Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
04-11-2020 23:56
Υπέρ Ενδιαφέρον, Συναρπαστικό, Καθηλώνει, Τεκμηριωμένο
Κατά
Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω με το γνωμικό του Οδ.Ελύτη:«αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά,ένα αμπέλι και ένα καράβι,που σημαίνει,με άλλα τόσα την ξανά φτιάχνεις».Η ερμηνεία τού θα μπορούσε να είναι η ζωή του Αγγελή Βαμβακά,του πρώτου ήρωα που συναντάμε στο καινούριο βιβλίο της κυρίας Κόντζογλου.το "ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΕ" της διλογίας "ΣΚΟΥΡΙΑ ΚΑΙ ΧΡΥΣΑΦΙ".
Μια προσταγή,«βάλε φωτιά Αντώνηηηηηηη», σηματοδοτούν το τέλος και την αρχή της ζωής του Αγγελή.Μια φράση γεμάτη ένταση και δραματικότητα,αγωνία και συναίσθημα,έτσι ακριβώς όπως είναι γραμμένο και το πρώτο μέρος της διλογίας.Όλα ξεκινούν το 1824,λίγο πριν την καταστροφή των Ψαρών.Η περιγραφή του νησιού και της εποχής, που διαδραματίζεται η ιστορία, είναι γεμάτη ρεαλισμό και ζωντάνια.Ο Αγγελής,ο φίλος του Αντώνης,η αδελφή του η Αυγουστίνα,η μάνα,ο καπετάνιος αποτελούν πρόσωπα που σκιαγραφούν τον τόπο και τους ανθρώπους των Ψαρών,τα πολιτιστικά και κοινωνικά στοιχεία του νησιού, την περίοδο της Ελληνικής επανάστασης.
Το πρώτο μέρος του βιβλίου περιέχει μια συγκλονιστική στιγμή,αυτή της τελευταίας μάχης στο κάστρο των Ψαρών.Πρόκειται για μια περιγραφή που συγκλονίζει με την ζωντάνια και την τραγικότητά της.Οι τελευταίες στιγμές,πριν την ολοκληρωτική καταστροφή, ανυψώνουν τους ήρωες σε θεότητες-ας μου επιτραπεί ο χαρακτηρισμός.Τραγικοί ήρωες, που γνωρίζουν το τέλος τούς, αλλά, δεν θα δεχτούν ποτέ να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας τους,άγριος,λεβέντικος,παλικαρίσιος.Τολμώ να πω ότι είναι η πρώτη φορά, που διαβάζοντας ένα βιβλίο,συγκινούμαι τόσο βαθιά από τις πρώτες σελίδες τού.Θα μνημονεύσω μια σκηνή της πολιορκίας.Η μάνα και η αδελφή του Αγγελή,στοιβαγμένες στα υπόγεια του κάστρου,ο Αγγελής μάχεται τους Τούρκους και ζει στη δίνη της μάχης όταν η μάνα του τον καλεί κοντά της.Όλα σταματούν μπροστά στην επιθυμία της μάνας και η σκηνή θυμίζει στίχους από την Ιλιάδα,όταν ο Αχιλλέας καλείται από την Θέτιδα,τη μητέρα του.Μια στιγμή γεμάτη δέος και ιερότητα.
