Ένα εξαιρετικό ιστορικό και αστυνομικό μυθιστόρημα
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
08-07-2015 08:43
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Καθηλώνει, Πρωτότυπο, Ανατρεπτικό, Διδακτικό, Γρήγορο, Πλούσια πλοκή, Τεκμηριωμένο
Κατά
Υπάρχει ένας κύκλος που αγκαλιάζει σφιχτά τη Μεσόγειο κι εξαπλώνεται από Κύπρο μέχρι Μεγάλη Βρετανία και Ιρλανδία. Ένας κύκλος που στενεύει τη μάνα που χάνει το παιδί της για την πατρίδα, ένας κύκλος που αποστρέφεται από τον προδότη, ένας κύκλος που νανουρίζει νέους αγωνιστές ψιθυρίζοντας λόγια ελευθερίας. Η Μαρία Λιάσκα επέστρεψε για να αφήσει το σημάδι της στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, να αφυπνίσει κοιμισμένες συνειδήσεις και να θυμίσει στο κοινό, που λατρεύει να λησμονεί, πόσο βαρύ φόρο αίματος έχει η ελευθερία και πόσο ψηλά ανεβαίνει η ιδέα της ανάλογα με τις εκατόμβες των θυμάτων, αθώων και μη.
Ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός (Irish Rebuclic Army = IRA) ήταν ανεπίσημη ένοπλη στρατιωτική οργάνωση που έδρευε στην Ιρλανδία και είχε ως αρχικό στόχο την πλήρη ανεξαρτητοποίηση (οικονομική και διοικητική) αυτής από τη Μεγάλη Βρετανία και την ίση μεταχείριση προτεσταντών και καθολικών και στη συνέχεια την προσκόλληση της Βόρειας Ιρλανδίας στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας. Ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1919 κι εφήρμοσε τακτική ανταρτοπόλεμου, στήνοντας ενέδρες, κάνοντας επιδρομές και προκαλώντας δολιοφθορές. Στο βιβλίο περιγράφονται οι δράσεις που είχαν αναλάβει τη δεκατία του 1970, οι πολύνεκρες επιθέσεις στο Χάυντ Παρκ και στο Γκραν Οτέλ του Μπράιτον και η σιδερένια προσωπικότητα της Μάργκαρετ Θάτσερ.
Η πλοκή του μυθιστορήματος είναι καλοδουλεμένη. Η συγγραφέας μάς περιγράφει από τη μια το ατύχημα που είχε μια παρέα παιδιών στις διακοπές τους στην Αμμόχωστο το 2012, όπου ο Άντυ εξαφανίζεται μυστηριωδώς και από την άλλη τη ζωή της οικογένειας του Άντυ ή Αντρέα, που ήταν Ελληνοκύπριοι κι εκδιώχτηκαν από το σπίτι τους και τη ζωή τους το καλοκαίρι του 1974. Η μάνα του Άντυ, με τον σύζυγό της αγνοούμενο, καταφεύγει στην Ιρλανδία για να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Πότε στο σήμερα και πότε στο χτες, το κείμενο καθρεφτίζει ακριβοδίκαια τα αιματηρά γεγονότα της δράσης του IRA και δίνει με ανάγλυφο, ρεαλιστικό τρόπο την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων που κατατάσσονται στις δυνάμεις της οργάνωσης. Η αγωνία για το τι απέγινε ο Άντι εξισορροπείται από τη μυστηριώδη προσωπικότητα του αστυνομικού Μπανκς, που έχει βάλει στο στόχαστρο τους ανθρώπους που υποπτεύεται ως μέλη του IRA και κάνει τα πάντα για να τους φυλακίσει, έστω και ως αποδιοπομπαίους τράγους.
Τελικά είναι ο Άντυ ανακατεμένος στον IRA; Κι αν ναι, πώς επηρεάστηκε η ζωή του από το 1974 κι εντεύθεν που ζει με τη μητέρα του στο Μπέλφαστ; Ποια η σχέση του με τη Δήμητρα που μας αφηγείται την ιστορία στο σήμερα και με τον αδερφό της, τον Γιώργο; Όντως πνίγηκε εκείνη τη νύχτα στην Αμμόχωστο; Κι αν όχι, γιατί εξαφανίστηκε; Ποιος είναι ο στόχος του πλέον; Πώς νιώθεις άραγε όταν ο IRA έχει και επισήμως αποσυρθεί από τον ένοπλο αγώνα από το 2005 κι έχεις μείνει μόνος με τις αναμνήσεις του αγώνα για την ιδέα και στο βλέμμα σου στάζει το αίμα των θυμάτων σου; Επίσης, ο πόνος της μάνας είναι παντού ο ίδιος! Χάνει το παιδί της, δεν έχει σημασία αν αγωνίστηκε ηρωικά ή αν ξεγελάστηκε ή αν αναγκάστηκε να πολεμήσει. Το δάκρυ έχει την ίδια απόχρωση για μια μόνη γυναίκα που ζει είτε στην Ιρλανδία είτε στην Κύπρο.
Ένα εξαιρετικό ιστορικό και αστυνομικό μυθιστόρημα, πρωτότυπο στην εξέλιξη της ιστορίας, με ένα τραγικό και ανατρεπτικό τέλος που δε θα το ξεχάσω εύκολα! Αγωνία, ανατροπές, τρισδιάστατοι ήρωες, ολοκληρωμένες προσωπικότητες, ισχυρός συνεκτικός δεσμός μεταξύ του τότε και του τώρα και πολλά άλλα! Έμεινα απόλυτα ευχαριστημένος!
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Νιώθω να πατώ πάνω σε πτώματα και χαμένα όνειρα. Αν τα μισά απ’ όσα έχω διαβάσει για τη Βόρεια Ιρλανδία είναι αλήθεια, τότε θα πρέπει να περπατάμε φιλώντας τους δρόμους της» (σελ. 46).
«Μόλις προχθές έφτασε σε αυτό το σπίτι και το ένιωθε κιόλας δικό της. Και πώς όχι; Αφού μοιράστηκε τα μυστικά του. Μέσα σε λίγες ώρες είχε αφουγκραστεί όλα τα πάθη του, είχε φροντίσει τις πληγές του. Μέσα σε ένα βράδυ είχε σαρώσει με την καρδιά της τα σ’ αγαπώ και τα πονώ κάθε κόκκινου τούβλου που περιείχαν οι τοίχοι» (σελ. 98).
Η τρομοκρατία βέβαια μπορεί να ασκηθεί και από τους τρομοκρατημένους. Κι αν είσαι ήδη επί χρόνια τρομοκρατημένος και κάποια στιγμή περάσεις στην απέναντι όχθη είναι εύκολο να συμμετέχεις κι εσύ στο πάρτι των φονικών. Μόνο που τότε έχεις χάσει τον σκοπό σου. Δεν είσαι πια μεσσίας, ούτε για σένα τον ίδιο, είσαι απλώς εκδικητής» (σελ. 192-193).
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι