Σύνδεση Τώρα Σύνδεση στη Βιβλιοθήκη μου   ·   Όλες οι Βιβλιοθήκες στο Bookia
Τι είναι το Bookia;   ·   Blog   ·                     ·   Επικοινωνία  
Πως γράφω κριτική; Είμαι Συγγραφέας Είμαι Εκδότης Είμαι Βιβλιοπώλης Live streaming / Video
 

Το Bookia αναζητά μόνιμους συνεργάτες σε κάθε πόλη τής χώρας για την ανάδειξη τής τοπικής δραστηριότητας σχετικά με το βιβλίο.

Γίνε συνεργάτης τού Bookia στη δημοσίευση...

- Ρεπορτάζ.
- Ειδήσεις.
- Αρθρογραφία.
- Κριτικές.
- Προτάσεις.

Επικοινωνήστε με το Bookia για τις λεπτομέρειες.
Γκαζμέντ Καπλάνι, μιλάει στην Λεύκη Σαραντινού για το «Με λένε Ευρώπη»
Διαφ.

Γράφει: Λεύκη Σαραντινού

Ο Γκαζμέντ Καπλάνι γεννήθηκε το 1967 στην πόλη Λούσνια της Αλβανίας. Τον Ιανουάριο του 1991 πέρασε τα σύνορα με την Ελλάδα ως πρόσφυγας για να αποφύγει τη σύλληψη από τις μυστικές υπηρεσίες του υπό κατάρρευση κομμουνιστικού καθεστώτος.

Στην Ελλάδα δούλεψε ως περιπτεράς και παράλληλα φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ολοκλήρωσε την διδακτορική του διατριβή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Από το 2001 μέχρι το 2011 είναι τακτικός αρθρογράφος της εφημερίδας «Τα Νέα».

Είναι συγγραφέας τεσσάρων μυθιστορημάτων, τρία από τα οποία είναι γραμμένα απευθείας στα ελληνικά. Εκτός από αλβανικά και ελληνικά τα βιβλίου του έχουν εκδοθεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, πολωνικά, ιταλικά, δανέζικα και αραβικά. Μετά από 25 χρόνια νόμιμης παραμονής στην Ελλάδα – λόγω της πολυετούς άρνησης του ελληνικού κράτους να απαντήσει στην αίτησή του για ελληνικά υπηκοότητα– αποφάσισε να μεταναστεύσει οριστικά στις ΗΠΑ όπου πήγε με υποτροφία του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Σήμερα ζει στο Σικάγο, όπου διευθύνει την έδρα Αλβανικών και Νοτιοανατολικών Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο DePaul.

Gazmend Kapllani, Με λένε Ευρώπη, Επίκεντρο

 

Στο Με λένε Ευρώπη (εκδ. Επίκεντρο) ο Γκαζμέντ Καπλάνι αφηγείται τη ζωή ενός συνηθισμένου μετανάστη και τη σχέση του με μια καινούργια χώρα και κουλτούρα. Είναι το μυθιστόρημα μιας αναγέννησης: η ανακάλυψη μις άλλης γλώσσας, οι κρυφές σημασίες πίσω από τις πιο κοινές λέξεις και εκφράσεις, η εξερεύνηση της ξεότητας του μετανάστη σε μια ελληνική κοινωνία που φοβάται και εκπλήσσεται από την ξαφνική παρουσία του Άλλου. Μια ανεξάντλητη περιέργεια προς όλους εκείνους που, όπως κι αυτός, έπρεπε να εφεύρουν έναν νέο εαυτό, ένα νέο παρόν, οδηγεί τον αφηγητή να προσκαλεί άλλους μετανάστες/μετανάστριες που έρχονται από τις τέσσερις γωνιές του κόσμου να αφηγούνται τις πολλές φορές έκκεντρες διαδρομές τους, όπου συνυπάρχουν η απελπισία και η ελπίδα, η παραίτηση και η επιμονή, ο σπαραγμός κι η ανθρώπινη ομορφιά.

Οι σελίδες αυτού του μυθιστορήματος ανήκουν στις πιο παραστατικές που έχουν γραφτεί για αυτήν την τόσο συγκλονιστική εμπειρία της αλλαγής γλώσσας και την κατάκτηση της ελληνικής. Γραμμένο στα ελληνικά πριν από 14 χρόνια στην Αθήνα και ξαναγραμμένο πρόσφατα στο Σικάγο των ΗΠΑ, το Με λένε Ευρώπη επιβεβαιώνει τον Καπλάνι ως έναν από τους πιο ξεχωριστούς και ταλαντούχους ελληνόφωνους (ξένους) συγγραφείς. Ένα ταλέντο που τον καθιστά μία από τις πιο πολύτιμες και κοσμοπολίτικες φωνές της σύγχρονης βαλκανικής λογοτεχνίας.

Στο βιβλίο σας διακρίνετε καθαρά τους Βαλκάνιους από τους Ευρωπαίους. Θεωρείτε ότι είμαστε, εν τέλει, μία εντελώς διαφορετική «ομάδα»; Και αν ναι, γιατί;

Στο βιβλίο μου Με λένε Ευρώπη αλλά και στα άλλα βιβλία μου θεωρώ τους Βαλκάνιους Ευρωπαίους. Οι Αλβανοί και άλλοι Βαλκάνιοι που βρέθηκαν πίσω από το Τείχος του Βερολίνου ακόμα και την εποχή της πιο τραγικής τους απομόνωσης στον Ψυχρό Πόλεμο έβλεπαν τους εαυτούς τους ως Ευρωπαίους. Το θέμα είναι ότι η Δύση βλέπει τους Βαλκάνιους πιο κοντά στην Ανατολή παρά στην Ευρώπη και οι εμείς οι Βαλκάνιοι έχουμε εσωτερικεύσει το βλέμμα της Δύσης. Από αυτό προκύπτει η βαλκανική μας ανασφάλεια και κωμωδία: στα Βαλκάνια κανείς δε θέλει να θεωρείται Βαλκάνιος. Προσπαθούμε να γίνουμε Ευρωπαίοι Μαντάμ Σουσού. Εάν όμως αφήσουμε παράμερα το βλέμμα της Δύσης, τα Βαλκάνια είναι ένα κομμάτι ή περιοχή της Ευρώπης στο μεσογειακό σταυροδρόμι μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Από μια ιστορική άποψη θεωρώ τους Βαλκάνιους ως τα «ορφανά παιδιά» τριών αυτοκρατοριών: Ρώμη, Βυζάντιο, Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Δεν μπορείς να καταλάβεις τους Βαλκάνιους χωρίς τη σχέση αγάπης και μίσους με την κληρονομιά αυτών των τριών αυτοκρατοριών.

Αναφέρετε στο βιβλίο σας  μία θέση πολύ σωστή, κατ’ εμέ, μία θέση που θα μας έσωζε από πολλά δεινά, πιστεύω αν την υιοθετούσαμε επιτέλους, ότι τα μικρά έθνη, όπως οι Αλβανοί και οι Έλληνες, διακατέχονται από «κόμπλεξ» σε σχέση με τα μεγάλα έθνη. Πρέπει, επομένως, να δεχτούμε αυτή τη θέση και να παραδεχτούμε κάποια πράγματα που ενδεχομένως δεν τολμάμε σχετικά με εμάς;

Οι Αλβανοί και οι Έλληνες βρίσκονται στα δυο άκρα του Βαλκανικού «σχοινιού» πάνω το οποίο περπατάνε τα μικρά μας έθνη από τότε που έγιναν κράτος-έθνος. Η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα που έχει σημαντική πολιτισμική αλλά ελάχιστη σύγχρονη πολιτική σημασία για τη Δύση. Η Αλβανία είναι μια χώρα που για τη Δύση ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Αυτό άλλαξε κάπως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Αναφέρω ξανά τη Δύση γιατί εμείς οι Βαλκάνιοι βλέπουμε με αγωνία τους εαυτούς μας συνέχεια στον εξιδανικευμένο καθρέφτη της Δύσης και έτσι φτιάχνουμε τις αφηγήσεις για τον εαυτό μας και τους Άλλους Βαλκάνιους. Με αυτό τον τρόπο φτιάχνουμε και τα κόμπλεξ κατωτερότητάς μας και δε μας απομένει παρά ο Βαλκάνιος Άλλος για να βρούμε κάποια άλλοθι ανωτερότητας. Νομίζω ότι πολιτισμικά ένα από τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι το γεγονός ότι δε θέλουμε να παραδεχτούμε από που πραγματικά ερχόμαστε: ότι είμαστε ένα παράδοξο κράμα της κληρονομιάς τριών αυτοκρατοριών που πριν δυο αιώνες λαχταρήσαμε να ανήκουμε στη Δύση - η οποία όμως δε μας θεώρησε ποτέ Δύση. Από εκεί και πέρα αναπόφευκτα πάσχουμε από τις φοβίες και τις αγωνίες που διακρίνουν τα περισσότερα μικρά έθνη – ειδικά σε μια εποχή μεγάλης αβεβαιότητας όπως αυτή που διανύουμε.

