Γράφει: Διονύσης Λεϊμονής
Η Βασιλική Νευροκοπλή είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης και τουΤμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλλών Τεχνών του Α.Π.Θ. Έχουν εκδοθεί δεκαπέντε παιδικά βιβλία της, ένα εφηβικό, ένα θεατρικό μονόπρακτο, ένα πεζογράφημα, ενώ κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά.
Βιβλία της κυκλοφορούν στα τουρκικά, στα αγγλικά, ενώ ετοιμάζεται και η γαλλική τους έκδοση. Έχει πραγματοποιήσει εκατοντάδες παρουσιάσεις, αφηγήσεις και δραματοποιήσεις παραμυθιών της σε σχολεία, βιβλιοθήκες και θέατρα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το βιβλίο της Το παραμύθι της Μουσικής έχει ανεβεί ως παράσταση με την ίδια ως ηθοποιό στους εξής χώρους:
- Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, Φεβρουάριος 2007 (πέντε παραστάσεις),
- Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στο πλαίσιο της «Νύχτας Διαλόγου» σε διοργάνωση του Υπουργείου Πολιτισμού και του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού σε συνεργασία με το ίδρυμα Anna Lindh, Μάιος 2008.
- Lincoln Center, Νέα Υόρκη, Μάρτιος 2014.
- Μουσείο Μετάξης ΠΙΟΜ, Σουφλί, Δεκέμβριος 2016.
- ΠΙΟΜ, Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2016.
- Putzbrunn Cultural Center, Μόναχο, Φεβρουάριος 2018.
Διακρίσεις:
- Βραβείο Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου 2008 για το βιβλίο Αν τ’ αγαπάς ξανάρχονται.
- Βραβείο Περιοδικού Διαβάζω 2008 για το βιβλίο Αν τ’ αγαπάς ξανάρχονται.
- Υποψήφια του βραβείου Διαβάζω 2009 για το βιβλίο Το παραμύθι της μουσικής.
- Υποψήφια του Κρατικού βραβείου παιδικής λογοτεχνίας 2009 για το βιβλίο Το παραμύθι της μουσικής.
- Β' Βραβείο στον Διεθνή Διαγωνισμό Διηγήματος με θέμα: «Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα», AsociacionCultural Helenica «Nostos», Αργεντινή, 2011.
- Α' Διεθνές βραβείο «Annie Vallotton» για τη σειρά τεσσάρων βιβλίων «Οι ιστορίες του Καλλίστρατου», παγκόσμιο συνέδριο Ηνωμένων Βιβλικών Εταιριών, Ν. Κορέα, 2015.
- Βραβείο εφηβικής λογοτεχνίας του Ελληνικού Τμήματος του International Board on Books for Young People (ΙΒΒΥ) 2019 για το βιβλίο Ο μικρός μονομάχος.
Περισσότερα για τη Βασιλική Νευροκοπλή στα:
Εκπαιδευτικός, ηθοποιός, στιχουργός, συγγραφέας παιδικών βιβλίων… Ποιος από αυτούς τους «ρόλους» μπορεί να επισκιάζει τους άλλους ή συνυπάρχουν αρμονικά;
Η θάλασσα είναι μία και η αυτή. Η μεγάλη και ευρύχωρος. Θα μπορούσε να ισχυριστεί ποτέ κανείς πως άλλο «ρόλο» έχει η θάλασσα του Ατλαντικού και άλλο του Ειρηνικου ή ότι η θάλασσα του Αιγαίου επισκιάζει αυτήν του Κρητικού πελάγους; Κι όμως, ενώ παραμένει πάντα η μία και αυτή θάλασσα, στο συναπάντημά της με κάθε τόπο παρουσιάζει και κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει αφ’ εαυτού της ούτε ερήμην της ξηράς. Η θάλασσα βρίσκεται πάντα «σε σχέση». Σχέση με την ξηρά, σχέση με τον ουρανό, τα καιρικά φαινόμενα, τους βυθούς της και τα πλάσματα που περιέχει.
