Η θάλασσα. Ποιος μπορεί να αντισταθεί στη μεγαλοπρέπεια, τη δύναμη και την απεραντοσύνη της, στα πλάτη και τα βάθη της. Ο άνθρωπος, από τα αρχαία χρόνια, θέλησε να τη δαμάσει τόσο για να γνωρίσει το άγνωστο που κρυβόταν πέρα από αυτή, όσο και από την ανάγκη της επιβίωσης. Ανάγκη ακόμα μεγαλύτερη για τα νησιά μας και τους κατοίκους τους, καθώς μόνο αρμενίζοντας στην επιφάνειά της μπορούσαν να επικοινωνήσουν, να εμπορευτούν, αλλά και να τρυγήσουν καλύτερα τον πλούτο που έκρυβε μέσα της. Από την ανάγκη αυτή γεννήθηκε η ναυπηγική, η κατασκευή δηλαδή ξύλινων πλωτών μέσων, που με τη βοήθεια των κουπιών μπορούσαν να ταξιδέψουν στη θάλασσα. Αργότερα, με την ανακάλυψη των πανιών κατάφεραν να τιθασεύσουν τους αέρηδες και να χρησιμοποιήσουν την ενέργειά τους για την πλεύση τους. Πλήθος πανιών σε διαφορετικά σχέδια και ποικιλία συνδυασμών δημιουργήθηκαν για να εκμεταλλευτούν και την παραμικρή πνοή του αέρα, αλλά και για να διευκολύνουν τη ρότα (πορεία) του σκαριού, ανάλογα με την κατεύθυνση των αέρηδων που φυσούσαν.
Η ναυπηγική τέχνη αναδείχθηκε περίτρανα και στη χώρα μας, δίνοντας ζωή σε αμέτρητα ξύλινα σκαριά διαφόρων σχεδίων και για διαφορετικούς σκοπούς. Από τα αρχαία χρόνια, κωπήλατα και ιστιοφόρα αρμένιζαν στις θάλασσες του τόπου μας, προωθώντας την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική εξέλιξη των κατοίκων. Ποιος μπορεί να αγνοήσει τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξαν τα ξύλινα σκαριά στην ανάπτυξη του εμπορίου της υπόδουλης Ελλάδας, στην απελευθέρωσή της και στην οικονομική της ανάπτυξη στα κατοπινά χρόνια.
Η ναυπηγική τέχνη, όμως, δεν έμεινε μόνο εκεί. Ενεργοποίησε και προώθησε, επίσης, τη φαντασία μας, καθώς τα δημιουργήματά της έγιναν συχνά αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και εξύμνησης. Μύθοι, θρύλοι, ιστορίες, τοιχογραφίες, αναπαραστάσεις και κάθε λογής τέχνη εμπνεύστηκε από τη φιγούρα του καραβιού που διέσχιζε το πέλαγο. Από τα περήφανα πανιά που στόλιζαν τη θάλασσα με τα σχήματα και τα χρώματά τους, μέχρι την πάλη των θαλασσινών με τα στοιχειά της θάλασσας και του αέρα. Ποιος δεν γνωρίζει το ταξίδι των ελληνικών καραβιών προς την Τροία και το μακρινό ταξίδι του Οδυσσέα με το καράβι του προς την Ιθάκη, που τραγούδησε ο Όμηρος στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Ή τη μυθική Αργώ, που λένε ότι την έχτισε ο Γλαύκος, ένας αρχαίος θαλάσσιος δαίμονας, ο οποίος μάλιστα ταξίδεψε μαζί της στην Αργοναυτική εκστρατεία. Ακόμα και το Θησέα και την αφηρημάδα του, που αν και σκότωσε τον Μινώταυρο και γύρισε νικητής από το λαβύρινθο του Μίνωα, αμέλησε να αλλάξει το μαύρο πανί του καραβιού του. Μια απροσεξία που στοίχισε τη ζωή του πατέρα του, που αγωνιώντας αγνάντευε από το Σούνιο, περιμένοντας τα λευκά πανιά ως οιωνό καλών νέων.
Η παρούσα έκδοση δεν έχει σκοπό να παρουσιάσει κατασκευαστικές και σχεδιαστικές λεπτομέρειες της ναυπηγικής και της ιστιοφορίας των ξύλινων σκαριών, καθώς αυτό έχει ήδη γίνει γνωστό από ειδικευμένους και καταξιωμένους ερευνητές. Θέλει, όμως, να προβάλει τη σχέση των ξύλινων σκαριών με την κοινωνική, πνευματική, οικονομική και πολιτιστική ζωή των ανθρώπων που τα αρμένιζαν. Τους καραβοκύρηδες, τους ψαράδες, τους εμπόρους, τους σφουγγαράδες, αλλά και τους κάθε λογής θαλασσινούς που έζησαν και ταξίδεψαν μαζί τους. Το μεράκι τους και την αγάπη τους για μια άλλη γυναίκα, το ξύλινο καΐκι τους, που τους συντρόφευε στον αγώνα και το μόχθο της ζωής. Άφοβοι και γενναίοι καραβοκύρηδες και θαλασσινοί τα κυβερνούσαν στα ανοιχτά πελάγη, αψηφώντας τα στοιχειά της θάλασσας και του αέρα. Ταξίδευαν σε μακρινά μέρη, εμπορεύονταν, ψάρευαν, αντάλλασαν ιδέες και πολιτισμό.
Τα ξύλινα καΐκια είναι έργα μαστοριάς, γνώσης και εμπειρίας, που αποκτήθηκε στο πέρασμα των αιώνων. Ως έργα ψυχής, κάθε ένα είναι και μοναδικό, μια ξεχωριστή προσωπικότητα και μια ιστορία που ξεκινά από τη σύλληψη και το χτίσιμό του, μέχρι το βάπτισμα και το αρμένισμά του στη θάλασσα. Μια προσωπικότητα, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ως προς τη μορφή και την αρματωσιά του (ιστιοφορία του), μοναδικά διαμορφωμένη από τη βουλή του ιδιοκτήτη του και τη μαστοριά του καραβομαραγκού...