'Ο,τι μένει από την καταστροφή των Ψαρών είναι ένα καράβι με λίγους ζωντανούς νεκρούς,ένα σημάδι στο μέτωπο του Αγγελή, από τρεις κουκκίδες αίμα-το αποτύπωμα της Αγίας Τριάδας-που θα μείνει για πάντα στο μέτωπό του, για να θυμάται και η εικόνα από το άνυδρο αμπέλι του.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου λαμβάνει χώρα στην Εύβοια,στην Ερέτρια,όπου οι πρόσφυγες βρίσκουν τόπο για να ζήσουν(;).Ο Αγγελής καλείται να ζήσει μια νέα ζωή με το βάρος και τις τύψεις να ορίζουν την πορεία της,με τις αναμνήσεις να πετρώνουν την ψυχή του.Δεν θα καταφέρει να κλάψει για πολλά χρόνια.Θα γίνει μια σκιά χωρίς συναισθήματα.Ο ήρωας αυτός, της κυρίας Κόντζογλου, περιέχει αρκετές αλληγορίες.Αντικατοπτρίζει τους ανθρώπους που βιώνουν τον βίαιο ξεριζωμό.Κουβαλούν την ζωή που έζησαν και έχασαν,την πίκρα του χωρισμού και της απώλειας.Υπερτερεί το αίσθημα της αυτοσυντήρησης από αυτό της δημιουργίας.Η επιβίωση αποτελεί κύριο μέλημά τους και η επιτυχία είναι το στοίχημα που βάζουν με τον εαυτό τους.Η προσπάθειά τους να τα καταφέρουν είναι η απάντηση που θα δώσουν στους γηγενείς του τόπου εγκατάστασής τους.Σε αυτούς που τους βλέπουν με λύπηση,με φόβο,με καχυποψία.Το πείσμα τούς γιγαντώνει τις προσπάθειες προς απόδειξη της αξίας τους.Ο Αγγελής, κρύβει τα όνειρά του κάτω από τη θλίψη.Η δουλειά είναι μια πράξη λύτρωσης,λήθης και αποξένωσης.Η πρώτη περίοδο της ζωής του στην Εύβοια είναι,κατά κάποιον τρόπο,"διερευνητική" για τον Αγγελή.Είναι η φάση του στεριώματος,της διεκπεραίωσης,της "αναστήλωσης¨"..Ζει με την προσταγή.Αυτή που άκουσε και είπε για τελευταία φορά στα Ψαρά.Όλα είναι φωτιά στο μυαλό και την ζωή του.Ό,τι κάνει έχει την αύρα του "πρέπει".Ταυτόχρονα αντιπροσωπεύει τις αρχές,τα ήθη και τα έθιμα της απελεύθερης Ελλάδας στα γεννοφάσκια της.Η συγγραφέας αποτυπώνει με ευκρίνεια και ζωντανή γραφή το κοινωνικό και λαογραφικό πλαίσιο της εποχής στην επαρχία.Διακρίνονται καθαρά τα απομεινάρια της τουρκικής αλλά και της ενετικής κατοχής στην Εύβοια.Ο Αγγελής,ζώντας με τις αρχές της μητριαρχίας και την Τουρκική κυριαρχία, στο νησί καταγωγής του, βρίσκεται απέναντι στη μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας σε μια άλλη κατάσταση.Παρ΄όλα αυτά,οι αρχές και τα ήθη, που τον έχουν μεγαλώσει, θα παραμείνουν απαρέγκλιτα στα χρόνια που θα ζήσει και θα καθορίσουν, τελικά, πολλές από τις αποφάσεις που θα πάρει και όχι μόνο.Θα καθορίσουν τον χαρακτήρα τον δικό του αλλά και των παιδιών του στο μέλλον,για καλό ή για κακό.
Όταν η ζωή του θα πάρει τον δρόμο της ευτυχίας-τα πρέπει τού είναι πάντα καθοριστικά- αρχίζει να διακρίνει και να ζει και για το "θέλω" του.Και επισημαίνω το "θέλω"γιατί ο Αγγελής δεν είναι, στην πραγματικότητα, ένας φιλόδοξος άντρας.Αρκείται στα δεδομένα της εποχής.Μια μεγάλη οικογένεια,που να τον σέβεται και να τον υπακούει,καλές προίκες για τα παιδιά του,καλούς γαμπρούς για τα κορίτσια του-αυτούς που ο ίδιος θα επιλέξει-,δουλευταράδες και άξιους γιους, για να τους διαφεντεύει στο εμπορικό του.Στο δεύτερο μέρος της ζωής του ο Αγγελής είναι εξαγνισμένος,καθαρός και ελεύθερος απ΄όσα τον καταδυνάστευαν.Η Τερέζα,η δεύτερη γυναίκα του είναι η "Κρυσταλία πηγή του".Μέσα από το πρόσωπό της βρίσκει τον έρωτα,την αγάπη,καταφέρνει να εξιλεωθεί απέναντι στις τύψεις του,απέναντι στις Ερινύες, που τον ακολουθούν, μετά την επιβίωσή του.Έτσι το μοναδικό του "θέλω" είναι το ψαριανό κρασί.Το μοναδικό του όνειρο είναι να φτιάξει το κρασί που θα τον κάνει "να κοινωνήσει τη λήθη".Η κυρία Κόντζογλου εστιάζει την αξία του κρασιού σ΄ένα ιδεολογικό στοιχείο, θα μπορούσα να πω.«Όλη η νοσταλγία για τους νεκρούς του και την πατρίδα είχαν επικεντρωθεί σε ένα τσαμπί σταφύλια»
Ένα αμπέλι.Ένα ιερό αμπέλι δένει τον άνθρωπο με το παρελθόν.Το αμπέλι είναι ιερό στην αρχαιότητα.Είναι το σύμβολο του θεού Διόνυσου.Είναι ιερό και στο Χριστιανισμό.Αποτελεί εορτολογικό και τελετουργικό ορόσημο.Είναι το μέσο για να ενωθεί ο Αγγελής με τους νεκρούς του.Το χώμα που θρέφει τις ρίζες του θρέφει και το όραμά του, να αναγεννήσει τα Ψαρά μέσα από το κρασί του.Να κάνει το μνημόσυνο, που ποτέ δεν κατόρθωσε να κάνει, στους αγαπημένους του ανθρώπους.
Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι πολλά.Όλα έχουν κάποια θέση στην ιστορία.Έκαστος εφ ω ετάχθη.Η συγγραφέας τους πλάθει και τους τοποθετεί την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη θέση για να εξυπηρετήσουν την πλοκή.Σαν οντότητες μεμονωμένες, ο καθένας, αποτελεί σημείο αναφοράς και όλοι μαζί "χτίζουν" τη βάση για να πορευθεί η ιστορία.Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το ιστορικό πλαίσιο που "ντύνει" το βιβλίο.Ο αναγνώστης ανακαλύπτει την Ελλάδα επί της βασιλείας του Όθωνα και της Αμαλίας,μέχρι τη βίαιη εκθρόνισή τους.Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου πηγαίνει με μια μηχανή του χρόνου πίσω,στην Αθήνα που διατηρεί απομεινάρια της τουρκικής επιβολής,αλλά και τη διαδικασία οικοδόμησης της νέας πρωτεύουσας του κράτους.Η παλιά Αθήνα εμφανίζεται ζωντανή,γεμάτη παραλλαγές.Δρόμοι,σοκάκια,άνθρωποι του μόχθου,ελίτ,επαναστάτες,μποέμ,κυρίες των τιμών,παλιοί ήρωες του ΄21.Το λαογραφικό στοιχείο είναι ένας πίνακας ζωγραφικής με λεπτομέρειες και χρώμα που ζωντανεύει μια εποχή κοινωνικής και πολιτικής ανακατάταξης.Δεν θα πω περισσότερα ως προς αυτό.Η αφήγηση της κυρίας Κόντζογλου πιστεύω πως θα σας συναρπάσει.
Διαβάζοντας τα βιβλία, που έχει γράψει η συγγραφέας, ανακάλυψα τον τρόπο που "οικοδομεί" σιγά σιγά τους ήρωες των έργων της.Όλες οι ηρωίδες τής,έχουν κάτι το προσωπικό.Θέλω να πω πως τις δημουργεί όχι έχοντας απέναντί της τα πρόσωπα,αλλά μπαίνοντας μέσα στις ζωές τους η ίδια.Γι΄αυτό και είναι τόσο ζωντανές,τόσο οικείες.Νομίζω πως η κυρία Κόντζογλου μετουσιώνεται κάθε φορά,σε σώμα και ψυχή των ηρώων της, για να τα ζωντανέψει μπροστά στα μάτια μας.Στο "ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΕ",γίνεται μάνα του Αντώνη και της Αυγουστίνας.Τα μεγαλώνει και τα ανατρέφει,τα φροντίζει και τα διαπαιδαγωγεί ώστε να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους.Μεγάλα παιδιά πια, τους δείχνει τον δρόμο για να πορευθούν και μετά από κάποιο σημείο τα παρακολουθεί μαζί μας να πληγώνονται,να ονειρεύονται,να φιλοδοξούν και να κάνουν λάθη,να αγγίζουν τους στόχους τους, να πέφτουν στις παγίδες που τα ίδια έφτιαξαν.Κλαίει και γελάει μαζί τους,κρίνει τα λάθη τους αλλά δεν παρεμβαίνει στις αποφάσεις τους.Είναι περήφανη για τα "παιδιά" της, αλλά αφήνει τον αναγνώστη να τα κρίνει.Σε αυτό το σημείο όμως γίνεται το θαύμα-εγώ τουλάχιστον σαν αναγνώστης έτσι το εκλαμβάνω.Καταφέρνει να με κάνει να κρίνω τον Αντώνη και την Αυγουστίνα όπως θα τα έκρινε εκείνη:σαν μάνα.Αυτό αποτελεί για μένα στοιχείο θαυμασμού.Είναι σαν να προκαλεί τον αναγνώστη να διαβάσει μαζί της την ιστορία των "παιδιών¨της.Θα έλεγα πως αυτό είναι ένα αποτέλεσμα αμφότερα επιθυμητό.Και μάλλον επίτευγμα για ένα συγγραφέα.Να προκαλεί άμεση επικοινωνία, μια ακούσια συνάντηση με το κοινό της.Αλλά ας επανέλθω στα "παιδιά"της συγγραφέως.
Ο Αντώνης, ενώ αρκετές φορές γίνεται μάλλον αντιπαθής, με τη φιλαργυρία,την αμετροέπεια,την κομπορρημοσύνη,την φιλοδοξία του,κάνει τον αναγνώστη να τον κοιτάξει με συμπάθεια,να τον χαρακτηρίσει τραγικό ήρωα..Στην ουσία δεν είναι ένας κακός χαρακτήρας.Είναι έρμαιο των παθών και των φιλοδοξιών του. Είναι πολυμήχανος,πανέξυπνος και ορθολογιστής.Αν και δηλώνει την ανεξαρτησία του και τη διεκδικεί με όποιο τρόπο-θεμιτό ή αθέμιτο-μπορεί,στην ουσία το όνειρό του είναι να πραγματοποιήσει το όνειρο του πατέρα του.Να αξιωθεί στα μάτια του.Δεν έχει μέτρο,δε σταματάει πουθενά,αλλά τις περισσότερες φορές δικαιολογείται με παιδιάστικο τρόπο ακόμα και στον ίδιο του τον εαυτό.Αυθυποβάλλεται και πιστεύει ότι του αξίζει να είναι ο νικητής,ο καλύτερος και χρησιμοποιεί τις ζωές των ανθρώπων που αγαπά για να πετύχει.Γίνεται αδίστακτος,σκληρός αλλά η εφηβική και αργότερα το νεαρό της ηλικίας του, τον εξαγνίζει για τα λάθη του.Μπορεί να αντιδράσει βλέποντας την αλλαγή των πραγμάτων και ανεξαρτητοποιείται για να λάβει μέρος,να γίνει συνεργός της νέας Ελλάδας και όχι θεατής της.
Από την άλλη είναι η Αυγουστίνα.Θα μπορούσε να είναι η ηρωίδα ενός ηθογραφικού διηγήματος της εποχής.Φαίνεται πως και στη συνέχεια της διλογίας είναι ένα δραματικό πρόσωπο.Οροθετείται ως μέσο επίτευξης.Η ευαισθησία και η απόλυτη αγάπη και αφοσίωση προς τον αδελφό της εξαφανίζουν, σχεδόν, την προσωπικότητα και τις αξιώσεις της, από τη ζωή.Αρκετές φορές έχει μεταφυσική υπόσταση.Έχει οράματα που κατευθύνουν τις πράξεις της,Είναι σαν να είναι το σώμα που έχει εγκατασταθεί η θεία της η Αυγουστίνα,που χάθηκε στα Ψαρά.Είναι μια ρομαντική ηρωίδα.Διάγει βίον ενάρετον, κατά κυριολεξία,μέσα σ΄ένα παιχνίδι που τους όρους έχουν βάλει άλλοι για εκείνη.Ακόμα και τις στιγμές που θέλει να κάνει κάτι για τον εαυτό της, μπροστά της, σηκώνεται ο τοίχος του "πρέπει".Έτσι ενώ θα μπορούσε να είναι η μετενσάρκωση της χαράς, της ομορφιάς και της ελευθερίας γίνεται στα χέρια των άλλων ένα άβουλο και μοιραίο πλάσμα.Βέβαια, για να πω και την αλήθεια,η Αυγουστίνα είναι σαν να ψάχνει πάντα κάποιον για να ερμηνεύσει την ατολμία της.Έτσι τη μια είναι οι αυστηρές αρχές του πατέρα της,την άλλη είναι η βασίλισσα Αμαλία,ο αδελφός της ο Αντώνης και τα όνειρά του, που γίνονται και δικά της.