Κατ’ αντιστοιχία, εγώ είμαι ένας οδοιπόρος της εποχής του και της περιοχής του που βαδίζει στο δρόμο της ζωής που του δόθηκε. Και βρίσκομαι «σε σχέση» με αυτόν τον δρόμο και ό,τι κάθε φορά συναντώ. Δεν υπάρχω αφ’ εαυτού μου. Είμαι «εν τη οδώ». Ανάλογα μ’ αυτό που συσχετίζομαι, προκύπτει και κάτι άλλο: στίχοι, παραμύθια, ζωγραφική, μαγειρική και πλήθος άλλες εκφάνσεις της τέχνης στις οποίες καταφεύγω μετέχοντας στο μέγα μυστήριο της ζωής. Δεν παύω να είμαι ολόκληρη σε καθε τέτοια έκφανση, αλλά διεισδύοντας κάθε φορά και σε άλλο κανάλι, γεννιέται μια άλλη μορφή και ιδιότητα του είναι μου. Καμία απ’ αυτές δεν αναιρεί κάποια άλλη, δεν την καταργεί ούτε και την αντιμάχεται. Η ίδια η ζωή είναι μια αφάνταστα δυνατή συγκολλητική ουσία που ενώνει όλα τα θραύσματα του καθενός μας, εφόσον παραμένουμε στο δρόμο που μας δόθηκε.
Κουβαλάμε τις αφηγήσεις και τις αναγνώσεις μας… Ποιο είναι το δικό σας «φορτίο»;
Μακάρι να ξέραμε τι κουβαλάμε... ή ίσως και καλύτερα που δεν ξέρουμε... Ώρες ώρες νομίζω πως κουβλαώ μέσα μου όλους τους προηγούμενους αιώνες, αλλά και τους επερχόμενους. Δεν καταλογραφούνται τα φορτία μας ούτε απαριθμούνται. Νομίζω όμως πως υπάρχει πάντα ένας πυρήνας τέτοιων φορτίων που διαμορφώνεται κατά την παιδική μας ηλικία και μας καθοίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό. Για μένα, λοιπόν, αυτός ο πυρήνας με μια λέξη είναι η Εκκλησία. Τα αρώματα του θυμιάματος, η ευωδιά από το ράσο και το καλυμαύχι του πατέρα μου, οι βυζαντινές μελωδίες και τα ποιητικότατα εκκλησιαστικά μελισματα, οι αγιογραφιές των ναών στους οποίους μεγάλωσα. Ίσως τελικά και γι’ αυτό να μην μπορώ να δεχτώ τον τεμαχισμό της ζωής και του ανθρώπου. Γεννήθηκα κι ανατράφηκα μέσα στην ενότητα του σύμπαντος κόσμου που σου χαρίζει η Εκκλησία και που όλες οι τέχνες και οι μορφές έκφρασης συνδιαλέγονται προς δόξαν Θεού. Γι’ αυτό και όλες οι τέχνες για μένα είναι ένα, όπως η θάλασσα που λέγαμε πριν, και όλα οδηγούν στο ίδιο σημείο. Αυτός είναι ο δικός μου πηρήνας «φορτίων» και ό,τι άλλο προστέθηκε μετά, αποτέλεσε προεκτάσεις αυτού του πρώτου οικοδομήματος των παιδικών μου χρόνων.
Πώς αυτό μεταπλάθεται, αξιοποιείται, εντοπίζεται στην τέχνη σας;
Εδώ εισχωρούμε στο χώρο του μυστηρίου, και τα μυστήρια ούτε εξηγούνται ούτε περιγράφονται. Στην καλύτερη περίπτωση ίσως κάποτε να αποκαλύπτονται. Τα έργα μας είναι πάντα κάτι περισσότερο –και ευτυχώς- από εμάς τους ίδιους και ό,τι κουβαλάμε. Ίσως γιατί βρίσκονται πάντα σε συνάρτηση με το αόρατο, σ’ ένα ατελέσφορο και διηνεκές ανοιχτό παιχνίδι με τις ακτές του ουρανού και της γης, κι ας μην το συνειδητοποιούμε. Δεν μπορώ να ξέρω ούτε πώς μεταπλάθονται μέσα στο νου και στην καρδιά μου ούτε πώς και αν αξιοποιούνται όλα όσα με έζησαν και με ζουν. Μόνο να εντοπίσω μπορώ κάποια από αυτά στα έργα μου και αυτό πάντα εκ των υστέρων.
