Γράφει: Παναγιώτης Σιδηρόπουλος
Με την ευκαιρία τής κυκλοφορίας τού μυθιστορήματος "Σε σωστή ώρα νυχτώνει", η συγγραφέας Σοφία Δημοπούλου παραχώρησε στο Bookia συνέντευξη ώστε να γνωρίζουμε λίγο περισσότερο το έργο της αλλά και την ίδια, ως άνθρωπο και ως δημιουργό.
Το βιβλίο στο Bookia.
Η συγγραφέας στο Bookia.
Εκτός από το ότι είναι "Ένα πολύ ενδιαφέρον μυθιστόρημα που προκαλεί έντονα συναισθήματα χρησιμοποιώντας αποτελεσματικά τα εκφραστικά μέσα", όπως αναφέρεται σε κριτική αναγνώστη, το έργο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για έναν επιπλέον λόγο. Η ιστορία έχει πολλές ομοιότητες με τη σημερινή τραγική οικονομική κατάσταση στη χώρα μας. Όπως γράφει και η ίδια η συγγραφέας, "Και τότε, όπως και τώρα, οι άνθρωποι πάλευαν για ζωή και αξιοπρέπεια σε μια εποχή που τους πάγωνε τα όνειρα, ακρωτηρίαζε τη σκέψη τους, φίμωνε τον πιο καθαρό τους λόγο".
"Η ιστορία πολύ όμορφη, άλλες φορές χαριτωμένη και άλλες μαχαιριά στην καρδιά", σημειώνει μία άλλη αναγνώστρια στην κριτική της στο Bookia για το βιβλίο. Έως τώρα, το βιβλίο συγκεντρώνει μέση βαθμολογία 4,7/5 αστέρια, σχεδόν απόλυτο 5, κάτι που δίνει μία αίσθηση τής αποδοχής τού βιβλίου από το αναγνωστικό κοινό.
Ε: Κυρία Δημοπούλου, σας συναντάμε εκδοτικά στο τρίτο σας συγγραφικό βήμα με το "Σε σωστή ώρα νυχτώνει". Δώστε μας μια εικόνα αυτής της πορείας σας για να γνωρίσουμε εσάς και το έργο σας.
Α: Γράφω από πολύ μικρή ηλικία, αλλά το πρώτο μου μυθιστόρημα, το «Lapis lazuli, η πέτρα που λείπει» εκδόθηκε μόλις το 2012. Μέχρι τότε δεν είχα πιστέψει πως μπορούσα να οργανώσω τη δουλειά μου σε κάτι μεγαλύτερο, επιπλέον δεν μου το επέτρεπαν οι οικογενειακές και επαγγελματικές μου υποχρεώσεις. Ακολούθησε το 2013 το «Άλμα θα πει ψυχή» που αγαπήθηκε από το αναγνωστικό κοινό και έπειτα, το 2014 το «Σε σωστή ώρα νυχτώνει».
Ε: Τι είναι αυτό που κάνει μια επιτυχημένη πολιτικό μηχανικό να ασχοληθεί με την τόσο απαιτητική δουλειά του συγγραφέα; Υπάρχει σύγκρουση του τεχνοκράτη και του μυθοπλάστη εαυτού σας;
A: Το αντίθετο μάλιστα θα έλεγα. Οι θετικές μου σπουδές εκφράζουν την ορθολογιστική όψη του εαυτού μου, όσο η συγγραφή εκφράζει την ανάγκη μου να ονειρεύομαι και να οικοδομώ έναν κόσμο όπως εγώ τον φαντάζομαι. Ο τεχνοκράτης λοιπόν εαυτός μου όχι μόνο δεν έρχεται σε σύγκρουση με τον μυθοπλάστη, αλλά τον συμπληρώνει, τον εξισορροπεί και τον βοηθά. Ο ένας συμπληρώνει και στηρίζει τον άλλο. Επιπλέον, οι θετικές μου σπουδές με βοήθησαν πρώτα απ’ όλα στο να εκτιμώ και να επιδιώκω τη σφιχτή δομή κι έπειτα με ώθησαν να αναζητώ την ακρίβεια στις πληροφορίες που χρησιμοποιώ όσο αφορά στα ιστορικά γεγονότα.
Ε: Πόσο αλλάζει η καθημερινότητα σας κατά τη διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου;
Α: Την περίοδο της συγγραφής αλλάζω εγώ η ίδια και συνέπεια αυτού είναι πως αλλάζει και η καθημερινότητά μου. Ξεκινώ πολύ πρωί να γράφω, κοιμάμαι λίγο, απομονώνομαι αρκετά και σκέφτομαι ακόμα περισσότερο. Γενικά ζω σε ένα φανταστικό, παράλληλο σύμπαν που το κουβαλώ παντού κάθε στιγμή της ημέρας.
Ε: Μόνο και μόνο ο τίτλος που επιλέξατε... Μιλώ για τον στίχο της Κικής Δημουλά "Σε σωστή ώρα νυχτώνει" που μας προδιαθέτει για μια βαθιά συναισθηματική εμπλοκή μας στο μύθο. Και φυσικά για υψηλών απαιτήσεων περιεχόμενο. Πόσο συνειδητά κάνατε αυτή την επιλογή τίτλου για την ιστορία σας;
Α: Είχα αρχικά επιλέξει άλλο τίτλο για το μυθιστόρημα. Όταν όμως διάβασα το ποίημα «Πέρασα» της Κικής Δημουλά διαπίστωσα πως το ποίημα αυτό γενικά και ειδικότερα ο συγκεκριμένος στίχος, κλείδωναν όλα τα νοήματα που εγώ ήθελα να δώσω στο βιβλίο αυτό. Δεν νομίζω πως μπορούσα να βρω πιο υπαινικτικό και συνάμα πιο τρυφερό τίτλο από αυτή τη φράση. Ο τίτλος λοιπόν θέλει να υποδηλώσει πως οι άνθρωποι πρέπει να προχωράμε στη ζωή με αρετή και τόλμη, να κυνηγάμε τα όνειρά μας, να αντιμετωπίζουμε την κάθε δυσκολία σαν μια ακόμα ευκαιρία να μάθουμε, να χαιρόμαστε με τα καλά που μας συμβαίνουν, ακόμα και με τα πιο μικρά, ώστε, όταν φτάσουμε στο τέλος κάποτε, να είμαστε χορτάτοι από εμπειρίες, χωρίς να έχουμε αφήσει πίσω μας ζωή αβίωτη. Τότε θα αισθανθούμε πως νύχτωσε σε σωστή ώρα για μας…
Ε: Δώστε μας μια χαρακτηριστική περιγραφή της ιστορίας ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την κουβέντα μας στη βάση της ιστορίας.
Α: Το «Σε σωστή ώρα νυχτώνει» είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα που αναφέρεται στην περίοδο της οικονομικής κρίσης του τέλους του 19ου αιώνα που οδήγησε μάλιστα και στην πτώχευση του 1893 της Ελλάδας. Η ιστορία αναφέρεται στη ζωή δυο αδερφών που ζουν η μια στην Πάτρα και η άλλη σε ένα χωριό της Αχαΐας, χωρισμένες από χρόνια λόγω ενός νεανικού παραστρατήματος της μιας. Οι ζωές τους μπλέκονται χωρίς οι ίδιες να το γνωρίζουν, με απρόβλεπτες συνέπειες και για τις δυο. Οι δύο αδερφές, διαρκώς αναζητούν η μια την άλλη, με τις ιστορίες τους κάποιες στιγμές σχεδόν να διασταυρώνονται και κάποιες άλλες στιγμές να απομακρύνονται ερήμην τους. Στο φόντο η ιστορία της Πάτρας, ξεπεσμένης αριστοκράτισσας, της Αχαΐας, της Ελλάδας εκείνης της εποχής, που ζει μια οικονομική κρίση με πολλές ομοιότητες με την σύγχρονή μας.
Ε: Τι αποτέλεσε την πηγή της έμπνευσης για αυτή την ιστορία;
Α: Στην κυριολεξία ένα τσουβάλι γράμματα από εκείνη τη μακρινή περίοδο που έφτασαν στα χέρια μου. Πέρασα ένα ολόκληρο καλοκαίρι διαβάζοντάς τα και όσο τα διάβαζα ζωντάνευαν μέσα μου οι ήρωες. Η μυθοπλασία είναι ένα κράμα της ιστορίας της οικογενείας μου όπως τη διάβασα σε εκείνα τα γράμματα, της φαντασίας μου, αλλά και της ιστορίας της Ελλάδας, κομμάτια της οποίας ανακάλυψα και πάλι μέσα από εκείνη την αλληλογραφία. Αυτή τη γνώση, αλλά και τα συναισθήματά μου θέλησα να μοιραστώ με τους αναγνώστες μέσα από αυτό το βιβλίο.
Ε: Νοιώσατε ότι οφείλατε να πείτε την ιστορία της οικογένειας σας; Ή καλύτερα να πω, της κάθε οικογένειας εκείνης της εποχής και του αγώνα της;
Α: Ένιωσα πως ήθελα να μιλήσω για εκείνο το κομμάτι της ελληνικής ιστορίας – η οικονομική κρίση, η πτώχευση, η μετανάστευση, απασχολούσαν και τότε τους ανθρώπους έντονα -,που μάλλον το αγνοούμε ή το έχουμε λησμονήσει. Η ιστορία επαναλαμβάνεται και θα επαναλαμβάνεται όσο εμείς δεν αντλούμε γνώση από την εμπειρία του παρελθόντος και κυρίως από τα λάθη μας σαν έθνος. Η οικογενειακή μου ιστορία δεν είχε και τόση σημασία, γι’ αυτό εξάλλου δεν μεταφέρθηκε αυτούσια. Δανείστηκα μόνο μερικά περιστατικά γεγονότα που με εξυπηρετούσαν σ’ αυτό που ήθελα να πω.
Ε: Χρησιμοποιήσατε υπάρχουσες εμπειρίες και προσωπικά σας βιώματα για το βιβλίο σας ή στην αναζήτηση του θέματος σας ήταν αρκετή η έρευνα για να καλύψει τα πρόσωπα και τα γεγονότα;
Α: Για να γραφτεί αυτό το βιβλίο, ασφαλώς και απαιτήθηκε έρευνα τόσο για τα ιστορικά γεγονότα και τα πρόσωπα, όσο και για την καταγραφή και αποτύπωση μιας καθημερινότητας για την οποία δεν είχα καμιά άμεση προσωπική μαρτυρία. Τα πάντα έπρεπε να αναζητηθούν, οι πληροφορίες να αξιολογηθούν και να συσχετιστούν. Ασφαλώς τα βιώματά μου, κυρίως το γλωσσικό και το πολιτισμικό, με βοήθησαν να επιλέξω ό,τι μου φαινόταν πιο κοντά στην πραγματικότητα, ό,τι με έπειθε για την αλήθειά του. Είχα γνώση του τόπου, της κουλτούρας του, της ντοπιολαλιάς και όλα αυτά ήταν ασφαλώς βοηθητικά. Από την άλλη πλευρά όμως με έκαναν να αισθάνομαι μεγάλη ευθύνη απέναντι στην ίδια την Ιστορία και στη μνήμη των προσώπων που κάποτε υπήρξαν πραγματικά.
Ε: Ανάμεσα στις δύο αδερφές, αν έπρεπε να διαλέξετε, ποια θα επιλέγατε;
Α: Παρόλο που σαν χαρακτήρας μάλλον πλησιάζω την Αφρούλα, θαυμάζω όμως το πείσμα και την ψυχική αντοχή της Αμυγδάλως που τα έβγαλε πέρα κρατώντας τις αρχές της.
Ε: Το ίδιο θα σας ρωτούσα και για τους δύο βασικούς αντρικούς χαρακτήρες, τον Καραμάνο και τον Γκούμα. Ποιον θα ξεχώριζες;
Α: Θα σας φανεί παράδοξο, αλλά εγώ προτιμώ τον άντρα κλειδί της ιστορίας, τον αμφιλεγόμενο Γκούμα. Όσο κι αν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στα δεινά των δύο οικογενειών, ωστόσο είναι ο μόνος χαρακτήρας που τα γεγονότα τον αλλάζουν, που γλυκαίνει με την πάροδο του χρόνου. Είναι ο μόνος που εξελίσσεται, όπως οφείλουν εντέλει να κάνουν οι άνθρωποι.
Ε: Το βιβλίο σας μπορεί να τύχει πολλών αναγνώσεων. Θα μπορούσε να είναι μια ερωτική ιστορία αλλά και ένα ιστορικό μυθιστόρημα για μια εποχή και τις επιπτώσεις της σε ανθρώπους και σχέσεις. Η δική σας πρόθεση όταν το γράφατε ποια ήταν;
Α: Η δική μου πρόθεση ήταν να γράψω ένα κοινωνικό μυθιστόρημα για θέματα που εντέλει είναι διαχρονικά, παραλληλίζοντας το χθες με το σήμερα. Αυτός κυρίως ο παραλληλισμός με ενδιέφερε. Ως κοινωνικό μυθιστόρημα ασφαλώς καταπιάνεται με διάφορα θέματα που απορρέουν από την ανθρώπινη φύση και τις σχέσεις. Καθένας όμως, μπορεί να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του εκεί που θέλει.
Ε: Πόσα κοινά μπορείτε να βρείτε ανάμεσα στην εποχή που πραγματεύεστε και στο σήμερα; Οικονομία, ανθρώπινες σχέσεις, προοπτικές...
Α: …Και η ιστορία επαναλαμβάνεται. Η οικονομική δυσπραγία, η φτώχεια, η πτώχευση, η μετανάστευση, οι προσωπικές φιλοδοξίες, ο ανεκπλήρωτος έρωτας, οι ηθικοί κώδικες, οι οικογενειακές σχέσεις, απασχολούσαν τότε όπως και τώρα τους ανθρώπους. Όσο αφορά ιδιαίτερα στην οικονομική κρίση, υπάρχει μια σχεδόν ταυτόσημη συμπεριφορά των κυβερνόντων, σαν να μην πέρασε μια μέρα.
Ε: Ποιό ήταν το δυσκολότερο κομμάτι στην διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου;
Α:Η δυσκολία ήταν κυρίως τεχνικής φύσεως, δυσκολία δομής. Η ιστορία του βιβλίου είναι φανταστική, το ιστορικό της όμως πλαίσιο είναι απολύτως ακριβές και αυτή η ζεύξη του πραγματικού με το φανταστικό έπρεπε να γίνει με φυσικότητα ώστε κανένα να μην υπερτερεί σε σχέση με το άλλο. Έπρεπε επίσης να είμαι απολύτως ακριβής σε ό, τι αφορά στα υπαρκτά πρόσωπα, στα βιογραφικά τους στοιχεία, αλλά και στην προσωπικότητά τους, δείχνοντας σεβασμό στη μνήμη τους και στην ιστορία τους. Όσο για τα αληθινά περιστατικά και τα ιστορικά γεγονότα, έπρεπε να ενταχθούν εντέχνως ανάμεσα στα φανταστικά, ώστε να μην μειώνεται η σπουδαιότητά τους, αλλά και να μην ξεχωρίζουν αφηγηματικά σε βάρος της μυθοπλασίας.
Ε: Τι αγαπήσατε περισσότερο στο βιβλίο σας και γιατί;
A: Αγάπησα κυρίως τη διαδικασία συγγραφής του, αλλά και την έρευνα που προηγήθηκε της συγγραφής. Ήταν σαν να άνοιξε ξαφνικά ένα παράθυρο απ’ όπου εγώ μπορούσα να αντικρίσω το παρελθόν σαν έναν άγνωστο, αλλά μαγικό τόπο. Επιπλέον, επειδή μέσα στη μυθοπλασία εμπλέκονται και πρόσωπα της οικογενείας μου, είχα την ευκαιρία να τα ζωντανέψω και πάλι κι αυτό με γέμισε με πολλά κι έντονα συναισθήματα.
E: Το βιβλίο σας έχει μια εξαίρετη πορεία και μάλιστα έκανε κι επανέκδοση. Τι πιστεύετε πως είναι αυτό που το έκανε τόσο αγαπητό και προτιμητέο από μεγάλη μερίδα αναγνωστών; Έχετε προσωπική άποψη για τις εντυπώσεις τους;Α: Το μυθιστόρημα είναι πολυπρόσωπο με έντονους χαρακτήρες, οπότε ίσως καθένας μπορεί να ταυτιστεί με τον ήρωα που του ταιριάζει. Επιπλέον είναι και μια ιστορία με έντονα συναισθήματα που απελευθερώνονται λίγο λίγο με την ανάγνωση κι έτσι πιστεύω πως καταφέρνει να κάνει μέτοχο σ’ αυτά τον αναγνώστη. Ή ίσως πάλι το θέμα του είναι τόσο κοντινό στην εποχή μας που ο αναγνώστης αισθάνεται ότι τον αφορά προσωπικά.
