Ναι, θα το πρότεινα σε φίλο-η μου
09-08-2015 12:53
Υπέρ Ενδιαφέρον, Καθηλώνει, Διδακτικό, Γρήγορο
Κατά
Το βιβλίο το διάβασα πριν μερικούς μήνες. Όμως, όλο αυτό το διάστημα με απασχολούσε, δεν το ξέχασα, έρχονταν στο μυαλό μου ξανά και ξανά, οι καταστάσεις, οι απόψεις τού συγγραφέα μέσω των ηρώων του, η σοφία του τη οποία βρήκα αντιστρόφως ανάλογη τού μικρού τής ηλικίας του.
Είναι νομίζω από τα έργα που μένουν διότι αφήνουν κάτι, παρακινούν τον αναγνώστη να σκεφτεί, να επιβεβαιώσει ή να αναθεωρήσει απόψεις. Ο συγγραφέας μιλάει πραγματικά σοφά και στο περιεχόμενο και στον τρόπο, δεν προκαλεί, δεν συμβουλεύει, δεν διδάσκει, τα συμπεράσματα προκύπτουν ως έργο τού αναγνώστη και όχι ως νουθεσία τού συγγραφέα.
Δεν είναι η πρωτοτυπία τής κεντρικής ιστορίας όσο οι καταστάσεις και οι περιγραφές, άλλωστε πρόκειται για μία σχετικά κοινή ιστορία τοποθετημένη στα χρόνια τής κρίσης, η ιστορία ενός μικρομεσαίου επαγγελματία που έρχεται αντιμέτωπος με το πρόβλημα, δεν βλέπει το αδιέξοδο εγκαίρως και επιμένει έως ότου χάνει τα πάντα, υλικά και άυλα, την επιχείρηση, το σπίτι αλλά και την οικογένειά και τον κοινωνικό του κύκλο. Μόνος πλέον, έρχεται σε επαφή με έναν άλλο κόσμο που υπήρχε (και συνεχίζει να υπάρχει!) «παράλληλα» με το δικό του, τον κόσμο των δρόμων.
Εκεί, στο δρόμο, στην ανέχεια των αστέγων, οι συγγραφέας αναδεικνύει την ανθρώπινη πλευρά των καταστάσεων επισκιάζοντας οτιδήποτε άλλο. Τρομάζει το πόσο είναι κοντά στον καθένα μας άσχετα από το κοινωνικό ή εκπαιδευτικό επίπεδο, παρ' όλη τη... «σύνεση να παραμένει αμέτοχος», όπως ειρωνικά περιγράφει τον «πρότερο βίο» τού κεντρικού του ήρωα. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η ανθρωπιά η οποία πηγάζει αναπάντεχα από πηγές που δεν περιμένει ο αναγνώστης, καταρρίπτοντας στερεότυπα που σχετίζονται με κοινωνικές, εθνικές ή θρησκευτικές προκαταλήψεις.
Παρόλο που κυρίαρχη αντικειμενική κατάσταση είναι η ανέχεια, έπιασα τον εαυτό μου αυτή να μην με απασχολεί τόσο όσο περίμενα. Τον «παράλληλο» αυτό κόσμο των δρόμων ο συγγραφέας δεν τον παρουσιάζει ως ζούγκλα αλλά δομημένο, με νόμους, πρόγραμμα, διαδικασίες, αρχές και κυρίως αλληλεγγύη μεταξύ των ίδιων των αστέγων αλλά και των «απ' έξω». Ακόμα και ο ήρωας τής ιστορίας αναρωτιέται, «Φανταζόμουν ότι η ζωή στο δρόμο είναι μοναχική».
Δεν μιλάει όμως μόνον για μία οργάνωση ως αποτέλεσμα τής ενστικτώδους συμμετοχής σε ομάδες παρόμοιων κοινωνικά ατόμων μόνο με σκοπό την επιβίωση. Είναι η αναζήτηση εξηγήσεων και απαντήσεων στα «γιατί;» αλλά και στα «πως;», η διέξοδος, «Η μοναξιά στενεύει το χώρο, δεν σβήνει την πραγματικότητα», όπως σοφά γράφει ο συγγραφέας.