Η εκζήτηση της αιώνιας αγάπης υπάρχει σε όλα τα βιβλία μου, το αίτημα της ενότητας του κόσμου, του ειρηνικού τέλους που δεν τελειώνει ποτέ μέσα στην αιώνια ομορφιά. Τώρα που το σκέφτομαι βλέπω πως τα βιβλία μου επαναλαμβάνουν, με άλλα λόγια, τα «Ειρηνικά» της Θείας Λειτουργίας.
Και το γύρω περιβάλλον σας στενότερο ή ευρύτερο; Ποιο ρόλο έπαιξε ή διαδραματίζει;
Το στενό μου περιβάλλον, όπως προείπα, είναι η Εκκλησία μέσα στην οποία βρίσκεται και η οικογένειά μου. Αυτή είναι η κυψέλη μου. Από κει ξεκινώ για να φτιάξω το μέλι μου, κι εκεί επιστρέφω για να το καταθέσω. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τον εαυτό μου απ’ αυτήν και τους αγαπημένους μου. Δεν υπάρχω έξω απ’ την κυψέλη, δεν υπάρχω έξω από τους άλλους και τον Θεό. Ο λόγος είναι υπαρξιακός. Ζω μέσα σε ένα διαρκή θαυμασμό για όλους και για όλα κι αυτό δημιουργεί μέσα μου μια ερωτική έκρηξη που με οδηγεί στο να εργάζομαι σχεδόν ακατάπαυστα. Έτσι γεννιέται ό,τι κάνω. Όλα τα κινεί η αγάπη, η υπομονή, η υπακοή, η υποχώρηση του εγώ χάριν του άλλου. Αφαιρώντας λίγο λίγο το θέλημά μου, έμαθα να αφαιρώ και τις περιττές λεξεις από τα κείμενά μου. Δε λυπάμαι τον εαυτό μου, δε λυπάμαι τις λέξεις μου, δε λυπάμαι τον κόπο μου. Όταν πέφτω στην παγίδα να τα λυπηθώ, τα έργα μου γίνονται αξιολύπητα. Αυτό που με στήριξε ως τώρα και με στηριζει είναι αυτή η προσπάθεια της συνέπειας με μόχθο και ειλικρίνεια προς τον πυρήνα της ζωής μου, την κυψέλη μου. Εφόσον η μέλισσα εργάζεται τίμια, η κυψέλη δεν έχει κανέναν λόγο να μην την υποστηρίξει ή να την αποδιώξει. Μπορεί να τη δυσκολέψει, μπορεί και να αυξήσει τις απαιτήσεις της, αλλά αυτό μόνο σε καλό βγαίνει. Προσωπικό και κοινό καλό.
Αγαπημένο άκουσμα (ιστορία-τραγούδι-φράση);
Δεν είναι βέβαια μία η φράση, είναι πολλές. Αναρίθμητα τραγούδια και ιστορίες πάμπολλες. Ας επιλέξω όμως μία φράση που συχνά επαναλαμβάνω κατ’ ιδίαν:
«Το έλεός σου, Κύριε, καταδιώξει με, πάσας τας ημέρας της ζωής μου».
Αγαπημένη εικόνα;
Η παράσταση που πρωταντίκρισα δεκαέξι χρονών στη Μονή της Χώρας της Κωνσταντινούπολης και σφράγισε τη ζωή μου όλη: Η Κάθοδος του Κυρίου στον Άδη.