E: Πόσο σας προβληματίζουν οι όροι επιτυχία κι αποτυχία, όταν ξεκινάτε να γράφετε και πόσο στην πορεία και στην ολοκλήρωση του έργου σας;
Όταν γράφω ένα καινούριο βιβλίο, γράφω γιατί έχω κάτι να πω. Δεν έχω καθόλου στο μυαλό μου την εμπορική επιτυχία, αν με ρωτάτε γι΄ αυτό. Επιτυχία για μένα είναι να μπορέσει το βιβλίο να εκπληρώσει τον προορισμό του που είναι η επικοινωνία μου με τον κόσμο. Κατά συνέπεια εγώ είμαι ευτυχής αν αυτοί που θα το διαβάσουν, ακόμα κι αν είναι λίγοι, το αγαπήσουν και νιώσουν ότι κάπου τους άγγιξε. Αν αυτό συμβεί με ένα ευρύτερο κοινό, πράγμα που σημαίνει και εμπορική επιτυχία, ασφαλώς και με κάνει διπλά χαρούμενη κι εμένα και τον εκδότη μου. Δεν είναι όμως κάτι που από την αρχή με απασχολεί και φαντάζομαι έτσι σκέφτεται και η πλειοψηφία όσων γράφουμε.
Ε: Πιστεύετε πως έχετε συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό; Ποια στοιχεία γραφής σας είναι αυτά που θα μπορούσαν να είναι αγαπητά από μεγάλη μερίδα αναγνωστών;
Α: Δεν νομίζω πως έχω συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό, γιατί και τα τρία βιβλία που ως τώρα έχω εκδώσει έχουν διαφορετική θεματολογία. Για τα στοιχεία γραφής μου που μπορούν να εκτιμήσουν οι αναγνώστες δεν μπορώ εγώ να πω κάτι, αφού καθένας εκτιμά διαφορετικά πράγματα. Για μένα φερειπείν σημαντικό ρόλο παίζει η γλώσσα, όσο για κάποιους άλλους η πλοκή.
E: Και τα τρία βιβλία σας έτυχαν μεγάλης αποδοχής. Αλλά το "Σε σωστή ώρα νυχτώνει" χαρακτηρίστηκε best seller. Νοιώθετε το βάρος να συντηρήσετε το best seller και για την επόμενη συγγραφική σας απόπειρα;
A: Η αλήθεια είναι πως μια επιτυχία πάντα δημιουργεί ένα επιπλέον βάρος στο δημιουργό, να μπορέσει να ανταποκριθεί στην αγάπη και την εκτίμηση του κόσμου. Προσωπικά, προσπαθώ να απολαύσω τη διαδικασία της συγγραφής κάθε βιβλίου προσπαθώντας να μην σκέφτομαι πως θέλω κάπου να φτάσω. Η συγγραφή είναι ένα ταξίδι, του οποίου τη διαδρομή θέλω κυρίως να απολαύσω. Αν με βγάλει και κάπου, ακόμα καλύτερα.
Ε: Πιστεύετε πως ο συγγραφέας οφείλει να έχει μια συχνή ή τακτική παρουσία στο εκδοτικό γίγνεσθαι; Αισθάνεστε μια τέτοια δέσμευση;
A: Ο συγγραφέας πρέπει να γράφει όταν έχει κάτι να πει και πρέπει να σωπαίνει όταν δεν έχει ή δεν θέλει να πει τίποτα άλλο. Δεν νιώθω δεσμευμένη να ακολουθήσω κάποιο χρονοδιάγραμμα επιβεβλημένο από κάποιον άλλον ή από την γενική τάση που θέλει τον δημιουργό να είναι πάντα στις επάλξεις. Γράφω όταν και εφόσον θέλω να επικοινωνήσω με τον εαυτό μου και με τον κόσμο.
