Πως γράφω κριτική; | Είμαι Συγγραφέας | Είμαι Εκδότης | Είμαι Βιβλιοπώλης | Live streaming / Video |
Εκπαιδευτικός, ποιήτρια, συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας<br /> <br /> Έχω εκδόσει 3 βιβλία<br /> ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΣ, ΠΟΙΗΣΗ, 2008, ΣΚΑΛΑ<br /> ΚΛΕΙΔΙΑ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ, ΠΟΙΗΣΗ, 2018, ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ<br /> ΤΑ ΤΕΜΑΧΙΑ, ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ, ΒΑΚΧΙΚΟΝ, 2021
Βιβλίο Ένα παιδί μεγαλώνει στην Αθήνα: 1934-1944
Συγγραφέας Νίκος Βατόπουλος
Κατηγορία Προσωπικές αφηγήσεις
Εκδότης ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Συντάκτης-ρια Χρύσα Μαστοροδήμου
Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!
Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!
Ο Νίκος Βατόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Από το 1988 εργάζεται στην εφημερίδα Η
Το νέο πόνημα του Νίκου Βατόπουλου, «Ένα παιδί μεγαλώνει στην Αθήνα, 1934-1944», αποτελεί, με αφορμή το ημερολόγιο του πατέρα του, ένα βιβλίο που καταφέρνει μέσα σε λίγες σελίδες να αποτυπώσει μια ολόκληρη εποχή.
Η άμεση ενασχόληση του συγγραφέα με τη λειτουργία του γραψίματος ως βίωμα έχει ως αποτέλεσμα να απολαμβάνουμε ένα δοκίμιο περί γραφής και όχι μόνο.
Ο πατέρας, ως μυθιστορηματικός ήρωας, χρησιμοποιείται επιδέξια από το συγγραφέα ως το όχημα για να αποτυπώσει τις σκέψεις του για τη γραφή ως δημόσιο λόγο, να μας φέρει εικόνες και βιώματα μιας άλλης εποχής και μια άλλης Αθηνάς, όχι όμως ως μια νοσταλγική θέαση του παρελθόντος αλλά ως καταγραφή, ως ιστορικό στοιχείο. Αυτή η συνειδητοποίηση της σύνδεσης λογοτεχνίας με τη δημόσια ιστορία γίνεται όλο και περισσότερο συνειδητή τον τελευταίο καιρό. Η λογοτεχνία καλύπτει ιστορικά κενά αλλά πολλές φορές καταγράφει και ουσιαστικά – επιστημονικά και τεκμηριωμένα, πλευρές της ιστορίας που διαφορετικά δε θα είχαν σωθεί. Η λογοτεχνία ως συνδετικός κρίκος με την ιστορία πρέπει εν τέλει να ιδωθεί με περισσότερη σοβαρότητα και θεωρώ ότι είναι ένα κομμάτι που προσφέρεται για έρευνα. Ένα τέτοιο βιβλίο σύνδεσης λογοτεχνίας και δημόσιας ιστορίας αποτελεί αναμφισβήτητα το βιβλίο του κου Βατόπουλου.
«Υπάρχουν οι καταγραφές. Όσο πιο λίγοι θυμούνται τόσο ο χρόνος θα γίνεται άπιαστος, σα να ήταν έτσι από πάντα ή σα να μη συνέβη ποτέ. Κενό. Όσο εκλείπει η ζώσα μνήμη, η μικροϊστορία αυθαιρετεί. Κάποιοι κατέγραφαν (και καταγράφουν) την καθημερινότητα τους, αλλά είναι ελάχιστοι. Οι πιο πολλοί αποχαιρετούν τον κόσμο αφήνοντας ελάχιστα τεκμήρια», θα μας πει χαρακτηριστικά σε έναν από τους αρκετούς εύστοχους ορισμούς της γραφής που παραθέτει.
Συνάμα, η ανάγκη κάθε εποχής ορίζεται από το συγγραφέα «ως αρχέγονη δύναμη και μοχλός της ιστορίας».
Ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας το ημερολόγιο του πατέρα του ως αρχέτυπο, βρίσκει την ευκαιρία να αποτυπώσει και να καταγράψει ένα πλήθος λεπτομερειών που αφορούν στην αρχιτεκτονική των σπιτιών, καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων, πολιτιστικά στοιχεία της κατοχής και μετά, αθλητικά σωματεία, σχολεία, γειτονιές, φιλίες, καθημερινά βιώματα που συνθέτουν τον ανθρώπινο βίο και δη μέσα σε μια δύσκολη εποχή με ένα λόγο άμεσο, λιτό, ουσιαστικό και μεστό, κατεξοχήν στοιχείο ενός έμπειρου και εμπνευσμένου λογοτέχνη.
«Τα μικρά σπίτια της Αθήνας άφηναν συχνά τα σώματα ανικανοποίητα. Υπήρχε πάντοτε η επιθυμία για μια καλύτερη ζωή. Και η επιθυμία αυτή ήταν έντονη και στη διάρκεια της Κατοχής, όταν το κύριο ερώτημα ήταν ως πότε θα τραβήξει αυτός ο πόλεμος. Οι ανάγκες της ζωής όριζαν πάντα και ένα τρόπο θέασης του κόσμου».
Με τη χαρισματική του πένα θα φωτίσει το κοινωνικό γίγνεσθαι και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της Αθήνας και των αθηναϊκών συνοικιών μέσα από τις σχεδόν απτές καταγραφές του ημερολογίου αλλά και φωτογραφίες, παραστάσεις, ποδοσφαιρικούς αγώνες, ονομαστικές φιλίες.
Η γειτονιά, ως χώρος έκφρασης, ως αυλαία της παιδικής ανάγκης για ελευθερία δεσπόζει στις σελίδες του. Μέσα από θαμπές φωτογραφίες ξεχύνονται οι παιδικές μνήμες και φέρνουν στο προσκήνιο μια Αθήνα σε δύσκολες συγκυρίες αλλά συνάμα και βαθιά ανθρώπινη σε συνδυασμό με ένα ανόθευτο φυσικό τοπίο.
Η διαδρομή στο χτες θα καταλήξει για το συγγραφέα στην Αθήνα του σήμερα. Η αντιδιαστολή αναπόφευκτη. Η ελευθερία των παιδιών που κυριαρχούσε στην Αθήνα της κατοχής αντιπαραβάλλεται με τη σιωπή των σύγχρονων παιδικών χαρών. Η σύγχρονη εικονοποιία της παντελής έλλειψης του φυσικού τοπίου τον θλίβει και τον θυμώνει. Στο τέλος της αφήγησης στέκεται η ιδανική Αθήνα που οραματίζεται ο ίδιος αλλά και η πλειοψηφία των πολιτών της. Για τον συγγραφέα η Αθήνα έχει γίνει μια εσωστρεφής πόλη που απουσιάζουν οι παιδικές φωνές και δε διστάζει να φανερώσει την επιθυμία του να επανέρθει στην πόλη το φυσικό στοιχείο που έχει εκλείψει από την υπερβολική (και ενίοτε άχαρη) πύκνωση των οικοδομημάτων.
Η Αθήνα εμφανίζεται σε αυτό το γοητευτικό αφήγημα ως μήτρα αφηγήσεων. Ο συγγραφέας μέσα από αυτή τη γοητευτική προσέγγιση του παρελθόντος και την αναπόφευκτη αναμέτρηση με το παρόν μας προσφέρει μια ουσιαστική παρακαταθήκη εικόνων και εμπειριών και φυσικά τροφή για περαιτέρω έρευνα και σκέψη, αυτό που εν τέλει καθιστά ένα βιβλίο πραγματικά ξεχωριστό.