...Ήταν ένας μουσικός του δρόμου, ζητιάνος, που σε κοιτούσε κ\' έλεγες μέσα σου: "Θεέ μου, τα κατάλαβε όλα!" μα αυτός ούτε που σε είχε δει. Τα μάτια του τον είχαν προδώσει κ\' έτσι μπορούσε να βλέπει καθαρότερα με τα μάτια της ψυχής· γέρος καμπουριασμένος, ερείπιο, με μακριά, τζιβιασμένα, κατάλευκα μαλλιά, με τη μύτη κατακόκκινη και πρησμένη. Καθόταν σ\' ένα στενό πεζοδρόμιο κι ανάμεσα απ\' τα πόδια του κυλούσαν σε ρυάκι τα νερά των ιχθυοπωλείων. Για να περάσει ο κόσμος τον έσπρωχνε. Άλλοι έκαναν κύκλο για να μην τον ακουμπήσουν και λερωθούν.
Ο Βόλφγκανγκ τον πλησίασε αργά και κάθισε δίπλα του. Δεν τον ένοιαξε που το παντελόνι του υγράνθηκε από τα βρομόνερα, δεν τον ένοιαξαν μήτε τα σκουντήματα κ\' οι αθέλητες κλοτσιές των περαστικών. Ο ζητιάνος σταμάτησε να ανοιγοκλείνει με τα δάχτυλα του τις τρύπες του μικρού πνευστού. "Και \'σύ φλογέρα παίζεις;" ρώτησε τον Βόλφγκανγκ χωρίς να στρέψει το κεφάλι του. Η φωνή του είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με τον ήχο του οργάνου, σα να μην το είχε βγάλει απ\' το στόμα του. "Ναι... φλογέρα..." είπε ο Βόλφγκανγκ μην ξέροντας τι άλλο να πει. "Πήγαινε σ\' άλλο δρόμο. Εγώ είμαι από χρόνια σ\' αυτή τη γωνιά. Είμαι και τυφλός, το βλέπεις". "Παππούλη", έσκυψε ο Βόλφγκανγκ κοντά του, "τι έφταιξε κ\' έφτασες μέχρι εδώ;" "Σαν τι θέλεις να έφταιξε;" είπε αδιάφορα ο γερομουσικός, "Δεν ακούς;" Τότε οι φωνές της αγοράς έφτασαν ως αυτόν δυνατότερα από ποτέ άλλοτε, πιεστικότερα από ποτέ άλλοτε, κοντινότερες όσο ποτέ άλλοτε. "Μουσικοί είμαστε· πώς να τα βγάλουμε πέρα;" ξανάπε ο γέρος.
Σημείωση: Εδώ συζητάμε γενικά για το βιβλίο, δεν είναι ο χώρος τής βαθμολόγησης ή της κριτικής μας για το βιβλίο.
Η σύνδεση με το λογαριασμό σας στο Facebook είναι ασφαλής. Θα σας ζητηθεί να εξουσιοδοτήσετε το Bookia. Η εξουσιοδότηση που θα δώσετε στο Bookia θα χρησιμοποιηθεί μόνον για την παροχή των υπηρεσιών προσωπικά σε εσάς και πάντα με τη δική σας άδεια.