«Η υποχρέωση τού δικαιώματος» είναι μία από τις έννοιες που νομίζω ότι καθορίζουν αυτό το βιβλίο, η έννοια τής υποχρέωσης να ασκούμε τα δικαιώματά μας ως πολίτες. Εμφανίζεται ως άποψη-εμμονή ενός εκ των ηρώων ο οποίος την επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία. Ο συγγραφέας τη θεωρεί τόσο σημαντική ώστε «υποβιβάζοντάς» την σε εμμονή, έχει το ελεύθερο να την επαναλαμβάνει περισσότερο απ' ότι θα του επιτρεπόταν διαφορετικά. «Αν δεν βρεις εσύ το πρόβλημα, θα σε βρει αυτό», θα συμπλήρωνα εγώ. Να πως αναλύει αυτή του την άποψή του ο ήρωας:
«Κάθε δικαίωμα είναι και μία υποχρέωση. Τ' ακούς; Δική μας υποχρέωση, ατομική και κοινωνική, να το ασκούμε συνέχεια και χωρίς εκπτώσεις, κι όταν κάποιος το αμφισβητεί, να το υπερασπιζόμαστε μόνοι μας χωρίς μεσάζοντες. Αυτή η ευθύνη δεν πρέπει να μεταβιβάζεται, γιατί τότε το δικαίωμα γίνεται εξάρτηση. Βλέπεις όμως, η προάσπιση των κεκτημένων είναι κοπιαστική κι έτσι μας βολεύει να την αναθέτουμε σε μισθοφόρους υπερασπιστές. Πολιτικούς, δικαστές, δημοσιογράφους, διάλεξε και πάρε. Γι' αυτούς όμως, όσο καλές προθέσεις και να έχουν, είναι μία πληρωμένη δουλειά. Μας αρέσει να επικαλούμαστε τα δικαιώματά μας, αλλά μας κουράζει να τα ασκούμε και τα αφήνουμε να αποδυναμωθούν, να χαθούν σιγά σιγά. Τότε όλοι εκείνοι που τόσο καιρό καλόμαθαν στην απραξία, χρειάζονται επαναστάσεις για να επανακτήσουν τα αυτονόητα. Ας είχαν αναλάβει την υποχρέωσή τους να ασκούν τα δικαιώματά τους.»
Το δεύτερο που χαρακτηρίζει το βιβλίο είναι η αισιοδοξία, η αισιοδοξία που πηγάζει από τον ίδιο τον άνθρωπο που πέφτει χαμηλά αλλά έχει την υπομονή και την επιμονή να σηκωθεί ξανά. Ιδιαίτερες είναι οι σκηνές όπου οι άνθρωποι των δρόμων βρίσκουν πάλι το... δρόμο τους, «Ο επόμενος που έφυγε ήταν ο Θοδωρής» (σημ. εννοώντας ότι έφυγε από το κοινόβιο), είναι μία χαρακτηριστική φράση με την οποία ο συγγραφέας τονίζει τη συνέχεια, τον κύκλο τής κοινωνικής ζωής, της επανένταξης των αστέγων σε έναν «κανονικό» ρυθμό ζωής. Αξία έχει και η συνέχεια τής ίδιας φράσης, «Την ανακοίνωση ανέλαβε να την κάνει ο Καθηγητής, γιατί ο ίδιος ντρεπόταν». Οι τύψεις που δεν είναι ο τελευταίος που φεύγει αφήνοντας τους συντρόφους του, ένα είδος προδοσίας; Αυτή την ηθική τη συνάντησα και προσωπικά, στην αμηχανία φίλου υδραυλικού να εκμυστηρευτεί στους συναδέλφους του ότι ανέλαβε νεοανεγειρόμενη οικοδομή διότι γνώριζε τις δυσκολίες των άλλων.
Και το βιβλίο; Τι ρόλο παίζει το βιβλίο σε τέτοιες καταστάσεις; Ο συγγραφέας σε αυτή την ιστορία του αναθέτει έναν κρίσιμο ρόλο, ο σύντροφος που γεμίζει τις ώρες, το μυαλό και την καρδιά, «Κι εκείνος; Ξάπλωνε εκεί, χωρίς αποσκευές, μέσα στα ρούχα κάποιου άλλου. Αλλά είχε μία αγκαλιά βιβλία. Και τα άστρα δεν μπορούσε να του τα πάρει κανείς, παρά μόνο η μέρα». Δεν είναι όμως εύρημα ή εξιδανίκευση τού συγγραφέα, πιστέψτε με, την επόμενη φορά που θα συναντήσετε τη «γωνιά» ενός άστεγου, δείτε καλύτερα, σίγουρα θα προσέξετε και το βιβλίο του.
«Όταν το άφηναν όμως, η ράχη ίσιωνε και το κεφάλι σηκωνόταν ψηλά». Κυρ Παντελή, ξέρω ότι είσαι ο επόμενος που «θα φύγεις»!
(Δείτε το ρεπορτάζ από την παρουσίαση τού βιβλίου στο βιβλιοπωλείο στο «Επί Λέξει» όπου ο συγγραφέας απαντάει και στο ερώτημα, «τι είναι το ασφοδίλι;»)
Ήταν χρήσιμο αυτό το σχόλιο;
Ναι
/
Όχι