Πανέξυπνος χειρισμός της πλοκής
Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
09-01-2015 21:38
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Πρωτότυπο, Ανατρεπτικό, Διδακτικό, Πλούσια πλοκή, Τεκμηριωμένο
Κατά
Η Αμμόχωστος λαμπυρίζει στον καλοκαιρινό ήλιο του 1974, καλωσορίζει τους τουρίστες και δέχεται ασήκωτα φορτία στην πλάτη της με τα συνεχή ξενοδοχεία και άλλες κτηριακές επενδύσεις που λαμβάνουν χώρα υπό τη σκιά του τρόμου. Η τουρκική εισβολή ετοιμάζεται να χωρίσει οικογένειες, σπίτια, γη. Όχι, αυτά γίνονται σε έναν άλλον πλανήτη, οι αστοί και οι πλούσιοι της Αμμοχώστου εθελοτυφλούν. Κι όταν αρχίζουν να χύνονται οι πρώτες σταγόνες αίμα, μόνο τότε το καταλαβαίνουν και το βάζουν στα πόδια, παρατώντας σε μια στιγμή ό,τι μάζευαν για χρόνια!
Η Βικτώρια Χίσλοπ είναι και πάλι στα χέρια μας, με άλλη μια ιστορία ελληνικού ενδιαφέροντος, σε γενικές γραμμές καλογραμμένη και γεμάτη αγωνία, συναισθήματα, βιώματα, καταστάσεις και αληθινούς χαρακτήρες. Ο Σάββας Παπακώστας είναι μεγαλο-επενδυτής και χτίζει την «Ανατολή», το καλύτερο και ακριβότερο ξενοδοχείο της Κύπρου, αφήνοντας το night club του ξενοδοχείου “Claire de Lune” στα ικανά χέρια του Μάρκου Γεωργίου. Στο ξενοδοχείο εργάζονται και μέλη της οικογένειας Οζκάν ενώ η σύζυγος του Σάββα, Αφροδίτη, ρίχνει όλη της την ενέργεια, τον ενθουσιασμό και τις ιδέες στη διακόσμηση του ξενοδοχείου. Ένα πάθος αρχίζει να ξεπηδάει ανάμεσα στον Μάρκο και την Αφροδίτη ενώ οι γιοι του Χαλίτ και της Εμινέ Οζκάν αρχίζουν να επηρεάζονται από την τουρκική προπαγάνδα για τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων στο νησί.
Τα πάντα ανατρέπονται τον Ιούλιο του 1974, τα όνειρα γκρεμίζονται, η ιεράρχηση των αξιών αλλλάζει και τώρα αντί για πλούτο οι εύποροι της πόλης αναζητούν την επιβίωση. Ο Σάββας και η Αφροδίτη φεύγουν μακριά από την πόλη που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και αγάπησαν, οι Γεωργίου και οι Οζκάν παγιδεύονται στην εγκατελειμμένη πόλη. Τι θα απογίνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Θα τους εντοπίσουν οι Τούρκοι στρατιώτες που προελαύνουν στην Αμμόχωστο και την περιφράσσουν με συρματόπλεγμα;
Η συγγραφέας έχει εκπλήξεις και ανατροπές στην αφήγησή της, με μεγαλύτερη την περίπτωση του Μάρκου Γεωργίου, που δεν περίμενα ότι η ιστορία του θα εξελισσόταν έτσι! Έχουμε έναν έρωτα που δεν πρόλαβε να ανθίσει στις πραγματικές του διαστάσεις, ούτε οι ερωτευμένοι αντιμετώπισαν τις συνέπειες των επιλογών τους, αντίθετα, στο δεύτερο μέρος του βιβλίου η ιστορία επικεντρώνεται στην επιβίωση των δύο οικογενειών και στο κρυφτό που παίζουν καθημερινά με τους Τούρκους στρατιώτες. Ομολογώ ότι έχουμε υπερβολικά πολλές συμπτώσεις και πολύ έντονο το στοιχείο της καλοτυχίας: κατ’ εμέ δεν είναι δυνατόν δέκα περίπου άτομα να ζήσουν επί ένα χρόνο κλειδαμπαρωμένοι στα σπίτια τους χωρις να τους ενοχλήσουν οι στρατιώτες! Επίσης το ξενοδοχείο Ανατολή, με τις αμέτρητες ποσότητες τροφίμων, τα τεράστια δωμάτια, τον υπερβολικό αριθμό σεντονιών και πετσετών και φυσικά ογκώδεις τσιμεντένιους τοίχους και πολύ καλή περιφρούρηση από αδιάκριτα βλέμματα, πολύ βολικά προσέφερε καταφύγιο σε αυτούς τους ανθρώπους για ένα μεγάλο διάστημα, κατά το οποίο συμβαίνουν ριζικές αλλαγές στις ζωές των ηρώων. Δε νομίζω ότι ένα τέτοιο μεγαθήριο θα άφηνε αδιάφορο τον κατακτητή!
Στα πλεονκετήματα του βιβλίου η ανατριχιαστική περιγραφή της πόλης-φάντασμα μετά το 1974. Λες και περπάτησε η ίδια η συγγραφέας εκεί, ένιωθα να διαβάζω για τις λεηλασίες και τις καταστροφές των καταστημάτων στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης το 1955. Ερημιά, εγκατάλειψη, αγριόχορτα, αρουραίοι, λεηλατημένα μαγαζιά, σκοτάδι και αβεβαιότητα.
Μου κάνει επίσης εντύπωση που έχω ακούσει πολλά αρνητικά σχόλια για το βιβλίο, σύμφωνα με τα οποία η συγγραφέας ρίχνει το δίκιο στους Τουρκοκύπριους ή ολοφάνερα τάσσεται συμπαθούσα απέναντι στην οικογένεια Οζκάν κλπ. Δεν είμαι ιστορικός αλλά με τις ελάχιστες γνώσεις που έχω δε βρήκα ιστορικές ανακρίβειες και πουθενά δε βρήκα έντονο και αμφισβητούμενα μεγάλο ποσοστό συμπάθειας προς τους Τουρκοκύπριους. Και οι δύο οικογένεις φωτίζονται εξίσου, και οι δύο οικογένειες πενθούν νεκρούς και αγνοούμενους και οι Έλληνες και οι Τούρκοι διέπραξαν κατά καιρούς βιαιότητες, αυτό είναι ευρέως γνωστό και αποδεκτό. Από την άλλη, μήπως η συγγραφέας έχει γράψει ένα ιστορικά τεκμηριωμένο κείμενο αλλά βασίζεται στο θυμικό και ελπίζει να παρασύρει τη νοοτροπία του αναγνώστη προς τα βάσανα των Τουρκοκυπρίων και όχι των δικών μας; Όχι, με μαστοριά και ουδετερότητα, φωτίζονται εξίσου και οι δύο οικογένειες στο βιβλίο αυτό και πουθενά δεν εντόπισα μεροληψία.
Έτσι λοιπόν, αν εξαιρέσουμε τις πολλές συμπτώσεις και μια κάποια βιασύνη στο σκιτσάρισμα των χαρακτήρων και μια ημιτελή εικόνα στην εξέλιξή τους, η Ανατολή είναι καλογραμμένη και ο πανέξυπνος χειρισμός της πλοκής δε θα αφήσει τον αναγνώστη να κλείσει το βιβλίο αν δε φτάσει στην τελευταία σελίδα.
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Όταν πεθαίνει κάποιος που αγαπάμε, δεν έχει σημασία ποιοι είμαστε. Ο πόνος είναι ακριβώς ο ίδιος, εξίσου αβάσταχτος» (σελ. 123).
«Η Κύπρος ήταν σαν αμπελόφυλλο, που όταν το κρατούσες στην παλάμη σου έδειχνε καταπράσινο και αδιαφανές, αλλά όταν το κρατούσες κόντρα στο φως έβλεπες νεύρα να το διατρέχουν» (σελ. 158).
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι