Πως γράφω κριτική; | Είμαι Συγγραφέας | Είμαι Εκδότης | Είμαι Βιβλιοπώλης | Live streaming / Video |
Βιβλίο Του καιρού που επιμένει
Συγγραφέας Μαρία Στασινοπούλου
Κατηγορία Διηγήματα
Εκδότης Κίχλη
Συντάκτης-ρια Μαργαρίτα Αλευρίδη
Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!
Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!
Θέμα μου και πάλι ο χρόνος. Η γραφή με βοηθάει να καταλάβω καλύτερα τη ζωή, με όλες τις αποχρώσεις και τις αντιφάσεις της, τόσο τη δική μου όσο και των άλλων. Η ματιά μου εστιάζει στο διαφορετικό ή στο πρωτότυπο αλλά και στην κοινοτοπία, απ' όπου μπορεί να αντλήσει κανείς τη σοφία της καθημερινότητας. Η διάθεση, και κατ' επέκταση η οπτική μου γωνία, παραμένει νηφάλια, εξεταστική, ειρωνική, χιουμοριστική και κάποτε ερωτοτροπεί με τον αφορισμό αλλά και με το ανέκδοτο.
- Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Πρόκειται για μια συλλογή μικρών και μεγάλων πεζών. Στη σημερινή εποχή της εικόνας και της γρήγορης εναλλαγής των εικόνων, η συγγραφέας μοιράζεται με τον αναγνώστη ογδόντα δύο κείμενα τα οποία σε μια πρώτη ανάγνωση στέκονται αυθύπαρκτα ως φωτογραφικά στιγμιότυπα, και σε μια δεύτερη λειτουργούν σπονδυλωτά συνθέτοντας μια συνεχή ροή η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη ακόμα και μετά την τελευταία σελίδα. Παρόλο που η αφήγηση έχει προφορικότητα, δεν ολισθαίνει προς τη φλυαρία. Τουναντίον. Είναι λιτή, πυκνή, εξαιρετικά ακριβής, και ρέει αβίαστα. Στη δική μου αναγνωστική ματιά, η συγγραφέας σκιαγραφεί τη θεματολογία της χρησιμοποιώντας λεπτές δέσμες φωτός και όχι δυνατούς προβολείς. Διέκρινα έξι θεματικούς άξονες, γύρω από τους οποίους περιστρέφονται τα περισσότερα κείμενα της.
ΧΡΟΝΟΣ
Ο χρόνος συστέλλεται και διαστέλλεται, παγώνει για να αποτυπώσει τη στιγμή αλλά δεν παύει να ρέει ασταμάτητα. Στο Αγάπα τον εαυτό σου, ο χρόνος ωριμάζει πάνω στο τοπογραφικό ίχνος της νοσταλγίας και έχοντας απωλέσει τη γραμμικότητά του μετριέται με την απόσταση όπως αυτή υφίσταται στη μνήμη. Τότε-Εκεί, Τώρα-Εδώ, το Έπειτα όπως Εκεί κι ας μην υπάρχει πια. «Πόσος καιρός μας μένει ακόμη; Μην ξεχνάς ότι κι εσύ κι εγώ έχουμε φτάσει στα Καραγιανναίικα πια», λέει η ηρωίδα στη φίλη της, αναφερόμενη στο τελευταίο σπίτι του χωριού τους, ακριβώς απέναντι από το νεκροταφείο.
ΓΛΩΣΣΑ & ΛΟΓΟΣ
Η αντιληπτικότητα της γλώσσας και ο τρόπος που αυτή χρησιμοποιείται κατέχουν σημαίνουσες θέσεις στα κείμενα του βιβλίου. Ίσως γιατί είμαστε ο τρόπος που ερμηνεύουμε ή παρερμηνεύουμε τη γλώσσα που χρησιμοποιούμε. Στις Γλωσσικές εκρήξεις, η γλώσσα λειτουργεί κυρίως ως επιπλέον αισθητήριο ψηλάφησης του συναισθηματικού κόσμου του ήρωα. «Δεν ξέρω αν είναι υπερβολή, νομίζω όμως ότι δε θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τα λεξικά μου». Στο Ασφαλές και μη ασφαλές λάθος, ο τρόπος που ο ήρωας προβάλει στην προσωπική του ζωή μια συγκεκριμένη φράση που αφορά σε θέματα στρατηγικής, αποκαλύπτει την ψυχοσύνθεση του. Ο ήρωας της Γοητείας, χωρίς να γνωρίζει την ερμηνεία της λέξης ‘γοητεία’, διαβάζει ένα τσιτάτο του Καμί σχετικά –γοητεία είναι ένας τρόπος να παίρνεις την απάντηση ‘ναι’ χωρίς να έχεις κάνει κάποια ξεκάθαρη ερώτηση- και αποδίδει αυθαίρετα στον εαυτό του ένα χαρακτηριστικό εξαιτίας του οποίου απολαμβάνει τη φροντίδα των φίλων του.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
Στο Ο κόσμος είναι εύκολος, ένας απλός παλμός, καταγράφεται με υπέροχο τρόπο η ταλάντωσή του ατόμου, η περιοδική του μεταβολή γύρω από την εκάστοτε θέση ισορροπίας του όπως αυτή ορίζεται από τις επιταγές της κοινωνίας που ζει. Η σύζυγος μένει έγκυος από τον παντρεμένο εραστή της, και το παιδί -εντός και συγχρόνως εκτός γάμου- αναγνωρίζεται και, κατόπιν διαζυγίου, ξε-αναγνωρίζεται. Γιατί ο κόσμος ο Μικρός ο Μέγας είναι συγχρόνως και Μέγας και Μικρός. Στο Φόνος με αιτία, η καταγραφή του τρόπου που ο κοινωνικός φακός πέφτει πάνω στο θύμα για να κατανοήσει το κίνητρο του θύτη, συνοψίζεται στη φράση «Να δεις που δεν τον έχουν πυροβολημένο για καλό». Σε όλα τα παραπάνω, η ηρωίδα του πολύ σημαντικού Όσα μου λείψανε, κλείνει με νόημα το μάτι, και απευθυνόμενη κυρίως στα έμφυλα στερεότυπα της εποχής της λέει «Πολλά δεν έκανα αλλά πολύ περισσότερα έκανα».
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ & ΤΑ ΠΑΡΕΛΚΟΜΕΝΑ ΑΥΤΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΣΥΝΘΕΣΗΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ
Στο Τους πρόλαβε ο θάνατος, μουδιάζει το μυαλό μπροστά στο οριακό σημείο όπου ο θάνατος του αγαπημένου προσώπου φέρνει ταυτόχρονα οικονομική ανακούφιση. Στον Τρόμο, μετά από έναν καταστροφικό σεισμό, η μοναδική μέριμνα της γυναίκας που ανασύρεται ζωντανή μέσα από τα ερείπια, είναι να ενημερώσει τους διασώστες να τη μεταφέρουν σε δημόσιο νοσοκομείο γιατί δεν έχει χρήματα για ιδιωτικό. Στη φαινομενικά ανάλαφρη Λογοθεραπεία, ο μικρός Οδυσσέας δεν μπορεί να πει το σίγμα κι εξετάζεται από επιτροπή ειδικών προκειμένου να του εγκρίνουν μαθήματα λογοθεραπείας. Κατά την εξέτασή του όμως προφέρει το σίγμα κανονικά. «Βρε, γιατί τα είπες όλα καθαρά; Θα μας κόψουν το επίδομα», τον ρωτάει ο πατέρας του κι εκείνος απαντά «Χέθτηκα». Η φαρσικότητα του κειμένου δεν αναιρεί αλλά επιβεβαιώνει τη μετάλλαξη της κοινωνικής μονάδας σε ένα νέο είδος, αυτό που αναγκάζεται να μάθει να ζει με επιδόματα.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΗΣ ΦΘΟΡΑΣ
Ο φόβος της φθοράς και το τίμημα της άνισης μάχης που δίνουμε καθημερινά με τον χρόνο, διαπνέει την πλειονότητα των κειμένων. Στην Υπεξαίρεση, μέσα σε λίγες γραμμές, η συγγραφέας κάνει έναν γενναίο απολογισμό αφήνοντας τον αναγνώστη πλήρως εκτεθειμένο μπροστά στη μεγάλη του ήττα. Το Διαδοχικοί θάνατοι, είναι μια μικρή σπουδή πάνω στη φθορά «Ο άνθρωπος υφίσταται πολλούς διαδοχικούς θανάτους. Μεγάλο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό έχουν οι αισθήσεις». Στο Αδύναμος ο άνθρωπος έως θανάτου, είμαστε αβοήθητοι απέναντι στην αρρώστια και τον θάνατο, τον δικό μας και των αγαπημένων. Ισχύει ή όχι, από κάποιο σημείο της ζωής μας κι έπειτα αυτό φοβόμαστε, με αυτήν την αγωνία ζούμε, και με αυτήν φροντίζουμε τους αγαπημένους μας. Στην Άρνηση πραγματικότητας -ένα κείμενο γραμμένο κυρίως με κατανόηση και τρυφερότητα απέναντι στην ανθρώπινη αντιφατικότητα- εκείνος που φροντίζει, αισθάνεται πιο αδύναμος από τον πάσχοντα. «…θυμάμαι τον ψυχολόγο που άκουσα μια μέρα στην τηλεόραση να λέει ότι σε περίπτωση χρόνιων ψυχοφθόρων περιστατικών στο σπίτι, όπως η άνοια ή το Αλτσχάιμερ, ή κάθε μορφής αναπηρία, αυτοί που χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη είναι οι συγγενείς και οι φροντιστές των πασχόντων, όχι οι άρρωστοι. Έτσι ηρέμησα».
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ
Ξεχώρισα εκείνα τα κείμενα που είναι γραμμένα με χιούμορ και δόσεις κυνισμού, όπως το Για όλα χρειάζεται μια τελετή, όπου η ηλικιωμένη ηρωίδα αποφασίζει να μην ξαναπατήσει το πόδι της σε κηδεία, αλλά να δημιουργεί ατμόσφαιρα τελετής ακόμα κι όταν κάθεται στο σπίτι για να δει τηλεόραση. «Τη βρήκαν στολισμένη –ταγιεράκι, φουλάρι Hermes, χρυσαφικά, μαλλί οντουλέ, και γόβα Καλογήρου- και υπέθεσαν ότι ετοιμαζόταν για έξοδο». Στην Προνοητική γραία, η ηλικιωμένη ηρωίδα φτιάχνει εν ζωή τον τάφο της και τον φροντίζει, σε μια προσπάθεια να στριμώξει τη συνθήκη του θανάτου στις διαστάσεις της καθημερινότητάς της, με απώτερο σκοπό ίσως την πλήρη εξοικείωση μαζί του. «Άμα δεν καμαρώσω τον τάφο μου ζωντανή, πότε θα τον καμαρώσω; Πεθαμένη;», λέει στον γιο της.
Στην κατακλείδα, ο καιρός που επιμένει είναι γεμάτος από εικόνες, συναισθήματα, καθημερινές συνήθειες, μοτίβα συμπεριφορών, ευτυχίες και δυστυχίες, σιγουριές και φόβους των ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Ζωές οικείες, που άλλες φορές κινούνται παράλληλα αναπνέοντας η μία το οξυγόνο της άλλης, άλλες διασταυρώνονται, άλλες γίνονται ένα και μετά χωρίζονται για να ενωθούν ξανά. Η συγγραφέας αποτυπώνει τη διαδικασία της ζωής με ενάργεια, τιμιότητα και ειλικρίνεια φωτογραφίζοντας στιγμές που ανήκουν, αν όχι σε όλους, στους περισσότερους από εμάς. Ήδη, από την πρώτη κιόλας ιστορία, η μυθοπλασία έχει υποδόρια κατακτηθεί από έναν απόλυτα ρεαλιστικό διάλογο, που ξεκινάει μεταξύ των ηρώων και εξελίσσεται με τη συμμετοχή του αναγνώστη.