιο. Έτσι είναι η πρόοδος» (σελ. 191).
Κατά τα άλλα, ένιωσα την αγωνία του εντεκάχρονου κοριτσιού να ζωγραφίσει καλά και να στείλει τον πίνακά της στον διαγωνισμό, κατάλαβα πόσο όμορφος ήταν ο έρωτας ανάμεσα στον επιθεωρητή και τη δασκάλα λίγο πριν ξεσπάσει το κακό, περπάτησα και έμαθα τα πάντα για το Ζιβερνί (δρόμους, μαγαζιά, τοπία, θέα κλπ.), έμαθα υπερβολικά πολλά για τον Μονέ και το κίνημα των ιμπρεσιονιστών, αναρωτήθηκα κι εγώ αν όντως η συλλογή των πινάκων του Μονέ είναι πλήρως καταγεγραμμένη και ξέρουμε πού υπάρχουν έργα του ανά τον κόσμο ή μήπως κάποιοι δεν έψαξαν καλά....Ένα πολύ καλό, αγωνιώδες μυθιστόρημα, με τη μεγαλύτερη και σχεδόν λογικοφανή ανατροπή που έχω συναντήσει ως τώρα, μια ανατροπή που έχει διχάσει τους αναγνώστες και συμπαρίσταμαι και στους εξαπατημένους και στους θαισώτες του. Θέλει τον χρόνο του και υπομονή, πάντως. Εντύπωση μου έκαναν τα πολλά τυπογραφικά λάθη, γιατί ο Κέδρος δε με έχει συνηθίσει σε τέτοιες αβλεψίες. Εύχομαι ολόψυχα να εντοπιστούν και να παραλειφθούν σε επόμενη έκδοση.
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι