[...] Η συγγένεια των φωτογραφιών του λευκώματος αυτού προέκυψε σταδιακά. Έχουν τραβηχτεί σε διαφορετικές περιοχές και αποτυπώνουν στοιχεία διαφορετικών πολιτισμών. Είναι όμως όλες θραύσματα του μυαλού μου, στιγμές της ζωής μου και εμμονές του βλέμματός μου. Οι λεζάντες πληροφορούν, χωρίς ούτε κατά διάνοια να φωτίζουν το περιεχόμενο της εικόνας, και υπάρχουν μόνο για να ικανοποιούν την περιέργεια, χωρίς να μεσολαβούν στην προσέγγιση. Ξέρω ότι η φωτογραφική και εκδοτική επιτυχία εξασφαλίζεται καλύτερα με την στενά θεματική παρουσίαση των φωτογραφικών εικόνων. Εγώ όμως είμαι επιφυλακτικός απέναντι σε συλλογές εικόνων, των οποίων η συγγένεια οφείλεται μόνον στην εικονιζόμενη θεματική ενότητα. Πρώτον διότι προσφέρουν τη δικαιολογία για την παρουσία κακών φωτογραφιών κάτω από την ομπρέλα του συγκεκριμένου και ενιαίου θέματος και δεύτερον διότι προσφέρουν στο θεατή έτοιμη την πιο προφανή ερμηνεία της παρουσίας τους. Αρκεί να διαβάσει κανείς κριτικές φωτογραφίας, για να διαπιστώσει πως οι δημοσιογράφοι καταφεύγουν εννιά φορές στις δέκα στη λυτρωτική γι αυτούς ανάλυση του εικονιζόμενου θέματος.
Δεν νομίζω πως θα ήθελα να αναλύσω τις φωτογραφίες μου. Νοιώθω πάντως πολύ χαρούμενος, όταν διαπιστώνω πως γεννούν διαφορετικές αντιδράσεις σε διαφορετικούς ανθρώπους. Αρκεί οι αντιδράσεις αυτές να είναι θετικές και έντονες. Άλλωστε, δεν νομίζω ότι ένα φωτογραφικό έργο λέει κάτι απόλυτα συγκεκριμένο. Συνήθως η ένταση που εκπέμπει (αν είναι ενδιαφέρον), και που οφείλεται στις εσωτερικές του αντιθέσεις, στη μεταμόρφωση των λεπτομερειών και των μεταξύ τους σχέσεων, στις αναφορές και στους υπαινιγμούς του, στις χωρίς πληροφορίες κενές ενδεχομένως περιοχές του, στην αποκοπή του μη εικονιζόμενου κόσμου, και στην αφαίρεση μέσα στην οποία αιωρείται, είναι αυτή που γεννάει τη δημιουργική αντίδραση από την πλευρά του θεατή. Αυτή η αντίδραση με ενδιαφέρει και με συγκινεί πολύ περισσότερο από τη λογική ανάλυση, η οποία αντλεί τις πληροφορίες της από τις συνήθως προφανείς αναφορές στο θέμα.
Οι φωτογραφίες που έκανα στο ύφος της "φωτογραφίας δρόμου", οι φωτογραφίες χορού, τα αγάλματα, τα ερείπια και τα γυναικεία πορτραίτα καλύπτουν την πρώτη περίοδο τής φωτογραφικής μου ζωής. Μερικά δείγματα από αυτές περιλαμβάνονται στο πρώτο τμήμα αυτού τού λευκώματος. Αυτές, μαζί με τις φωτογραφίες που με απασχολούν τα τελευταία χρόνια, και που περιλαμβάνονται στο δεύτερο τμήμα του λευκώματος, μοιράζονται κάτι κοινό: μια θεατρικότητα. Την αίσθηση μιας οργάνωσης του χώρου και του χρόνου, που η πραγματική ζωή δεν μας επιτρέπει να αντιληφθούμε. Φαίνεται πως έχω την ανάγκη αυτής της τάξης, που ακόμα και στο πιο κατεστραμμένο ερείπιο πιστεύω πως υπάρχει. Ασυναίσθητα αναζητώ την απόδειξη πως ο κόσμος είναι στη θέση του και πως, όπως και να τον ανακατέψει κανείς, πάλι στη θέση του θα βρεθεί. ΄Η, με άλλα λόγια, πως η ομορφιά, που γεννιέται από την αρμονία, υπάρχει στο σύνολο επειδή υπάρχει στις ελάχιστες λεπτομέρειες και πως, επειδή ακολουθεί τον χρόνο, δεν γερνάει, αλλά μεταμορφώνεται. Είναι τελικά εκτός χώρου και χρόνου. Η φωτογραφία, γαντζωμένη καθώς είναι στην πραγματικότητα και με την παράξενη ιδιότητα να μιλάει για τον χώρο, ενώ στερείται βάθους, και για τον χρόνο, ενώ κινείται στα κλάσματά του, έχει τη δύναμη να διαπιστώνει όσα υπάρχουν και να υπαινίσσεται όλα όσα φανταζόμαστε δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι αυτά που αποτυπώσαμε είναι πράγματι εκεί, ενώ ταυτόχρονα εμείς τα επινοήσαμε. Η ακριβής αποτύπωση του χώρου και του χρόνου καταλήγει στην ανακατασκευή τους. Οι φωτογραφίες των δύο περιόδων (παρόλο που ο σαφής χρονικός διαχωρισμός είναι λίγο αυθαίρετος) διακρίνονται μεταξύ τους από μια διαφορετική προσέγγιση, την οποία εν μέρει ενίσχυσε και η αλλαγή μηχανής και φορμά. Οι φωτογραφίες της πρώτης περιόδου προσπαθούν να "ζωντανέψουν" και να ξεφύγουν από το πλαίσιο του κάδρου. Χαρακτηρίζονται από εσωτερική κίνηση και από ήχους. Οι φωτογραφίες της δεύτερης περιόδου ανακάλυψαν την ακινησία και τη σιωπή. [...]
(Πλάτων Ριβέλλης, από την εισαγωγή του βιβλίου)