Είναι ένα κορίτσι που της έχει δοθεί η ευκαιρία αρκετές φορές να εξελιχθεί,μέσα στα πλαίσια της εποχής της, αλλά συνεχώς κάποιος άλλος γίνεται τροχοπέδη. Η κυρία Κόντζογλου μέσα από τη σκέψη του Θεράποντος Χατζηγιαννάτου,μελλοντικού πεθερού τηςΑυγουστίνας,παρουσιάζει το κορίτσι με τα πιο ιδανικά λόγια για τη θέση και το σκοπό της στην ιστορία αυτή:« να διευκρινίσουμε όμως πως κανείς από τους δύο μελλοντικούς εταίρους δεν ήθελε την Αυγουστίνα Βαμβακά να οδηγηθεί ως πρόβατο επί σφαγή.Έλπιζαν μόνο να είναι κάτι σαν "ανθρώπινη φιλοσοφική λίθος".Με το σμίξιμό της με τον Μάνο θα μεταμόρφωνε αυτόν σε άγιο και τον αδελφό της σε επιτυχημένο άνθρωπο».Αυτά ως προς τις βουλές των ανθρώπων.Προς το τέλος αφήνεται να φανεί πως "άλλα ο Θεός ορίζει".Η Αυγουστίνα,αποτελεί,θα έλεγα,μια αλληγωρική προσωπικότητα.Ένα έρμαιο,κατά τη σύστασή της.Το μικρό δέντρο της Ευρώπης,ανάμεσα σε όρια δύο χωραφιών.Της ανατολής και της δύσης.
Η παράλληλη αφήγηση βοηθάει σε πολλά σημεία,τόσο την ιστορία καθεαυτή,όσο και την εξιλέωση του Αντώνη στα μάτια του αναγνώστη.Το βιβλίο είναι γραμμένο έτσι ώστε να αφηγείται την ιστορία ο Αντώνης Βαμβακάς σε μεγάλη ηλικία,λίγο πριν πεθάνει.Έχει πραγματοποιήσει το όνειρό του και το "ποτό" είναι πια το καλύτερο του κόσμου.Η εναλλαγή των διηγήσεων,από τις σκέψεις του παρόντος στην αναδρομή του παρελθόντος,λειτουργεί σαν γέφυρα, που ενώνει την πορεία της ιστορίας,αλλά έχει και ένα τεχνικό ρόλο θα έλεγα,μιας και το βιβλίο δεν χωρίζεται σε κεφάλαια.Η αφήγηση του Αντώνη στο παρόν,το 1889,λειτουργεί ως έξυπνο συγγραφικό κόλπο.Από τη μια "ξεκουράζει" τον αναγνώστη,από την άλλη-και το πιο βασικό νομίζω-δίνει τη δυνατότητα στον Αντώνη να εξιλεωθεί στα μάτια του αναγνώστη,μέσα από τη μεταμέλεια για τα τεκταινόμενα,τις αποφάσεις και τις πράξεις του παρελθόντος.
Όσον αφορά τη γραφή του βιβλίου,είναι απλή και όπως πάντα περιέχει το στίγμα της κυρίας Κόντζογλου,ως προς το ύφος.Η διήγηση διακόπτεται σε ορισμένες περιπτώσεις με τον δεύτερο πληθυντικό που χρησιμοποιεί,όπως θα έκανε ένας παλιός παραμυθάς του μεσαίωνα,καθισμένος στη μέση μιας ομήγυρης,για να προκαλέσει τους ακροατές (εδώ αναγνώστες) να πάρουν μέρος και αυτή στην ιστορία,με ένα επιφώνημα,ένα γελάκι,ένα μικρό σχολιασμό.Έτσι επικοινωνεί με αμεσότητα την ιστορία της.Το βρίσκω πολύ "τσαχπίνικο" το εύρημα αυτό.Οι παραπομπές σε ιστορικά γεγονότα είναι μικρές και έτσι δεν δημιουργούν διακοπές και ανακολουθία στην ανάγνωση.
Το τελευταίο που θα ήθελα να πω για το ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΕ είναι πως, πλέον, στις φιάλες των κρασιών ψάχνω να βρω το χρώμα από το χρυσάφι του έρωτα και τη σκουριά της αμαρτίας,κατά τα λεγόμενα του Αντώνη Βαμβακά.........(συνεχίζεται)
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι