Πως γράφω κριτική; | Είμαι Συγγραφέας | Είμαι Εκδότης | Είμαι Βιβλιοπώλης | Live streaming / Video |
Βιβλίο Φρίντριχ Νίτσε, 'Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης'
Συγγραφέας Sue Prideaux
Κατηγορία Βιογραφία
Εκδότης Πατάκης
Συντάκτης-ρια Λεύκη Σαραντινού
Το διάβασες;
Πες τη γνώμη σου στο Bookia!
Βαθμολόγησε στο Bookia αυτό το βιβλίο και γενικά τα βιβλία που διαβάζεις!
Sue Prideaux, Φρίντριχ Νίτσε, "Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης", η βιογραφία
Το παρόν πόνημα αναδείχθηκε ως η βιογραφία της χρονιάς για το 2018 από τους Times στην Αγγλία και δικαίως. Αναμφίβολα πρόκειται για την αριστοτεχνική βιογραφία ενός χαρισματικού και ξεχωριστού ανθρώπου, ο οποίος άσκησε μεγάλη επίδραση στη σκέψη των κατοπινών στοχαστών.
Η Sue Prideaux ξεκινά κάπως ανορθόδοξα την αφήγηση της ζωής του μεγάλου φιλοσόφου. Δεν παίρνει ως αφετηρία τη γέννησή του το 1844, τα παιδικά του χρόνια ή την οικογένειά του, αλλά δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα στο βιβλίο της από το 1869, το έτος- σταθμό στη ζωή του Νίτσε. Τότε ήταν που γνώρισε τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη και αναμορφωτή της όπερας, τον Ρίχαρντ Βάγκνερ και τη σύνευνή του, την Κόζιμα.
Πράγματι, από το 1869 έως και το 1872, όταν ο Βάγκνερ συνέγραφε την περίφημη Τετραλογία του στην εξοχική βίλα του στο Τρίμπσεν κοντά στη Λουκέρνη της Ελβετίας, ο Νίτσε μοιράστηκε μαζί τους αξέχαστες στιγμές. Οι τρεις τους απολάμβαναν αρχικά, μαζί με τη λατρεία της φύσης και της γερμανικής αποκρυφιστικής μυθολογίας, και πλήρη σύμπνοια των απόψεών τους και ο Βάγκνερ άσκησε μεγάλη επίδραση στην προσωπικότητα του εικοσιπεντάχρονου Νίτσε. Στη συνέχεια, βέβαια, οι δρόμοι τους χώρισαν αναπόφευκτα, αφού ο Νίτσε διαφώνησε με τον εθνικισμό, τον παγγερμανισμό και τον αντισημιτισμό που διέκρινε τον Βάγκνερ.
Ο ίδιος ο Νίτσε ποτέ στη ζωή του δεν υπήρξε εθνικιστής και αυτό αποτελεί τη μέγιστη ειρωνεία, αν σκεφτεί κανείς ότι οι ναζί παρερμήνευσαν αργότερα το έργο του και αλλοίωσαν το περιεχόμενο που ο ίδιος έδινε στη λέξη "Υπεράνθρωπος". Αντιθέτως, υπήρξε θιασωτής του πανευρωπαϊσμού.
Η Sue Prideaux στη βιογραφία της εξετάζει τόσο το έργο του μεγάλου στοχαστή, την οικογένειά του, τον περίγυρό του και την εποχή κατά την οποία έζησε, όσο και τον ίδιο τον άνθρωπο Νίτσε, τις επιρροές που δέχτηκε, αυτούς τους οποίους με τη σειρά του επηρέασε, αλλά και εκείνους οι οποίοι χάλκευσαν το έργο του και σπίλωσαν τόσο άδικα το όνομά του.
Αναντίρρητα, ένας τόσος μεγάλος νους όσο ο Νίτσε, δεν θα μπορούσε παρά να είναι και ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Ήρεμος, καλός συνομιλητής και πράος ως χαρακτήρας, αυτός ο τόσο ξεχωριστός νους κρυβόταν πίσω από ένα σωματώδες σουλούπι, το οποίο συνδέθηκε στη μνήμη μας με το τεράστιο μουστάκι που κοσμούσε το πρόσωπό του. Τα πολύ εκφραστικά, όμως, μάτια του, ήταν κείνα που μαγνήτιζαν τους πάντες γύρω του.
Στοχαστής πολυγραφότατος, ήταν ταυτοχρόνως ποιητής και εξαίρετος μουσικός, με ξεχωριστή ικανότητα στον αυτοσχεδιασμό στο πιάνο. Μπορεί να μην διακρίθηκε για τις ικανότητές του στη σύνθεση, ωστόσο δεν δίστασε να το επιχειρήσει και αυτό, όπως και τη σύνθεση μιας τραγωδίας. Εξάλλου, όπως έλεγε για να τονίσει τη σημασία που είχε η μούσα Ευτέρπη για εκείνον και την κοσμοθεωρία του, "η ζωή χωρίς τη μουσική θα ήταν λάθος".
Ως μαθητής και φοιτητής είχε ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες και διορίστηκε μάλιστα ως Καθηγητής της Φιλολογίας στη Βασιλεία, χωρίς να έχει αποφοιτήσει καν επισήμως από το πανεπιστήμιο. Αργότερα αποκήρυξε εντελώς τη φιλολογία και στράφηκε στη φιλοσοφία. Φυσιολάτρης, φιλόμουσος και φιλέλλην, δεν δίστασε πολλές φορές να αλλάξει πορεία πλεύσης κατά τη διάρκεια της βασανισμένης του ζωής και να αναθεωρήσει πολλάκις τις απόψεις του.
Το σημαντικότατο και ογκώδες έργο του παίρνει ακόμα μεγαλύτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς ότι μια ζωή ταλαιπωρούταν από την απροσδιόριστη εκείνη νόσο του εγκεφάλου, μάλλον κληρονομική, που ταλαιπωρούσε και τον πατέρα του, η οποία τον οδήγησε τελικά στην τρέλα κατά τα έντεκα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Υπέφερε από πονοκεφάλους, εμετούς και φωτοφοβία και οδηγήθηκε σταδιακά σε πλήρη σχεδόν τύφλωση, περνώντας πολλές μέρες του βίου του σε πλήρη ακινησία στο κρεβάτι του. Παρ' όλα αυτά, όμως, δεν σταμάτησε να εργάζεται άοκνα όλον τον υπόλοιπο καιρό, να διαβάζει και να στοχάζεται διαρκώς.
Στα ταξίδια του στο Τορίνο, στη Νίκαια, στη Γερμανία και στα ελβετικά βουνά έπαιρνε πάντοτε μαζί του ένα μπαούλο με τα αγαπημένα του βιβλία. Και όταν ακόμη οδηγήθηκε στην τρέλα, ούτε τότε έπαψε να σκέφτεται τους σιωπηλούς αυτούς συντρόφους της ζωής του, αφού αποκαλούσε "βιβλίο" κάθε τι που τον ευχαριστούσε.
Η Sue Prideaux αφηγείται με εξαιρετική μαεστρία και κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα της ζωής του, χωρίς περιττούς συναισθηματισμούς, εξάρσεις και κρίσεις, αλλά αφήνοντας τα γεγονότα να μιλήσουν από μόνα τους και τον αναγνώστη να σχηματίσει ο ίδιος άποψη για αυτά. Ενίοτε μόνο επιτρέπει στον εαυτό της ένα καλά συγκεκαλυμμένο σχόλιο και πάλι, όμως, διατηρώντας τη μέγιστη δυνατή αποστασιοποίηση από τα γεγονότα.
Εκτός, λοιπόν, από βιογραφία και τοιχογραφία της εποχής, αλλά και των ανθρώπων που περιέβαλλαν και γνώρισαν από κοντά τον μεγάλο φιλόσοφο, το παρόν πόνημα μας δίνει το έναυσμα να μελετήσουμε όχι μόνο τα έργα του ίδιου του μεγάλου φιλοσόφου, αλλά και τον Γκαίτε, τον Βύρωνα, τον Σοπενχάουερ, τον Χέλνετριν και άλλους συγγραφείς και στοχαστές που άσκησαν επίδραση στον Νίτσε, αλλά και να ακούσουμε μουσική, την οποία αυτός λάτρευε, ιδίως Βάγκνερ, αλλά και την "Κάρμεν" του Μπιζέ.
Πρόκειται για ένα έργο που θα κάνει τον αναγνώστη να βιώσει ποικίλα συναισθήματα. Μπορεί κάπου κάπου να νιώσουμε μια κάποια αποστροφή για τη μεγαλομανία του Νίτσε, όπως αυτή εκδηλώθηκε κυρίως στα χρόνια πριν αρρωστήσει, αλλά οπωσδήποτε θα θαυμάσουμε τη μεγαλοφυή του σκέψη και τη θέλησή του να εργαστεί σε τόσο δύσκολες για τον οργανισμό του συνθήκες. Και σίγουρα θα τον συμπαθήσουμε για την πραότητά του. Δεν θα μπορέσουμε, όμως, να αποφύγουμε τη συγκίνηση για το τόσο άδοξο τέλος του.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι, ενώ ο Νίτσε προσπαθούσε μια ολόκληρη ζωή να γίνει γνωστός μέσα από τα έργα του, χωρίς να το καταφέρνει, η αναγνώριση ήρθε τελικά όταν ήταν πια πολύ αργά γι' αυτόν για να το χαρεί, όταν δηλαδή είχε ήδη βυθιστεί στον κυκεώνα της τρέλας του.
Τέλος, οπωσδήποτε θα νιώσουμε απέχθεια για τη φιλόδοξη αδελφή του Νίτσε την Ελίζαμπεθ, η οποία δεν δίστασε, χάριν της δικής της υστεροφημίας, να χαλκεύσει το έργο του και να συνδέσει, αδίκως, τον σπουδαίο αυτόν άντρα με την ειδεχθή κοσμοθεωρία των ναζί.