Αν δεν αναπνέατε με οξυγόνο, τι θα σας έδινε ζωή;
Τα μάτια των ανθρώπων και το φως που εκπέμπουν. Τα απορημένα μάτια των παιδιών, τα φλογερά των ερωτευμένων, τα βαθυστόχαστα των γερόντων, τα καθαρά των μοναχών. Αυτά τα μάτια που σε κοιτούν και σε γνωρίζουν με τον εαυτό σου, που τα κοιτάς και σε ξεπλένουν, τα μάτια που σε βαφτίζουν στο ανέσπερο φως.
Αν έπρεπε να στερηθείτε κάτι που αγαπάτε πολύ τι θα ήταν αυτό;
Το θέλημά μου.
Αγαπημένο: Όνομα; Λουλούδι; Γεύση; Μυρωδιά;
Από ανθρώπινα ονόματα το όνομα Ανανίας και από λουλούδια τα άνθη της κερασιάς. Γεύση θα προτιμήσω να πω ποτού – αφού όλα τα φαγητά τα αγαπάω - αλλά από τα ποτά, το χειμώνα το Μπας Αρμανιάκ και το καλοκάιρι το λικέρ μαστίχας. Η πιο αγαπημένη μυρωδιά είναι αυτή των βρεφών.
Ένας κακός εφιάλτης;
Πως ξεχνώ τη γλώσσα μου και δεν μπορώ να μιλήσω και να γράψω.
Ένας επόμενος στόχος στη ζωή σας, στην πορεία σας;
Ένας οδοιπόρος, όπως εγώ, δεν έχει στόχους. Είναι ο ίδιος, στόχος. Ένας στόχος κινούμενος. Ελκύει την καλοκαιρία και την κακοκαιρία. Τους αγαθούς οδοιπόρους και τους ληστές. Είναι πάντα σε εγρήγορση. Ασκείται στο να αναγνωρίζει τις παγίδες, να ξεγλυστράει από τις κακοτοπιές, να μη χάνει τον προσανατολισμό του. Σταματά μόνο μπροστά στην ομορφιά. Γίνεται κομμάτι της και συνεχίζει. Δεν επιλέγω τι θα κάνω ούτε και φαντασιώνομαι με τι θα ασχοληθώ. Αυτό φανερώνεται στο δρόμο μου κι όταν φανερώνεται μου προκαλεί το θαυμασμό, τη συγκίνηση, τον έρωτα. Όλα τα άλλα μετά, έρχονται μόνα τους. Το βέβαιο είναι πως δεν πορεύομαι μόνη ούτε αυτοσχεδιάζω σε ποιο μονοπάτι θα βαδίσω. Ο δρόμος είναι δοσμένος και χαραγμένος κι ας είναι το μονοπάτι του καθενός μας διαφορετικό. Για τους οδοδείχτες και τα σήματα κινδύνου φρόντισαν πολλοί άλλοι πριν από μας που μας κληρονόμησαν την εμπειρία τους και στέκουν στο πλευρό μας σαν φύλακες άγγελοι.
Αυτό που μου έφερε ο δρόμος μου τα τελευταία πέντε χρόνια και στο οποίο εργάζομαι είναι μια διασκευή της Οδύσσειας του Ομήρου με δεκαπεντασύλλαβο και ομοιοκαταληξία, και εδώ και λίγο καιρό συναντήθηκα και με την επανάσταση του 1821 και ξεκίνησα να μελετώ και να γράφω για μια παρεξηγημένη στιγμή της.
Σας δίνω πέντε λέξεις και σας παρακαλώ κάντε μου ένα μικρο διήγημα σε 43 ακριβώς λέξεις, αυτοβιογραφικό ή μη: όνειρο, θαύμα, θεός, σπορά και παραμύθι.
Μοιάζει με παραμύθι, αλλά όταν ο Θεός είδε πως τα όνειρα των ανθρώπων τα παίρνει ο άνεμος, τα έσπειρε βαθιά στο δρόμο τους. Από τότε, για να τα δει κάποιος να ζωντανεύουν σαν θαύμα, πρέπει να βαδίζει ποτίζοντας τον δρόμο του με δάκρυα.
Σας ευχαριστώ.