Γράφει: Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη
Παρακολουθώ τη Σοφία Θεοδωρίδου από το πρώτο της βιβλίο το «Η νύφη φορούσε μαύρα» μέχρι το σημερινό. Μεγαλωμένη στη Μακεδονία, ανάμεσα σε Πόντιους και Μικρασιάτες, ακούγοντας ιστορίες από τον ξεριζωμό, η γραφή της μου φαίνεται πολύ οικεία. Δεν είχα την τύχη μέχρι σήμερα να μιλήσω μαζί της, για λογαριασμό του Bookia. «Ο άγραφος νόμος» είναι ένα πολύ δυνατό βιβλίο για μας τις γυναίκες. Μιλά για τα πρώτα σκιρτήματα αντίστασης γυναικών που ασφυκτιούν μες στην επαρχιακή κοινωνία στην οποία ζουν, όπου ο λόγος του άντρα είναι ΑΓΡΑΦΟΣ ΝΟΜΟΣ.
Κυρία Θεοδωρίδου σας ευχαριστώ για τη συνέντευξη που μου δίνετε. Από τη «Η νύφη φορούσε μαύρα» μέχρι το τελευταίο σας, ο Πόντος αλλά και όλη η Ανατολή υπάρχουν σε κάθε βιβλίο σας και είναι οι τόποι όπου ανασαίνουν οι ήρωές σας. Η καταγωγή σας από τον Πόντο, τα βιώματα αλλά και οι άπειρες ιστορίες που έχετε ακούσει, είναι το πολύτιμο υλικό όπου χτίζονται τα μυθιστορήματά σας;
Έχετε απόλυτο δίκιο, η καταγωγή μου καθώς και οι πάμπολλες ιστορίες που έχω ακούσει όταν ήμουν μικρή ευθύνονται για τις επιλογές των θεμάτων μου. Έχω γράψει όμως και βιβλία που οι ήρωες είχαν διαφορετική καταγωγή, όπως η Αγαπητικιά, Ο Γερμανός Γιατρός και ο Ροδανθός.
Νιώθετε πώς τηρείτε μια υπόσχεση στους προγόνους σας να μεταλαμπαδεύσετε στους νεότερους όσα έζησαν;
Τα περισσότερα χρόνια μου τα έζησα σ’ ένα μικρό χωριό, κατοικημένο από Πόντιους και Μικρασιάτες. Όταν ήμουν παιδί, ζούσαν ακόμη πολλοί άνθρωποι που είχαν βιώσει τα δραματικά γεγονότα του 1922. Είναι φυσικό, λοιπόν, συνειδητά αλλά και ασύνειδα να αναφέρομαι σ’ εκείνα τα χρόνια και να προσπαθώ, όπως λέτε, να μεταλαμπαδεύσω στους νεότερους όσα εκείνοι έζησαν, ώστε να μη λησμονηθεί ποτέ εκείνη η τραγωδία.
Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται εξελίσσεται σ' ένα μεικτό ελληνικό χωριό, με σλαβόφωνους Έλληνες, Καππαδόκες, Χηλήτες, και Πόντιους. Απ’ όσα γνωρίζω είναι τουρκόφωνη η περιοχή αλλά οι κάτοικοί της κράτησαν τη χριστιανική πίστη. Πόσο πιο σκληρή ήταν η ζωή για τη γυναίκα στην Καππαδοκία από τον υπόλοιπο Πόντο;
Πράγματι, ήταν πολύ χειρότερη η θέση της γυναίκας στην Καππαδοκία. Επηρεασμένοι οι άντρες από τη μουσουλμανική νοοτροπία, αντιμετώπιζαν τη γυναίκα σαν αντικείμενο. Δεν είχε δικαίωμα να φιλήσει τα παιδιά της ή έστω να τα χαϊδέψει, ενώ κάποιες φορές απαγορευόταν να μιλάει στα πεθερικά της. Βέβαια, αυτό το έθιμο υπήρχε και στον Πόντο. Ήταν το λεγόμενο «Μας». Αλλά στον Πόντο η θέση της γυναίκας θεωρούνταν πολύ καλύτερη. Αυτό πιστεύω, από στις βιωματικές εμπειρίες που είχα ως παιδί, όταν ακόμη ζούσαν οι πρώτοι πρόσφυγες.
«Ο Άγραφος νόμος» είναι ένα βιβλίο 450 σελίδων αλλά διαβάζεται πολύ εύκολα γιατί είναι επίκαιρο, δυνατό και συγκλονιστικό. Υπάρχει αυτός ο άγραφος νόμος από το 1937 όπου αρχίζει η ιστορία σας. Πόση πραγματικότητα και πόση μυθοπλασία θα βρουν οι αναγνώστες στις σελίδες του;
Τα περισσότερα γεγονότα που αναφέρονται στο βιβλίο είναι πραγματικά. Συγκέντρωνα ιστορίες για την κακοποίηση που υπέστησαν οι γυναίκες εκείνο τον καιρό αρκετά χρόνια και, όταν πια αισθάνθηκα ότι είχα το υλικό που χρειαζόμουν, τότε ξεκίνησα τη συγγραφή του. Εννοείται ότι υπάρχει και η μυθοπλασία, διαφορετικά δε θα χαρακτηριζόταν μυθιστόρημα.
Η γυναίκα αντικείμενο, η γυναίκα που την εκμεταλλεύονται, ακόμη και η πεθερά που είναι γυναίκα, η γυναίκα που φταίει για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας. Κι αν είναι αντισυμβατική, ο πέλεκυς πέφτει βαρύς στους ώμους της. Πιστεύετε πως έχουν αλλάξει πολλά από την Αιμιλία μέχρι τη σημερινή γυναίκα που δολοφονείται εν έτει 2022;
Θεσμικά, νομικά έχουν γίνει συγκλονιστικές αλλαγές υπέρ της γυναίκας στη χώρα μας. Σε επίπεδο όμως οικογένειας και καθημερινότητας πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη και ο ρόλος της παιδείας και άλλων θεσμών είναι καθοριστικός.
Γράφετε σ’ ένα σημείο του βιβλίου σας πως «Ονειρευόμαστε από μωρά τη μέρα που θα φορέσουμε νυφικό νιώθοντας πως αποκτούμε υπόσταση μόνο αν μας φορέσει στεφάνι ένας άντρας». Πιστεύετε πως η παιδεία, η οικογένεια, ο διαχωρισμός των παιχνιδιών σε αγορίστικα και κοριτσίστικα και τα παραμύθια διαμορφώνουν τους χαρακτήρες και διογκώνουν το όνειρο;
Εκείνα τα χρόνια όντως αυτό συνέβαινε. Η σημερινή γυναίκα όμως είναι διαφορετική. Θέλετε η παιδεία, θέλετε η οικογένεια, η οποία δεν την προσανατολίζει, όπως συνέβαινε τότε, στον γάμο από τόσο νωρίς (ο οποίος ήταν συνήθως από προξενιό). Ο γάμος πλέον δεν είναι προτεραιότητά της αλλά οι σπουδές και η καριέρα. Και όταν πια χτυπήσει αυτό που συνηθίζουμε να λέμε «βιολογικό ρολόι», τότε θέλει να παντρευτεί, να γίνει μητέρα. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι στα χρόνια που ζούμε πολλές γυναίκες δεν παντρεύονται ούτε κι όταν μένουν έγκυες. Απλώς ο άντρας αναγνωρίζει ή δεν αναγνωρίζει το παιδί του. Αν το αναγνωρίσει, πληρώνει διατροφή και, θεωρώντας ότι έκανε τον χρέος του, δεν έχει μεγάλη ή και καθόλου συμμετοχή στην ανατροφή του.
Στον ξεριζωμό μπορεί να υπάρχει διαχωρισμός, βαρύς και ελαφρύς; Η προσφυγιά δεν είναι ίδια για τους Πόντιους, τους Μικρασιάτες, τους Ιρακινούς, τους Αφρικανούς που θαλασσοπνίγονται στη Μεσόγειο;
Όχι, δεν μπορεί να υπάρχει διαχωρισμός. Όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι σ’ αυτά τα θέματα. Απλώς, τότε η Ανταλλαγή έγινε με συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας κι οι περισσότεροι άνθρωποι ξεριζώθηκαν απ’ τα πατρογονικά τους εδάφη για να μετεγκατασταθούν στη Μάνα-Πατρίδα. Αυτή είναι μια σημαντική, φρονώ, διαφορά.
Γράφετε «οι δικοί μας θα δεχτούν δύσκολα για παππά κάποιο πρόσφυγα κι οι πρόσφυγες δύσκολα θα δεχτούν κάποιο ντόπιο που δεν τον νιώθουν Έλληνα». Στη Τουρκία Έλληνας, στην Ελλάδα Τουρκόσπορος, με όλες τις ταλαιπωρίες που τράβηξαν οι πρόγονοι σας. Ακόμη υπάρχει το παράπονο ή έχει εξαλειφθεί;
Δεν υπάρχει παράπονο σε γενικές γραμμές. Μεμονωμένες περιπτώσεις υπάρχουν βέβαια – μην ξεχνάτε πως κάποιοι Αθηναίοι μάς αποκαλούν Βούλγαρους τους Βορειοελλαδίτες- αλλά αυτές είναι, όπως ανέφερα παραπάνω, μεμονωμένες περιπτώσεις.