Ε: Αν δεν είσασταν αυτή που είστε συγγραφικά, ποια/ος θα θέλατε να είστε; Ποιο βιβλίο θα θέλατε να είχατε γράψει;
Α: Είναι αρκετά τα βιβλία που κλείνοντάς τα έχω πει « Θα ήθελα να το είχα γράψει εγώ». Ανάμεσα τους ξεχωρίζω τον « Ξένο» του Καμύ. Συμπυκνωμένη φιλοσοφία και καταπληκτικές περιγραφές σε λίγες σελίδες. Θαυμάζω επίσης τη γραφή του Ίαν Μακ Γιούαν. Συναισθήματα, λεπτοδουλεμένη γλώσσα, ποιητικότητα δίχως στόμφο, λυτή μα ενδιαφέρουσα πλοκή κάθε φορά, όλες οι συγγραφικές αρετές μαζεμένες. Πάντως δεν θα ήθελα να ήμουν κάποια άλλη. Θα ήθελα να βελτιστοποιήσω τη δική μου συγγραφική τεχνική διαβάζοντας τους συγγραφείς που αγαπώ.
E: Ποιό ήταν το αγαπημένο σας βιβλίο σαν παιδί; Ποιό το αγαπημένο σας για τα παιδιά σας;
A: Αγαπημένο μου βιβλίο ήταν το «Συννεφιάζει» του Μενέλαου Λουντέμη. Κάθε φορά που το διάβαζα έκλαιγα με τις περιπέτειες του μικρού πρόσφυγα, του Μέλιου και τη μοναξιά του. Το ίδιο βιβλίο, μαζί με το «ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου» της Άλκης Ζέη ήταν από τα πρώτα βιβλία που διάλεξα να πάρω στα παιδιά μου όταν εγκατέλειψαν τα παραμύθια. Αυτά τα βιβλία ακόμα με συγκινούν.
Ε: Πώς βλέπετε το ρόλο που θα μπορούσε να παίξει το βιβλίο στη σύγχρονη εποχή;
A: Ο ρόλος του βιβλίου σήμερα είναι ο ίδιος που πάντα αυτό έπαιζε• να διαμορφώνει συνειδήσεις και να σμιλεύει μυαλά και χαρακτήρες. Διαβάζοντας μπορούμε να αυξήσουμε την εμπειρία μας, να αναγνωρίσουμε την παθολογία της σύγχρονης κοινωνίας, να ψηλαφίσουμε τα προβλήματα της ανθρώπινης φύσης, να κατανοήσουμε τα πάθη μας και ίσως εντέλει να αφυπνιστούμε, να περάσουμε σε μια κατάσταση εγρήγορσης που θα οδηγήσει στη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης. Δεν μπορούμε να τα ζήσουμε όλα, μπορούμε όμως να τα διαβάσουμε επεκτείνοντας την προσωπική μας εμπειρία.
E: Πώς βλέπετε τον ρόλο του BOOKIA.GR στην προώθηση του βιβλίου στην Ελλάδα, και πώς εκτιμάτε τις μέχρι τώρα παρεμβάσεις του;
A: Ο ρόλος ενός site που ασχολείται με την προώθηση των βιβλίων και της φιλαναγνωσίας γενικότερα είναι ασφαλώς σημαντικός. Νομίζω πως το βιβλίο χρειάζεται έναν τόπο αξιόπιστο και φιλόξενο όπως το bookia.gr κι εύχομαι να συνεχίσετε με την ίδια δύναμη και την ίδια δυναμική.
E: Ετοιμάζετε το επόμενο βήμα σας στον κόσμο της λογοτεχνίας;
A: Έχω ήδη ξεκινήσει μια ακόμα ιστορία που διαδραματίζεται τη δεκαετία του ’70.Ακόμα όμως έχω πολύ δουλειά μπροστά μου, οπότε θα μιλήσουμε γι’ αυτό σε μελλοντικό χρόνο.
E: Αν έπρεπε να συνοψίσετε τη φιλοσοφία σας σε μια φράση, ποια θα ήταν;
Α: «Την ανεξερεύνητη ζωή, δεν αξίζει να τη ζει κανείς» είπε ο Σωκράτης, προτρέποντάς μας να αναζητούμε τη βαθύτερη έννοια των πραγμάτων και να θέτουμε σε διαρκή αμφισβήτηση πεποιθήσεις, αξίες και ιδέες. Προσπαθώ να το εφαρμόζω κυρίως στον εαυτό μου.