Γράφει: Λεύκη Σαραντινού
Η ΚΑΛΛΙΔΑ ΖΑΧΟΠΟΥΛΟΥ γεννήθηκε το 1997 στη Λάρισα. Σπούδασε αγγλική γλώσσα και φιλολογία στη Θεσσαλονίκη. Προς το παρόν, ζει στην Αθήνα και εργάζεται στον χώρο των εκδόσεων. Έχει γράψει και εκδώσει μία ποιητική συλλογή με τίτλο Τελείες (α)τέλειες (Εκδόσεις Ανεμολόγιο, 2023), ενώ διηγήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους. Το ΟΤΑΝ ΝΥΧΤΩΝΕΙ ΣΤΑ ΣΤΕΝΑ είναι το πρώτο της μυθιστόρημα.
Μας μίλησε στο Bookia, προκειμένου να τη γνωρίσουμε από κοντά, για το πρωτόλειο πόνημά της.
Το «Όταν νυχτώνει στα στενά» είναι το πρώτο μυθιστόρημα που εκδίδετε. Είναι όμως και το πρώτο που γράφετε; Από ποια ηλικία ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη συγγραφή;
Το πρώτο ολοκληρωμένο πεζό έργο μεγαλύτερης έκτασης που έχω γράψει πρόκειται για ένα μυθιστόρημα φαντασίας που ξεκίνησα όταν ήμουν δεκατριών χρονών και ολοκλήρωσα στα δεκαεφτά. Δεν το έστειλα ποτέ για αξιολόγηση και δε νομίζω ότι θα το κάνω: ήταν κάτι που έπρεπε να βγει από μέσα μου και τώρα μάλλον καλό θα ήταν να ξεχαστεί. Η ενασχόλησή μου με τη συγγραφή ξεκίνησε από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, όταν συνειδητοποίησα πόση χαρά και απόλαυση μου δίνει το να γράφω μικρές ιστορίες και παιχνιδιάρικα ποιήματα.
Το βιβλίο σας περιέχει πολλές αναφορές στην Αθήνα, μέσα από τα μάτια της νεαρής ηρωίδας σας. Πείτε μας, εσάς τι σας αρέσει και τι σας απωθεί στην Αθήνα;
Στην Αθήνα μου αρέσουν: τα στενά της, τα περίτεχνα γκράφιτι στους τοίχους, τα νεοκλασικά που παραμένουν ακόμη όρθια, τα μπαράκια, οι ανηφόρες και οι κατηφόρες, τα παλαιοβιβλιοπωλεία, η πολυπολιτισμικότητά της, οι κρυμμένοι θησαυροί.
Με απωθούν: η βρωμιά, το στρες που διαχέεται στους δρόμους, ο υπερβολικός θόρυβος, η αδιαφορία κάποιων κατοίκων, το ότι σιγά-σιγά χάνει τον χαρακτήρα της.
Για ποιον λόγο επιλέξατε να αφήσετε ανώνυμη την ηρωίδα σας που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο της εμπειρίες της;
Δεν ήθελα η ηρωίδα μου να έχει όνομα ακριβώς γιατί η γραφή είναι πρωτοπρόσωπη: στόχος μου είναι ο αναγνώστης να μπορέσει να ταυτιστεί με τις σκέψεις και τις εμπειρίες της, να δει μέσα από τα μάτια της σαν να ήταν τα δικά του μάτια, να μιλήσει με τη δική της φωνή.
Η ηρωίδα σας συχνά αισθάνεται μοναξιά. Γιατί τόσο πολλοί νέοι –και άνθρωποι γενικά νιώθουν μοναξιά σήμερα; Φταίνε οι μεγάλες πόλεις;
Σίγουρα μέχρι ένα βαθμό φταίει το αστικό περιβάλλον για αυτή την αίσθηση μοναξιάς που βιώνουν οι άνθρωποι σήμερα, αλλά η ζωή στην πόλη δεν είναι η μόνη αιτία αποξένωσης. Πιστεύω ότι ο καθημερινός βομβαρδισμός μας με πολύ περισσότερη ποσότητα πληροφορίας από ό,τι μπορούμε να αντέξουμε μας διασπά, μας τρομάζει, μας κουράζει, μας κλείνει στους εαυτούς μας και σε ασφαλή σημεία –όπως τα σπίτια μας ή τα δωμάτιά μας- μακριά από απειλές και άλλες βλαβερές καταστάσεις. Η κούραση αυτή γεννά αδιαφορία και παραίτηση: ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται πια τόσο πολύ για την έννοια του κοινού και της κοινότητας, προσπαθεί με νύχια και με δόντια να διατηρήσει τις δικές του ισορροπίες και κάπου μέσα σε αυτή την προσπάθεια εγκλωβίζεται στην ατομικότητά του.
Πολλοί νέοι επιλέγουν το τρίπτυχο παρέα και εφήμεροι έρωτες-δουλειά-ξενύχτια και αρνούνται να κάνουν οικογένεια. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό; Μήπως δε συμβιβαζόμαστε πια εύκολα ή φταίει κάτι άλλο;
Δεν είναι μόνο θέμα συμβιβασμού, ούτε ακριβώς ζήτημα άρνησης. Πώς μπορεί κάποιος να αποφασίσει να αναλάβει την ευθύνη ενός παιδιού όταν δυσκολεύεται να καλύψει τις βασικές του ανάγκες; Το ότι στην Ελλάδα όλο και περισσότεροι νέοι στην ηλικία των είκοσι και των τριάντα ζουν ακόμη με τους γονείς τους δεν είναι θέμα τεμπελιάς ή ανικανότητας, ούτε θέμα επιλογής. Αν η επιλογή είναι, για παράδειγμα, η αναζήτηση δουλειάς στην Αθήνα με βασικό μισθό και με ενοίκια πάνω από το μισό του μισθού που ολοένα αυξάνονται, μπορούμε πράγματι να μιλάμε για επιλογή;
Το στεγαστικό πρόβλημα, τα ασφυκτικά ωράρια εργασίας, η υποβάθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων και η έλλειψη ουσιαστικής κρατικής στήριξης δημιουργούν ένα αφιλόξενο περιβάλλον που δεν ενθαρρύνει κάποια μακροπρόθεσμη δέσμευση. Υπάρχει μια έμμεση πίεση για επιτυχία και μια πολύ πιο άμεση και τρομακτική πίεση για επιβίωση που προκαλεί αβεβαιότητα για το μέλλον, μηδενική αίσθηση ασφάλειας και έλλειψη σταθερότητας. Επομένως, πώς μπορούμε να μιλήσουμε για τον προγραμματισμό και για την αίσθηση προοπτικής που απαιτεί μια οικογένεια; Εκτός αυτού, τα μοτίβα ζωής έχουν γίνει πλέον πιο σύνθετα. Οι άνθρωποι επιλέγουν διαφορετικούς τρόπους αυτοπραγμάτωσης: δεν πρόκειται για έναν ανταγωνισμό μεταξύ οικογένειας και εφήμερων απολαύσεων, αλλά για την ελευθερία να δημιουργήσει κάποιος τη ζωή του όπως ο ίδιος επιθυμεί.
Πολλές γυναίκες ξεκινούν σιγά σιγά να απορρίπτουν το παραδοσιακό πατριαρχικό μοντέλο και να απομακρύνονται από τις προσδοκίες που τις θέλουν αποκλειστικά μητέρες και σύζυγοι. Οι σχέσεις είναι περισσότερο ευέλικτες και οι αντιλήψεις πάνω στις ανθρώπινες συνδέσεις αλλάζουν, κάτι που είναι φυσικό επακόλουθο μιας εξίσου μεταβαλλόμενης κοινωνίας.
Στο βιβλίο σας αποδεικνύεται τελικά ότι η φιλία είναι σημαντικότερη από τον έρωτα για την ηρωίδα σας. Εσείς ποιο από τα δύο θεωρείτε σημαντικότερο στη ζωή, τη φιλία ή τον έρωτα;
Και τα δύο είναι πολύ σημαντικά για την ανθρώπινη εμπειρία. Απλώς θεωρώ ότι ο έρωτας είναι εφήμερος. Πάντως, ο έρωτας δεν εκφράζεται απαραίτητα πάντα προς κάποιο άλλο άτομο. Κάποιοι άνθρωποι ερωτεύονται τη δουλειά τους ή την ίδια τους τη ζωή, και κάποιοι άλλοι ερωτεύονται τον εαυτό τους. Ο έρωτας είναι έντονος και μπορεί να γίνει καταστροφικός. Η φιλία είναι ένα πιο προσγειωμένο συναίσθημα, με βαθιές ρίζες, που αντέχει στον χρόνο.
Έχω την αίσθηση ότι σε κάποιες σελίδες του βιβλίου σας προσπαθείτε να εκφράσετε την αγανάκτησή σας σχετικά με την πολιτική κατάσταση στη χώρα μας. Ισχύει πράγματι κάτι τέτοιο;
Ναι, έχετε δίκιο. Δε θα μπορούσα να έχω ως πρωταγωνιστές στο βιβλίο νεαρούς χαρακτήρες που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα στην Ελλάδα του σήμερα και να μην εκφράζουν αγανάκτηση σχετικά με την πολιτική κατάσταση. Κάτι τέτοιο θα ήταν υποκριτικό και μη αληθοφανές.
Κυψέλη, Παγκράτι, Εξάρχεια… Στο βιβλίο σας περιγράφετε κάποιες συνοικίες της Αθήνας. Ποια θεωρείτε εσείς την ωραιότερη από αυτές;
Η κάθε μία έχει τα ωραία και μοναδικά της σημεία. Τα Εξάρχεια θα είναι πάντα πιο κοντά στην καρδιά μου, αλλά θαυμάζω την κάθε περιοχή για την ιστορία της και την πολιτισμική της ταυτότητα.
Ποιες νομίζετε ότι είναι οι κυριότερες υπαρξιακές αγωνίες των νέων σήμερα, έτσι όπως τις εκφράζετε στο μυθιστόρημά σας; Θα μας κάνετε μία σύντομη αναφορά σε αυτές;
Η μοναξιά, ο φόβος της αποτυχίας (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για τον καθένα), η απόγνωση του να ζεις σε μια χώρα που δε σε σέβεται, αλλά παράλληλα να την αγαπάς, η ανησυχία για τον χρόνο που περνάει και τις αλλαγές που βιώνεις για τις οποίες καμιά φορά δεν είσαι έτοιμος ή σίγουρος, οι σχέσεις που τελειώνουν, ο πανικός ότι ίσως κάποτε σε καταπιεί η ζωή πριν προλάβεις να την καταπιείς εσύ.
Τι περιλαμβάνει τώρα η συνέχεια της συγγραφικής σας δραστηριότητας; Θα μείνετε στον χώρο του μυθιστορήματος;
Θα μείνω όσο μπορώ, αλλά δε θα περιοριστώ. Μου αρέσει πολύ να πειραματίζομαι και να εξερευνώ.