Τυχερή η μάνα που γεννά αγόρια και ισορροπεί μέσα της. Αν δεν κάνει παιδιά είναι ανίκανη. Ακόμη και στις μέρες μας υπάρχουν αυτές οι ιδέες και νοοτροπίες. Μέχρι πότε;
Ειλικρινά, δεν ξέρω. Πάντως, μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας έχει αποβάλει αυτές τις ιδέες. Ας κρατήσουμε αυτό.
Στη σελίδα 408 «ακουμπάτε» το θέμα του Χριστιανισμού που δεν εξύψωσε, εξίσωσε τη γυναίκα με τον άντρα, αφού συνέχισε την καταπίεση εις βάρος της. Σε αντίθεση με τον κομμουνισμό που της έδωσε λόγο, αξία, ισότητα ακόμη και στον πόλεμο. Για να πάρω την αντίθετη πλευρά: Γιατί σήμερα, που οι γυναίκες μορφώθηκαν, ανεξαρτητοποιήθηκαν, δέχονται ακόμη τις προσταγές της εκκλησίας; Γιατί δέχονται μοιρολατρικά την ταπείνωση και την ανισότητα;
Ο Χριστιανισμός όντως εξύψωσε τη γυναίκα, την έβγαλε από την παλιά της θέση, όπου θεωρούνταν αντικείμενο. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Χριστός διακήρυττε ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι. Παρόλα αυτά, φρονώ ότι τα κηρύγματα αυτά δεν επικράτησαν, αφού σε κάποιες κοινωνίες, παρόλο που είχαν ασπαστεί τον Χριστιανισμό, η γυναίκα συνέχισε να θεωρείται υποδεέστερη από τον άντρα. Κατά τη γνώμη μου ευθύνονται οι άντρες και γι’ αυτό. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ιερείς κι οι επίσκοποι είναι άντρες. Όσο για τις μορφωμένες γυναίκες, οι περισσότερες δεν αντιδρούν στις απόψεις της εκκλησίας επειδή τη σέβονται ως θεσμό. Είμαι σίγουρη ότι, αν θα συζητούσατε μαζί τους, θα διαπιστώνατε ότι έχουν διαφορετικές απόψεις.
Στη σελίδα 500 ο Ορέστης και ο Γιάννης μου θύμισαν το τραγούδι «Ένας στην ανατολή κι ένας στη Δύση» από το «Τραγούδι του Νεκρού αδελφού» με μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Πολύ δυνατή περιγραφή στο βιβλίο σας. Ήταν πηγή έμπνευσης το συγκεκριμένο κομμάτι ή ήταν μια ακόμη αληθινή ιστορία του τόπου μας;
Όχι, δεν είχα στο μυαλό μου αυτό το κομμάτι, παρόλο που το γνωρίζω. Απλώς είχα ακούσει από μητέρες αρκετές ιστορίες, όπου τα παιδιά τους στον Εμφύλιο βρίσκονταν σε διαφορετική πλευρά, και θέλησα να θίξω το θέμα.
Ποια είναι η γνώμη σας για το Bookia, όσον αφορά την προβολή των συγγραφέων και των έργων τους;
Θεωρώ ότι είναι μεγάλη η συμβολή του Bookia, ώστε να πληροφορηθεί το αναγνωστικό κοινό τα έργα των συγγραφέων και να προωθηθεί η αναγνωσιμότητα.
Όταν αρχίσατε να σχεδιάζετε το πλαίσιο του Άγραφο νόμου, ποια ήταν η αρχική σας σκέψη; Μια ακόμη ιστορία για τον Πόντο ή μια ιστορία για τη θέση της γυναίκας στην κλειστή κοινωνία του 1937 κι εντεύθεν, επηρεασμένη από τις γυναικοκτονίες που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της συγγραφής του;
Δεν είναι μια ιστορία για τον Πόντο, ελάχιστα ασχολούμαι με το θέμα της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού σ’ εκείνα τα χρόνια. Θέλησα να κάνω γνωστή την καταπίεση της γυναίκας κατά το παρελθόν, πόσο υπόδουλη αισθανόταν, πόσο ξένη ένιωθε μέσα στο ίδιο της το σπίτι και να καταδείξω πόσα πολλά έχουμε πετύχει χάρη στις γυναίκες που αντέδρασαν σ’ εκείνη την κατάσταση και τις οποίες αποκαλώ «μικρές ηρωίδες της καθημερινότητας».
Καλοτάξιδο κυρία Θεοδωρίδου κι εύχομαι να διαβαστεί από όλες τις γυναίκες.
Σας ευχαριστώ πολύ. Προσωπικά εύχομαι να διαβαστεί και από γυναίκες και από άντρες.