Πως γράφω κριτική; | Είμαι Συγγραφέας | Είμαι Εκδότης | Είμαι Βιβλιοπώλης | Live streaming / Video |
Βιβλίο Ιστορίες που δεν ήθελαν να μεγαλώσουν
Συγγραφέας Χαρίκλεια Ντερμανάκη
Κατηγορία Διηγήματα
Εκδότης Ραδάμανθυς
Συντάκτης-ρια Άννα Μουσογιάννη
Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!
Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!
«Τα όνειρα είναι η ζάχαρη στον κουραμπιέ! Η ζάχαρη σκέτη δεν τρώγεται, ο κουραμπιές όμως τρώγεται και χωρίς ζάχαρη!» - όπου κουραμπιές βάλε εσύ τη ζωή σου. Κι ακούς τη φωνή σου ξαφνικά να λέει «Αφήστε ήσυχους τους…κουραμπιέδες μου μωρέ! Όλοι σας! Και εγώ σας αγαπώ αλλά μα για το καλό και το κακό μου, εγώ είμαι υπεύθυνη πια»
Οι «Ιστορίες που δεν ήθελαν να μεγαλώσουν» από τις εκδόσεις ΡΑΔΑΜΑΝΘΥΣ είναι το πρώτο συγγραφικό εγχείρημα της Χαρίκλειας Ντερμανάκη. Αποτελείται από 22 αυτοτελείς ιστορίες που μας καθηλώνουν! Η γραφή της μεστή και άκρως ρεαλιστική καταφέρνει να μας μεταφέρει μέσα σε κάθε ιστορία. Οι ήρωες της, είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Σε κάποιους από αυτούς αναγνωρίζουμε και δικά μας στοιχεία. Κάποια από τα γεγονότα θα μπορούσαν να αφορούν και εμάς τους ίδιους ή κάποιον κοντινό μας άνθρωπο. Οι ήρωες της μας συστήνονται και γίνονται φίλοι μας. Συμπάσχουμε μαζί τους και μας γεννάται η επιθυμία να βρεθούμε δίπλα τους.
Νιώθουμε τόσο οικεία με τους ήρωες του βιβλίου που πίνουμε τον καφέ της παρηγοριάς στο καφενείο του χωριού με τον Νικολή. Η δική τους ιστορία μας μεταφέρει σε μια άλλη εποχή, τότε που η γυναίκα δεν είχε δικαίωμα να επιλέξει τον άνδρα που θα παντρευτεί.
Έπειτα με μια σφουγγαρίστρα αφορμή γνωρίζουμε την κυρά-Αννέζα που μας μιλάει για τον ανεκπλήρωτο έρωτας της: «Η αγάπη μετριέται μόνο με τα αγγίγματα και με τα μάτια: μηδέ με τα λόγια μηδέ με τα στεφάνια και η δύναμη της μετριέται με την απουσία, πόσο μπορείς να τη νιώθεις παντού και μέσα σου και όταν είσαι μοναχός σου…»
Και λίγο πριν τελειώσει η ιστορία, λιγωμένοι μυρίζουμε τον ζεστό μελωμένο μπακλαβά της Αννέζας και μοιραζόμαστε τα μυστικά της συνταγής της ενώ την ακούμε να μας λέει:
«Να βρεις αγάπες που θα σε γλυκαίνουν χωρίς να σε λιγώνουν που θα σε χορταίνουν χωρίς να σε μπουχτίζουν».
Και καθώς οι σελίδες προχωράνε και οι ιστορίες διαδέχονται η μια την άλλη, εμείς δε θέλουμε να αφήσουμε το βιβλίο κάτω αλλά να προχωρήσουμε και στην επόμενη ιστορία. Γνωρίζουμε τη γιαγιά Χαρίκλεια και τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο που έχει να αγαπάει. Έπειτα κρυφοκοιτάζουμε πίσω από τα κλειστά παντζούρια και συναντάμε την κυρά Δέσποινα, την κυρά Λουίζα και την κυρά Φρόσω. Γυναίκες που η κάθε μια έχει τη δική της ιστορία να μας διηγηθεί.
Έπειτα συναντάμε την Αιμιλία και τον Σπύρο. Χαμογελάμε αμυδρά για τον αγνό έρωτα τους και τη σπίθα που άναψε λίγο πριν τελειώσει η εφηβεία τους και που κράτησε και επισφραγίστηκε με μια όμορφη οικογένεια πέρα από κάθε αντιξοότητα και τις αντιδράσεις που προκάλεσε η απόφαση τους. Και εμείς λιώνουμε διαβάζοντας τα λόγια του Σπύρου στην αγαπημένη του μετά από πολλά χρόνια γάμου:
«Ξέρεις πώς σε φέρνω στο νου μου όταν δεν είσαι δίπλα μου; Έτσι όταν σε πρωτοείδα όταν σοβάντιζα, εσύ με πουά φουστάνι να σκουπίζεις το πεζοδρόμιο του ραφτάδικου» …
Κάπου εδώ προστίθεται και η Στέλλα. Η γυναίκα που κέρδισε με το σπαθί της την κάθε στιγμή. Εκείνη που γνωρίζει ότι η ζωή είναι στιγμές και μάχη. Που δυσκολία σημαίνει αναγέννηση. Που τα εμπόδια είναι δύναμη.
Η Χαρίκλεια Ντερμανάκη πλάθει ήρωες και ιστορίες που δεν ήθελαν να μεγαλώσουν. Προτίμησαν να μείνουν στο στάδιο της προεφηβικής ηλικίας και να δώσουν στους αναγνώστες την επιλογή να συνδράμουν στην πιθανή ενηλικίωση τους και το τέλος τους. Πηγή έμπνευσης της η ίδια η ζωή, μας παρασύρει με τις ιστορίες της γεννώντας μας ποικίλα συναισθήματα.
Στο βιβλίο αυτό, θίγονται θέματα όπως η αγάπη, η φιλία, ο έρωτας, η μοναξιά, τα λάθη, ο γάμος, η συντροφικότητα, η ανθρωπιά. Η συγγραφέας περιγράφει με γλαφυρότητα απλές καθημερινές ιστορίες δίνοντας μας συνάμα ένα μάθημα ζωής. Ο Νικολής, η Αννέζα, η Αιμιλία, ο Σπύρος, η Στέλλα, η Ελευθερία, ο Λευτέρης, η Αλεξάνδρα, η Μαργαρίτα και οι υπόλοιποι ήρωες του βιβλίου μας προκαλούν απροκάλυπτα να τους γνωρίσουμε και να αφουγκραστούμε τις πιο μύχιες σκέψεις τους.
Αν με ρωτούσε κάποιος ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος των αυτοτελών ιστοριών του βιβλίου θα απαντούσα με μια λέξη και αυτή είναι η «Γυναίκα». Η γυναίκα μάνα, η γυναίκα φίλη, η γυναίκα σύζυγος, η γυναίκα ερωμένη, η γυναίκα πεθερά, η γυναίκα γιαγιά.
Η αίσθηση που αφήνει το βιβλίο είναι όπως εκείνη που μόλις έχουμε γευτεί έναν κουραμπιέ και έχει μείνει λίγη ακόμη ζάχαρη άχνη στα χείλη μας και προσπαθούμε με την άκρη της γλώσσας να γλυκαθούμε λίγο ακόμα, τόσο όσο.