Πως γράφω κριτική; | Είμαι Συγγραφέας | Είμαι Εκδότης | Είμαι Βιβλιοπώλης | Live streaming / Video |
Βιβλίο Ταξίμια
Συγγραφέας Ευτυχία Μισύρη
Κατηγορία Ποίηση
Εκδότης Πνοή
Συντάκτης-ρια Τόλης Αναγνωστόπουλος
Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!
Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!
Θα ξεκινήσω από την προσωπική μου άποψη πως όσοι γράφουν ποίηση προσεγγίζουν τα ανώτερα επίπεδα έκφρασης και λογοτεχνικής ενέργειας. Σε αντίθεση με εμάς τους συγγραφείς του πεζού λόγου συμπυκνώνουν έννοιες, νοήματα σε μια ή δύο στροφές ακονίζοντας ταυτόχρονα τη φαντασία μας. Θα μπορούσα να είχα προσπεράσει την ανάγκη να γράψω για τα «Ταξίμια» από τη στιγμή που δεν θεωρώ εαυτόν καταλληλότερο για την ανάλυση μιας ποιητικής συλλογής.
Όμως η η συγκεκριμένη ποιήτρια με τον τρόπο της ενεργοποίησε συγκεκριμένες ευαίσθητες χορδές και με οδήγησε ουσιαστικά να γράψω μια ταπεινή γνώμη-πρόταση. Και εξηγούμαι:
Η κα Μισυρή από τον τίτλο της συλλογής, δηλώνει πως σκοπός της είναι ο αυτοσχεδιασμός όπως είναι η μουσική ετυμολογία της λέξης (που λαμβάνει χώρα κατά την εκτέλεση παραδοσιακής-λαϊκής μουσικής). Αυτοσχεδιασμός σαν έννοια φέρνει σχεδόν πάντα το καινούριο, το απρόσμενο και αυτό από μόνο του έχει μια αξία. Οποιαδήποτε νέα σύμβαση με σεβασμό πάντα στις βασικές νόρμες εξυπηρετεί την απαλλαγή από το «εγωκεντρικό», «ακατανόητο» και «περιχαρακωμένο» χαρακτήρα που πολλοί θέλουν να διατηρείται στην ποίηση. Όπως λέει και ο Αρντό:
Φτάνουν πια τα ατομικά ποιήματα που κάνουν καλό σ’ αυτούς που τα γράφουν πιο πολύ απ’ όσο σ’ αυτούς που τα διαβάζουν. Πρέπει να πάρει μια για πάντα τέλος αυτή η κλειστή, εγωιστική και προσωπική τέχνη».
Η ποιήτρια αφήνει τα σαλόνια και κατεβαίνει στο σήμερα στην εποχή της, στο πεζοδρόμιο: στο «Συσσίτιο», στα «Δάση της Πόλης», στις «Κασέτες και τα Βινύλια».
Ο κόσμος για αυτήν έχει γυρίσει ανάποδα:
«Τα πόδια στα άστρα και τα μυαλά στις ρίζες, ο ουρανός καρφωμένος από πάνω». Εύχεται «να κάνει έτσι μια να τα πλακώσει»
Αλλού στήνει τη συνταγή της ποίησης, όπως στις μέρες μας αναζητούμε την καλύτερη συνταγή και την ανάδειξη του master σεφ. Έτσι και στις «Παρενέργειες»: «κόβεις άκρες ταιριάζεις καταλήξεις ώσπου να νοστιμίσει. Αν απαιτείται αλλαγή στη δοσολογία μας προτρέπει να το τολμήσουμε, «είναι θέμα προτίμησης». Στηλιτεύοντας την τάση στο σήμερα για τον καλλίτερο «Τίποτα», για τον πρώτο χωρίς περιεχόμενο για τον βασιλιά χωρίς στέμμα λέει σε άλλο σημείο: «Και αν δεν γίναμε βασιλιάδες δεν πειράζει. Σιγά τον πολυέλαιο»
Δεν βρίσκει λύση στους θεούς που λατρεύουμε, κάνει λόγο για αλκοολικούς θεούς που δεν γιατρεύουν, δεν κάνουν θαύματα και πέφτουν θύματα απατεώνων. Όπως οι περισσότεροι από εμάς που πληρώσαμε ακριβό εισιτήριο για μια «Είσοδο Δωρεάν».