Έλληνες και Αλβανοί: τελικά οι διαφορές ή οι ομοιότητες είναι περισσότερες;

Επειδή το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου το έχω περάσει στις δυο χώρες και κουλτούρες πιστεύω ότι οι Αλβανοί και οι Έλληνες είναι συγγενικοί λαοί. Οι ομοιότητες μεταξύ τους είναι συγκλονιστικές. Εάν δεν είχα ζήσει στην Ελλάδα ως Αλβανός δε θα είχα καταφέρει ποτέ να γράψω για την Αβάσταχτη Ομοιότητα του Άλλου. Είναι υποκειμενικό αυτό που θα πω αλλά νομίζω ότι αυτή η ομοιότητα φοβίζει πολλούς Έλληνες.Για τους λόγους που συμβαίνει αυτό θα μπορούσαν να γραφτούν πολλά βιβλία. Θεωρητικά το βρίσκω συναρπαστικό ως φαινόμενο αλλά πρακτικά αυτός ο φόβος έκανε τη ζωή μου στην Ελλάδα κάποιες φορές αφόρητη ακόμα και επικίνδυνη.

Αναφέρετε στο βιβλίο σας τη θέση ότι οι Αλβανοί ήταν κάποτε οι «λευκοί νέγροι» της Ελλάδας. Πιστεύετε ότι και οι Αλβανοί στην Ελλάδα βίωσαν πολλές φορές τέτοιον ακραίο ρατσισμό, όπως οι μαύροι στις ΗΠΑ;

Αλβανοί και Έλληνες δυστυχώς ξανασυναντήθηκαν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου σε μια κατάσταση ακραίας ανισότητας. Οι Έλληνες βρίσκονταν στην πιο αυτάρεσκη φάση της εθνικής τους ζωής και οι Αλβανοί είχαν πιάσει πάτο λόγω του κομμουνιστικού καθεστώτος. Τίποτε καλό δεν έρχεται από τις τόσο άνισες «συναντήσεις». Ναι, το πιστεύω ότι οι Αλβανοί ήταν οι «λευκοί νέγροι» της σύγχρονης Ελλάδας και έτσι έχουν παραμείνει στο συλλογικό ελληνικό φαντασιακό.Υπήρχαν επίσης περίοδοι που οι Έλληνες ή οι Ιταλοί μετανάστες στην Αμερική αισθάνθηκαν ως οι «λευκοί νέγροι» της Αμερικής. Εύχομαι όμως κάποτε οι Αλβανοί στην Ελλάδα να αισθάνονται όπως αισθάνονται σήμερα οι Έλληνες ή οι Αλβανοί στην Αμερική.

Τελικά, ποιο μπορεί να είναι το κίνητρο για να αφήσει κάποιος την πατρίδα του και να επιλέξει τον δύσκολο δρόμο της μετανάστευσης; Αρκούν οι κίνδυνοι στην πατρίδα του ή απλά το όνειρο για μια καλύτερη ζωή;

Εγώ βλέπω τη μετανάστευση ως αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης περιπέτειας πάνω στη Γη. Από τότε που γίναμε HomoSapiens δεν παύουμε να μεταναστεύουμε. Ως συγγραφέα με γοητεύει το ανθρώπινο δράμα και η ένταση μεταξύ της επιθυμίας μας να ριζώσουμε και να ταξιδεύουμε ή μεταναστεύουμε. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γιατί οι άνθρωποι μεταναστεύουν αλλά κανείς δεν αφήνει τον τόπο ή το σπίτι του για να κάτσει στον σβέρκο κάποιου άλλου ανθρώπου σε κάποιο ξένο τόπο ή σπίτι. Συνήθως το αφήνει γιατί το σπίτι ή ο τόπος έχει γίνει αβίωτο και αφόρητος. Ο λόγος που οι Έλληνες πήγαν στην Αμερική ή στη Γερμανία ή οι Αλβανοί ήρθαν στην Ελλάδα ήταν σχεδόν ίδιοι αν και σε διαφορετικές εποχές και συγκυρίες. Το ίδιο ισχύει και για τη σημερινή μετανάστευση.

Βιώσατε από πρώτο χέρι τη δικτατορία του Ενβέρ Χότζα. Τι έχετε να πείτε, επομένως, σε κάποιους οι οποίοι δεν παραδέχονται την ολοκληρωτική και δικτατορική φύση των κομμουνιστικών καθεστώτων;

Σε αυτούς και αυτές που πραγματικά θέλουν να μάθουν θα έλεγα πολλά. Στους ιδεολογικά τυφλούς και φανατικούς δε θα έλεγα τίποτε επειδή θα είναι χάσιμο χρόνου. Το τι ήταν ο κομμουνισμός και τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ου αιώνα αρκεί να διαβάζει κανείς το «1984» του Όργουελ ή το «Καταβολές του Ολοκληρωτισμού...» της Άρεντ.

Τι είναι τελικά αυτό που κάνει τον άνθρωπο να είναι πάντοτε εχθρικός προς τον Άλλο, προς τον Διαφορετικό από εμάς άνθρωπο, σε όλες τις περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας;

Στην πραγματικότητα τον περισσότερο χρόνο εμείς οι άνθρωποι τον περνάμε σε περιόδους ειρήνης. Η βία και ο πόλεμος όμως μπορούν μέσα σε λίγα χρόνια να καταστρέψουν ότι έχουμε χτίσει για αιώνες. Ο Φρόυντ βρήκε μια κάπως απλοϊκή ψυχολογική εξήγηση γι’ αυτό: ο άνθρωπος γεννιέται με την ικανότητα να χτίσει και να καταστρέψει ή να αυτοκαταστρέφεται, να αγαπάει και να μισεί. Το ίδιο λένε και οι μεγάλοι μύθοι των διαφόρων πολιτισμών. Και θεωρώ ότι ο Βάλτερ Μπέντζαμιν συμπύκνωσε όλο τον 20ό αιώνα στη φράση: «δεν υπάρχει ντοκουμέντο πολιτισμού που να μην είναι ταυτόχρονα ντοκουμέντο βαρβαρότητας».

Τώρα για το θέμα του Άλλου πιστεύω ότι ως συντηρητικά όντα που είμαστε εμείς οι άνθρωποι μας αναστατώνει το καινούργιο ή ο Άλλος. Αλλά ως όντα προικισμένα με περιέργεια και τη διάθεση για παιχνίδι μας ελκύει επίσης το καινούργιο και το άγνωστο. Άρα υπάρχουμε σε αυτή την παράδοξη ένταση. Παρόλα αυτά νομίζω ότι δε γεννιέται κανείς άνθρωπος με την ορμή να μισεί τους Εβραίους ή τους μουσουλμάνους, τους ομοφυλόφιλους ή τους μετανάστες, τις γυναίκες ή τους μαύρους. Το πιο επικίνδυνο μίσος είναι αυτό που προσφέρεται ως δόγμα ή θεωρία, ως νοοτροπία ή θεσμός. Σε αυτή την περίπτωση η πολιτική και ο πολιτισμός παίζουν ένα καίριο ρόλο γιατί καθορίζουν τις σχέσεις εξουσίας.

Σε ποιον βαθμό είναι αυτοβιογραφικό το βιβλίο σας;  

Είναι αυτοβιογραφικά στον βαθμό που ακολουθούν την υπαρξιακή μου διαδρομή. Δε θα είχα γράψει τα ίδια βιβλία εάν δεν είχα επιζήσει ένα ολοκληρωτικό καθεστώς ή δεν είχα μεταναστεύσει. Αλλά δε γράφω για να αφηγούμαι τη ζωή μου. Γράφω για να καταλάβω τον κόσμο που ζω και το νόημα του ταξιδιού μου σε αυτόν. Εξ’ άλλου πιστεύω ότι όλα τα βιβλία μέχρι ενός βαθμού τουλάχιστον είναι αυτοβιογραφικά.

Ζήσατε πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Τι αγαπήσατε και τι μισήσατε στους Έλληνες;

Αγάπησα και αγαπώ πολλά, ξεκινώντας από τη γλώσσα και τους ανθρώπους. Θύμωσα πολύ κάποιες φορές με πρόσωπα, πράγματα και θεσμούς που ήθελαν να καθορίζουν ή να καταστρέψουν τη ζωή μου. Ο θυμός είναι λυτρωτικός μερικές φορές. Δεν μίσησα όμως ποτέ. Σε κάθε περίπτωση, εάν οι Έλληνες αναγνώστες και αναγνώστριες θέλουν να με γνωρίζουν θα μπορούσαν να διαβάζουν τα βιβλία μου.

Σας ευχαριστώ ολόθερμα!

 
 
``

Θέλετε να λαμβάνετε ενημέρωση από το Bookia;

Πηγή δεδομένων βιβλίων



Χορηγοί επικοινωνίας






Κοινωνικά δίκτυα