Πως γράφω κριτική; | Είμαι Συγγραφέας | Είμαι Εκδότης | Είμαι Βιβλιοπώλης | Live streaming / Video |
Βιβλίο Ο βαρδάρης φύσαγε λερός
Συγγραφέας Παντελής Κάλλιας
Κατηγορία Ιστορικό μυθιστόρημα
Εκδότης Πνοή
Συντάκτης-ρια Τόλης Αναγνωστόπουλος
Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!
Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!
Στο κάδρο της αφήγησης του συγγραφέα η σκληρή, αιματηρή και απάνθρωπη περίοδος της γερμανικής κατοχής στη Θεσσαλονίκη ιδιαίτερα για τους Εβραίους κατοίκους της μέχρι και την εκδίωξή τους από αυτή τον Απρίλιο του 1943.
Ο Παντελής Κάλλιας φαίνεται να επιλέγει ιστορικά μια εποχή που έχει μελετήσει ενδελεχώς πετυχαίνοντας ολοζώντανη αποτύπωση-αναπαράσταση αυτής με ολοζώντανες εικόνες. Αφηγείται λοιπόν με ιστορική ακρίβεια και εξαιρετικό ρυθμό τον αγώνα ενός νεαρού ζευγαριού Εβραίων του Αλμπέρτο και της Αλέγρας να γλυτώσουν από το μίσος ξένων κατακτητών και εγχώριων προδοτών και δωσίλογων.
«Οι μέρες εγκυμονούν καχυποψία. Η ανέχεια, το κρύο και το νηστικό χνότο των ανθρώπων γεννούν προδοσία καθημερινά. Σε αυτές τις συνθήκες «καθημερινοί άνθρωπο, νοικοκυραίοι που έβλεπαν τις φαμίλιες και τα παιδιά τους να χάνονται, προδίδουν ανερυθρίαστα τον φίλο, τον γείτονα, το συγγενή ακόμα και τον αδελφό». Και ο Βαρδάρης, ο άνεμος που φυσάει πάνω από την πόλη δε μένει ανεπηρέαστος. Φυσάει λερός προς κάθε κατεύθυνση όχι μόνο βορειοδυτικά, ούτε και εξασθενεί στον Θερμαϊκό ως συνήθιζε.
Ο Κάλλιας αν και πρωτοεμφανιζόμενος προβαίνει σε υψηλού ρίσκου συγγραφικές τεχνικές χωρίζοντας την πλοκή του σε τρεις χρονικές περιόδους (πριν από την εισβολή των Γερμανών, κατά τη διάρκεια και μετά από αυτή) αλλά και τρεις τόπους διεξαγωγής αυτής(Θεσσαλονίκη, Μάκρη-Αλεξανδρούπολη, Δέλτα του Έβρου) κάνοντας συχνά μπρος πίσω στο χρόνο. Δικαιώνεται πανηγυρικά καθώς προσέρχεται πολύ καλά διαβασμένος με συμπαγή γραφή και με εξαιρετική ευχέρεια αφήγησης.
Σκοπός του να κατανοήσει ο αναγνώστης τις συνθήκες (εξωγενείς και μη) που έστρωσαν το έδαφος για να υποστεί η εβραϊκή κοινότητα εξευτελισμούς, καταναγκαστικά έργα, εκδιώξεις και λεηλασίες περιουσιών. Εξηγεί πως δεν ήταν μόνο η βαρβαρότητα και η αλαζονεία των «από έξω» φασιστών-ρατσιστών που έγραψαν και σκηνοθέτησαν αυτό το ζοφερό έργο αλλά και η απάθεια και η ατολμία των «από μέσα» που είτε την ανέχτηκαν, είτε τους βοήθησαν, είτε σιώπησαν.
Κάνω μία παρένθεση και αναφέρω εδώ χαρακτηριστικά τα λόγια του τέως δήμαρχου Θεσσαλονίκης Γ. Μπουτάρη, στα εγκαίνια του μουσείου για το Εβραϊκό νεκροταφείο:
«Η πόλη άργησε αδικαιολόγητα να σπάσει την άδικη και ένοχη σιωπή της. Αλλά τώρα μπορεί να λέει ότι ντρέπεται για αυτήν την άδικη και ένοχη σιωπή»
Η εσφαλμένη πληροφόρηση ο εφησυχασμός από τους Προέδρους των Ισραηλίτικων οργανώσεων (διορισμένους από τους Γερμανούς) έδωσαν στην εβραϊκή κοινότητα μια ψευδαίσθηση ασφαλείας τέτοια που πιάστηκε τελείως απροετοίμαστη όταν ξεκίνησε το πογκρόμ.
Κάποια μέλη της όπως ο Μιχαέλ, πατέρας της Αλέγρας, μεγάλος τυπογράφος, συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς με σκοπό την επιβίωση, χάνοντας όμως την αξιοπρέπεια και τον σεβασμό ακόμα και από την ίδια του την οικογένεια. Ο Μιχαέλ τυπώνει στη λινοτυπική του μηχανή Harris Intertype τη φιλογερμανική εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» και ο συγγραφέας ξετυλίγει τις πρώτες του λογοτεχνικές αρετές περιγράφοντας την όλη διαδικασία εκτύπωσης με τα πλήκτρα, το χυτήριο, τα καλούπια, τις μήτρες των στοιχείων το μαγκαζίνο και τις συμπαγείς αράδες. Παρακολουθούμε μαγεμένοι έχοντας και εμείς όπως ο Μίχαελ ως μουσική υπόκρουση «Το πέταγμα της μέλισσας» του Κορσακόφ. Όπως και όταν ο Κάλλιας μας ξεναγεί σε όλα τα επιβλητικά κτίρια του Κέντρου της Θεσσαλονίκης, στα σοκάκια με τους κρυμμένους θησαυρούς της από μυρωδιές, μπαχάρια και τοπικά πιάτα της Κατοχής (μπομπότα, καρισίκ και ρεβίθια κουρτουλούς) ιδανικά για να ξεγελάσουν τη φτώχεια και την πείνα.
Μένει όμως πάντα κοντά στους πρωταγωνιστές του. Διεισδύει μέσα στο ανθρώπινο δράμα που εξελίσσεται, στην ψυχοσύνθεση αυτών των ανθρώπων τοποθετεί μια κάμερα στραμμένη στα πρόσωπα, στα μάτια τους, μας τοποθετεί πλάι τους. Παρακολουθούμε και εμείς το μίσος στα πρόσωπα των Γερμανών αλλά και των εδώ συνεργατών τους χωρίς να μπορούμε να καταλάβουμε προς τί αυτή η ένταση. Θυμίζει το εμβληματικό βιβλίο του Πρίμο Λέβι «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος» που ο συγγραφέας, ο ίδιος επιζών από στρατόπεδο συγκέντρωσης δεν μπορεί να αντιληφθεί το θυμό στα πρόσωπα όλων των SS και αναρωτιέται:
«Πώς είναι δυνατόν να είσαι θυμωμένος με κάποιον που προηγουμένως δεν έχει κάνει τίποτα για να σε εκνευρίσει;».
Η «κάμερα» του Κάλλια πάει πλάι και στους επίσης εξαιρετικά καλοφτιαγμένους δευτερεύοντες χαρακτήρες όπως ο λουστράκος Γιάννης και ο Κοσσοβάρος ταβερνιάρης Σκεντέρ που θα παίξουν κομβικό ρόλο στην «απόδραση» του ζευγαριού. Ένα ζευγάρι που πορεύεται για τη Μάκρη μακριά από την κόλαση για να βρει το δικό του παράδεισο. Στο πέρασμα από το Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) ο συγγραφέας θα μας χαρίσει άλλο ένα εξαιρετικό οδοιπορικό όπως αυτό της Θεσσαλονίκης με ιστορία, ήθη και έθιμα και φυσικά με προσήλωση στην αρχιτεκτονική της πόλης. Στη Μάκρη δύο σταυραδερφοί ο Λευτέρης και ο Δημήτρης μαζί με τον καπτάν Μουράτ θα τους βοηθήσουν να πετύχουν το όνειρο. Το ζευγάρι όμως δεν είναι όπως πριν. Βρίσκεται σε «ελεύθερη πτώση συναισθημάτων» χωρίς αγάπη και νιάξιμο. Ο Λευτέρης, μαγεμένος από την ομορφιά της Αλέγρας είναι αυτός που θα αναλάβει το ρόλο να την προστατεύσει. Μαζί της όπως και με τον καπετάνιο και τον Αλμπέρτο θα προσπαθήσουν να περάσουν στην Τουρκία. Η μοίρα όμως θα έχει άλλες διαθέσεις.
Αξιολογότατη συγγραφική προσπάθεια του Παντελή Κάλλια. Βάζει πολύ ψηλά τον πήχη, μας προδιαθέτει για ακόμα μεγαλύτερα πράγματα δεδομένης της αρτιότητας και της ποιότητας του πρώτου πονήματός του.
Διαβάζοντάς τον είναι σαν να ανοίγεται μπροστά σου ένας άτλας όπως αυτούς που είχαμε παλιά στο σχολείο από τον «Σιόλα-Αλεξίου» με γεωγραφικά, ιστορικά και μνημειακά στοιχεία.
Οι ιστορίες του απλώνονται στον χώρο και στο χρόνο φτιάχνοντας ιστορικά, ψηφιδωτά που ενωμένα φαίνονται να δημιουργούν ένα χρονικό παλίμψηστο.
Λογοτεχνικά πετυχαίνει να μη θέλει ο αναγνώστης να σταματήσει την ανάγνωση πριν φτάσει στο τέλος του βιβλίου ενώ με τα μηνύματα που περνάει μέσα από αυτό βάζει ξυπνητήρια συνείδησης σε όλους μας καθώς το κακό που έγινε αν δεν προσέξουμε μπορεί πάλι να μας βρει και να αφορά άλλες ομάδες που θα διώκονται για το φύλο, τη φυλή ή το χρώμα τους.
Ευελπιστώ πως κανένας άνεμος δε θα φυσάει πουθενά λερά και να μην ξαναζήσουμε τέτοια γεγονότα. Και όπως έλεγε και ο μεγάλος τραγουδοποιός Παπάζογλου:
Φύσηξε ο Βαρδάρης και καθάρισε Ήλιος λες και τελείωσε ο χειμώνας