Μιλάει για την αλήθεια. Προτείνει να μη μιλάμε για αυτήν αλλά να την κρατάμε «στα ίσαλα των χειλιών μας σφηνωμένη». Ο καθένας τη δική μας, να της φερόμαστε καλά και να αφήνουμε να νοιάζονται οι άλλοι για τις δικές τους. Όπως αναφέρει στα «Ταχυδακτυλουργικά»: τα ψέματα θα πέσουν μόνα τους κάτω από ντροπή και θα μαραθούν.
Ψέματα όπως στην παραλλαγή του τραγουδιού «Ένα παλληκάρι είκοσι χρονών» που την ονομάζει «Ο Γυρισμός». Ο ήρωας ακολουθεί τεντωμένα δάχτυλα, γεύεται φιλιά του Ιούδα και καταλήγει αέρας πριν εκτελεστεί, γιατί «ήταν ψέματα λοιπόν, ψέματα».
Στα αραβικά η λέξη taksim σημαίνει διαίρεση. Η κα Μισυρή διαιρεί, μοιράζει το πόνημά της μεταξύ ποίησης και μουσικής.
Από την αρχαία τραγωδία όπου τους «υποκριτές» (ηθοποιούς) συνόδευε «ο χορός», η μουσική έπαιζε σημαντικό ρόλο. Δεν ήταν μόνο προσθετική και διακοσμητική του έργου αλλά με την ίδια συμβολή αναπτύσσοντας και αυτή λόγο και νοήματα. Αργότερα στην όπερα( αρχικά με τον Μοντεβέρντι) ποίηση και μουσική «κονταροχτυπιούνται» για το ποια θα επικρατήσει.
Η ποιήτρια «Σαν τραγούδι» μιλάει για το σήμερα και συμπυκνώνει τόση σοφία αλλά και πόνο. «Βάρκες στη θάλασσα με ένα σωρό αθώες ψυχές επάνω», γράφει. «Τις ρήμαξε η θάλασσα και άφησε το κορμάκι να αποφασίσει ποιόν κόσμο θα ακολουθήσει: Τον πάνω ή τον κάτω; Τόσο βαρύ να ανέβει τόσο ελαφρύ να βυθιστεί».
«Ο μετανάστης» δε μιλάει τη γλώσσα μας και έχει κάψει τα χέρια του σε αδηφάγα φωτιά. Αλλά έχει κάποια φθαρμένα ακουστικά και ακούει μια μουσική, «ποιος ξέρει ποια;», αναρωτιέται.
Όσα και να χάσεις πάντως με τη μουσική θα ξαναβρείς το δρόμο σου:
«Πισώπλατα χτυπάνε τα τραγούδια και όπου σε βρουν ανοίγει πέρασμα βαθύ»
«Πάρε ότι έχω» λέει σε άλλη στροφή. «Άσε μου μόνο τη μουσική να ξαναρχίσω»
Η κυρία Μισυρή μας δίνει μια ζωντανή ποιητική συλλογή με προσωπικότητα και ειλικρίνεια. Αν και τα «Ταξίμια» είναι η δεύτερη προσπάθειά της στο χώρο, δείχνει μια κανονική ποιήτρια αφού εμπνέει, κινητοποιεί και καυτηριάζει με το λόγο της. Οι εικόνες της είναι ρεαλιστικές αφορούν αυτό τον κόσμο, της αβεβαιότητας της σκληρότητας και της απόγνωσης. Αφήνει όμως μια μεγάλη χαραμάδα ελπίδας για το μέλλον και αυτή δεν είναι άλλη από την μουσική γιατί όπως καταλήγει:
«Κάποτε η μουσική θα μας καθίσει απαλά στους ώμους της και θα μας περάσει απέναντι»