Γράφει: Παναγιώτης Σιδηρόπουλος
Οι συνέπειες αυτών που ζούμε στην Ελλάδα μπορούν να συγκριθούν με εμπόλεμη κατάσταση. Η οικονομία καταστρέφεται, οι άνθρωποι καταστρέφονται, μη μπορώντας πλέον να κάνουν όνειρα. Η ζωή τους δεν εξαρτάται από τους ίδιους αλλά από κάτι πάνω από αυτούς.
Σε τέτοιες συνθήκες ευκολότερα χάνουμε το μέτρο, θολώνει η σκέψη μας, αφήνουμε τα ένστικτα να κυριαρχήσουν. Δεν μπορούμε να απαντήσουμε στα “γιατί”, να κατανοήσουμε την πραγματικότητα και βγάλουμε συμπεράσματα που θα μας βοηθήσουν να την αντιμετωπίσουμε αλλά και να μην επαναλάβουμε τα λάθη που μας έφεραν εδώ. Τότε θέλουμε μία αχτίδα φωτός, το παράδειγμα, το όραμα που θα βάλουμε ως στόχο για να αντέξουμε.
Ο Κωνσταντίνος Τζαμιώτης με αυτή τη σύγχρονη ιστορία του βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Δεν υπάρχει μόνον η σκοτεινή πλευρά, δε χάθηκαν οι ανθρώπινες αξίες, δεν είναι μόνον το χρήμα, πάνω απ’ όλα είναι οι άνθρωποι. Με σοφία βάζει τους ήρωές του να μας δώσουν απαντήσεις, να μας εξηγήσουν το τι συνέβη αλλά και το τι συμβαίνει.
Ο Αργύρης Τρίκορφος είναι ο βιοτέχνης τής μεσαίας τάξης και πλέον ταξιτζής για τα προς το ζειν, ο σκληρά εργαζόμενος που συνέχισε τη δουλειά τού πατέρα του. Απόλαυσε υλικά αγαθά αλλά ως αποτέλεσμα τής δουλειάς του, όχι σε βάρος άλλων. Είναι όμως και ο εκπρόσωπος τής τάξης του στην οποία φορτώνουν την ενοχή και την καλούν να πληρώσει το λογαριασμό. “…Σιγά μην καλοπερνούσαν όλοι, οι περισσότεροι ξεπατώνονταν στη δουλειά…” μας λέει πριν συμφωνήσουμε ένοχα με το “μαζί τα φάγαμε”.
Ο Αργύρης, καλός άνθρωπος ως το μεδούλι, κόβει το πλαστικό σχοινί που πλήγωνε ένα δέντρο, δεν παίρνει χρήματα για την κούρσα από το νεαρό μουσικό που φεύγει μετανάστης “τηλεφώνησέ μου να έρθω να σε πάρω όταν επιστρέψεις και τότε θα με πληρώσεις διπλά” του λέει, προσπαθεί να εξηγήσει και να μας εξηγήσει, καταλαβαίνει την ανθρώπινη φύση, δικαιολογεί τους πάντες, ακόμα και τη γυναίκα του για την προδοσία της, την οργισμένη κόρη του, πίσω από κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά ψάχνει πάντα μία εξήγηση.
Έχει αξίες, θρηνεί το θάνατο τού φίλου του βαθιά, μόνος του στο μικρό κουζινάκι με δύο ποτήρια στο τραπέζι χορεύοντας, “…με το που ακούστηκαν οι πρώτες νότες της εισαγωγής ο Αργύρης τινάχτηκε πάνω, χτύπησε δυνατά τον πάτο του ποτηριού του στο τραπέζι, το άδειασε με τη μία, σταύρωσε τα χέρια στην πλάτη, γιατί δε χόρευε από χαρά αλλά από χρέος και άρχισε με βαριά, αργόσυρτα βήματα να ξεπροβοδίζει το φίλο του…”. (Γιατί με συγκινεί αυτή η σκηνή κάθε φορά που τη “βλέπω”;)
Δεν προδίδει τις αρχές του ακόμα και όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον πειρασμό να λύσει όλα του τα (οικονομικά) προβλήματα πολύ εύκολα, πιο εύκολα δεν γινόταν.
Η πορεία τού Αργύρη είναι διδακτική, εξελίσσεται και ο ίδιος μέσα από αυτήν. Από μοναχικός επαγγελματίας, συγκρούεται κάθε μέρα με ότι είχε δεδομένο, τα βάζει ακόμα και με τον Άγιο, έρχεται στο τέλος σε στοιχειώδη έστω επαφή με την κοινωνική – συλλογική δράση, καταλαβαίνει ότι ο καθένας μόνος του είναι φύλλο στον άνεμο. ”…και στα δικά μας τα μέρη το ίδιο γίνεται από χρόνια…τα καλύτερα τα σπίτια τα πήραν οι ξένοι (Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί)…Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό, επεμβαίνει ο νεαρός, θέλω να πω πως αναπτύσσεται έτσι ο τόπος…Ανάπτυξη, ανάπτυξη, δεν αντέχω άλλο ν’ ακούω για ανάπτυξη, ξεσπάει ξαφνικά ο ψηλός, τι πα να πει ανάπτυξη; Μήπως πρόκειται να οργώσουν, να σπείρουν και να θερίσουν τη γη όλοι αυτοί οι ξενόφερτοι; Να φυτέψουν περιβόλια και αμπέλια; Μήπως πρόκειται να φτιάξουν κοπάδια; Να εκθρέψουν μελίσσια; Σκοπεύουν να γεννήσουν παιδιά που θα ζωντανέψουν με τα γέλια, τα κλάματα και τα παιχνίδια τους τα χωριά;…“.
“…Λοιπόν Αργύρη, θα σου δώσω μία συμβολή. Κάποτε ήμουν και εγώ έτσι αφελής και ονειροπόλος όπως εσύ…” είπε ο εκπρόσωπος τού πολιτικού κατεστημένου. Αργύρη, μείνε ονειροπόλος λέω εγώ. Πλέον, κάθε φορά που περνάω από μία πιάτσα ταξί ψάχνω να σε βρω, κι’ ας ξέρω ότι δεν είσαι εκεί, τόσο ανάγκη σε έχω.
Ευχαριστούμε τον Κωνσταντίνο Τζαμιώτη για τη συνέντευξη που παραχώρησε στο Bookia. Τον ευχαριστούμε όμως περισσότερο για το βιβλίο που έγραψε.
Οι ερωτήσεις διαμορφώθηκαν με κριτήριο το να μην έχουν ειπωθεί σε άλλη συνέντευξη (όσο μας επέτρεψε να διαπιστώσουμε η έρευνα που κάναμε). Συνειδητά, δεν τίθενται οι δύο αυτονόητες ερωτήσεις, “Πως φτάσαμε εδώ;” και “Τι πρέπει να κάνουμε;”, διότι ολόκληρο το βιβλίο απαντάει σε αυτές.
Στη βάση τής σελίδας μπορείτε να συμμετάσχετε στη συζήτηση, να σχολιάσετε, να ρωτήσετε, να απαντήσετε. Ο συγγραφέας παρακολουθεί τις εξελίξεις και επεμβαίνει όπου κρίνει απαραίτητο.B: Αναλόγως την προδιάθεση τού αναγνώστη, η ιστορία σας μπορεί να χαρακτηριστεί και αισιόδοξη και απαισιόδοξη. Αισιόδοξη διότι ο ήρωας παρά την πολύ δύσκολη οικονομική θέση στην οποία βρίσκεται, δεν προδίδει τις αρχές του και παραδίδει ένα σημαντικό χρηματικό ποσό που βρήκε. Απαισιόδοξη διότι βρίσκεται μόνος του απέναντι σε όλους τους άλλους που τον κατακρίνουν για την πράξη του. Τον αφήνετε να παλέψει όχι μόνον με τον πειρασμό αλλά και με την κατακραυγή των άλλων. Εσείς από ποια σκοπιά βλέπετε την ιστορία; Την αισιόδοξη ή την απαισιόδοξη;
ΚΤ: Αν και ανήκω μάλλον στους απαισιόδοξους, η πόλη και η σιωπή αποτελεί μια συγκρατημένα αισιόδοξη κατάθεση. Και ας βρίθει λυπηρών περιστατικών και γεγονότων. Η προσωπική περιπέτεια κάποιου όπως ο κεντρικός ήρωας, που άθελά του σχεδόν διαφοροποιείται από το κυρίαρχο μοντέλο, αντιπαρατίθεται στον κοινωνικό παραλογισμό και την σχεδόν θεσμοθετημένη αναλγησία, επιμένει να πράττει το σωστό και φυσικά το πληρώνει, δεν είναι μόνο μια ιστορία απόκλισης μα και ο καμβάς όπου μου δόθηκε η ευκαιρία να σκιαγραφήσω την ταραχώδη εποχή μας.
B: Όλοι εύχονταν να ήταν στη θέση τού Αργύρη, να είχαν βρει αυτοί τα χρήματα και έτσι να είχαν λύσει το πρόβλημά τους. Όμως, συνήθως εύκολα παίρνουμε θέση στα θέματα των άλλων όταν είμαστε “απ’ έξω”. Έχω την πεποίθηση ότι όλοι θα αντιμετώπιζαν τουλάχιστον το δίλημμα, δεν θα αποφάσιζαν τόσο γρήγορα όσο τους βάζετε να ισχυρίζονται. Έχουμε και πραγματικά παραδείγματα, φτωχοί άνθρωποι παρέδωσαν χρήματα που βρήκαν. Θα υπήρχαν λέτε περισσότεροι Τρίκορφοι στον πραγματικό κόσμο αν βρίσκονταν στην ίδια θέση;
ΚΤ: Οι άνθρωποι είναι εξίσου ικανοί για το καλό και το κακό. Πρόκειται για αντίφαση που ενυπάρχει στον καθένα από εμάς. Το τι επιλέγουμε κάθε φορά εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η αλήθεια είναι πως όταν πρόκειται για λεφτά και μάλιστα πολλά, οι περισσότεροι αποδεικνύονται χειρότεροι από όσο πραγματικά είναι. Οι εξαιρέσεις ωστόσο δεν λείπουν. Ο Αργύρης Τρίκορφος είναι και αυτός μια τέτοια περίπτωση. Ένας συνηθισμένος άνθρωπος που κόντρα στις πιθανότητες αντιδρά ασυνήθιστα. Νομίζω πως εκεί έξω υπάρχουν αρκετοί σαν αυτόν.
B: Στην ιστορία σας ξεχωρίζει έντονα η δομή τής οικογένειας. Υπεύθυνος για το πρόβλημα είναι ο άνδρας τού σπιτιού ενώ η γυναίκα “αναγκάζεται” να βοηθήσει πρακτικά δουλεύοντας κάπου (και δεν το αντέχει). Τα παιδιά σε καμία περίπτωση δεν θεωρούν υπεύθυνη τη μητέρα τους. Η γυναίκα θέλει κάποιον να της εξασφαλίσει τα υλικά αγαθά. Είναι αυτή η σημερινή γενική εικόνα τής γυναίκας; Είναι η εικόνα τής γυναίκας στη μεσαία και αστική τάξη; Φαίνεται μακρινή ακόμα η ισότητα των φύλων στην κοινωνία, ισότητα και στα εύκολα και στα δύσκολα.
ΚΤ: Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η σημερινή Ελληνίδα είναι ασφαλώς πιο χειραφετημένη από ό,τι στις προηγούμενες γενιές. Κατ’ αναλογία μεγάλες μεταβολές παρατηρεί κανείς και στην αντρική συμπεριφορά. Παραμένουμε ωστόσο μια μάλλον παραδοσιακή κοινωνία. Οι ρόλοι των φύλων όσο και αν διαφοροποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες συγκρατούν πολλά από τα αρχετυπικά τους χαρακτηριστικά. Ο Αργύρης και η Βάσω είναι μεν ένα σύγχρονο ζευγάρι, οι μεταξύ τους ισορροπίες ωστόσο οφείλουν πολλά στο παραδοσιακό μοντέλο συμβίωσης.
B: “…και να σκοτωθεί του πέρασε από το μυαλό…”. Ο Τρίκορφος δεν το έκανε αλλά το έκαναν άλλοι, στην πραγματική ζωή. Σε άλλες, το ίδιο ή περισσότερο δύσκολες εποχές, δεν αυτοκτονούσαν οι άνθρωποι. Τι λείπει από την κοινωνία μας που οδηγεί σε τέτοιες λύσεις; Είναι μήπως το ότι γεύτηκαν τα πολλά και πλέον δεν άντεχαν τα λίγα; Η φτώχεια αντέχεται μόνον αν δεν έχεις γευτεί το άλλο;
ΚΤ: Ανέκαθεν αυτοκτονούσαν άνθρωποι. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό. Ως λαός γιορτάζουμε και αντλούμε υπερηφάνεια από τουλάχιστον δύο ομαδικές αυτοκτονίες: των γυναικών και των παιδιών τους στο Ζάλογγο και του Σαμουήλ στο Αρκάδι. Αλλά και στη λογοτεχνία μας, το πιο εμβληματικό ίσως έργο του Παπαδιαμάντη, η Φόνισσα, με μια αυτοκτονία κλείνει. Οι στατιστικές ωστόσο για να γυρίσουμε στο σήμερα, μιλούν για αύξηση του φαινομένου στα χρόνια της κρίσης. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Το κυρίαρχο μοντέλο της προηγούμενης περιόδου, δημιούργησε και ενθάρρυνε μια ατελείωτη λίστα ψευδο-αναγκών που επέβαλαν και αποθέωσαν τον καταναλωτικό τρόπο ζωής σε βάρος μιας πιο στοχαστικής αντιμετώπισης του βίου. Για πολλούς, η ξαφνική απώλεια του δικαιώματός τους σε όσο το δυνατό περισσότερα καταναλωτικά αγαθά, η διάψευση των προσδοκιών τους για ένα μέλλον αέναης βελτίωσης του βιοτικού τους επιπέδου ξεπάστρεψε την όρεξη τους για ζωή.
Μα υπάρχει κάτι ακόμη, βαθύτερο που οδηγεί τόσους ανθρώπους στην αυτοκτονία. Σε συνθήκες ακραίου καπιταλισμού τα πρώτα που πλήττονται είναι οι κοινωνικές δομές και οι συλλογικότητες που μας κάνουν να αισθανόμαστε λιγότερο μόνοι και λιγότερο τρωτοί στην έλλειψη νοήματος που συχνά κυκλώνει τη ζωή. Όμως σε συνθήκες ακραίου καπιταλισμού ο καθένας είναι μόνος του και το χειρότερο δεν υπάρχει χώρος για τους χαμένους. Μπορείς να είσαι μόνο νικητής, οποιαδήποτε άλλη επίδοση σε κατατάσσει αυτομάτως στους απόβλητους. Ένας τέτοιος κοινωνικός εξοστρακισμός ισοδυναμεί με αφανισμό. Και εύκολα όπως αποδεικνύεται καθημερινά οδηγεί κάποιους στην απονενοημένη πράξη.
B: “…Αντί να βάλουν το μυαλό τους να δουλέψει, προτιμούν να αναμασούν όσα ακούνε στην τηλεόραση…”. Η τηλεόραση σε πείθει ότι η η γνώμη που έχεις είναι δική σου και σε κάνει να την υπερασπίζεσαι με θέρμη. Να μη βλέπεις ότι μπήκε στο μυαλό σου βίαια. Συμφωνείτε με αυτό το ρόλο τής τηλεόρασης;
ΚΤ: Κάποτε ειπώθηκε η φράση “η γνώμη σου, είναι η γνώμη της εφημερίδας που διαβάζεις”. Στις μέρες μας συμβαίνει το ίδιο με την τηλεόραση. Οι κυρίαρχες αντιλήψεις που αναπαράγονται ασταμάτητα από τα κανάλια μεγάλης τηλεθέασης, τείνουν να αποτελέσουν τον μόνο υποκειμενικό εξοπλισμό των μαζών. Και καθώς τα κανάλια δεν είναι απρόσωποι και αντικειμενικοί μηχανισμοί μα ελέγχονται από συγκεκριμένες ομάδες και συμφέροντα μοιάζει αναπόφευκτο αυτές οι κυρίαρχες αντιλήψεις να εξυπηρετούν πρωτίστως, αν όχι αποκλειστικά, εκείνους που τις επιβάλλουν και τις διασπείρουν. Έχουν κάθε λόγο λοιπόν να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση.
B: Το ΤΩΡΑ ήταν κάποτε μέλλον και κάποτε θα γίνει παρελθόν. Δεν μαθαίνουμε από τα παλαιότερα παθήματα, το λέτε και εσείς ξεκάθαρα, “…δεν βλέπουν ούτε αρκετά μπροστά, ούτε αρκετά πίσω…”. Ούτε καν η πολιτική ηγεσία τής χώρας δεν διαθέτει αυτή την απλή “σοφία”. Τι μέλλον έχουμε χωρίς γνώση και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό;
ΚΤ: Παρά την πολυπλοκότητά μας γνωρίζουμε πως χρειάζεται να καταβάλουμε μεγάλη και συνεχή προσπάθεια για να εξασφαλιστεί η μετάδοση της γνώσης από γενιά σε γενιά. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για το είδος μας. Ο πολιτισμός μας οφείλει την ύπαρξη του σ’ αυτή την τόσο ζωτικής σημασίας ανάγκη. Κοινωνίες που αμελούν τούτο το καθήκον δύναται να οπισθοδρομίσουν θεαματικά μέσα σε διάστημα μίας ή δύο γενεών. Φοβάμαι πως ανήκουμε σ’ αυτές τις κοινωνίες. Η αδιαφορία της βάσης, η έλλειψη πραγματικού σχεδιασμού σε ό,τι είχε να κάνει με προγράμματα παιδείας εκ μέρους των πολιτικών και εκπαιδευτικών ηγεσιών, η υποχώρηση του ενδιαφέροντος για τις ανθρωπιστικές σπουδές, η αποθέωση της τεχνολογίας σε βάρος της πνευματικότητας, όλα αυτά και αρκετά ακόμη παρήγαγαν και παράγουν άτομα υψηλότερης εκπαίδευσης και ειδίκευσης, μα δυστυχώς εντελώς ακαλλιέργητα. Και χρειάζεται καλλιέργεια για να πλατύνει κανείς τον ορίζοντα του.
B: Ο χαλασμένος τραπεζίτης στην οδοντοστοιχία τού Τρίκορφου κρύβει κάποιο νόημα-μήνυμα; :-)
ΚΤ: Αποτελεί μια κατά κάποιο τρόπο ειρωνική παραπομπή στα προβλήματα του ήρωα με τις τράπεζες και τις ληστρικές πολιτικές τους που τον οδήγησαν στην οικονομική καταστροφή. Πέραν αυτού, τα χαλασμένα δόντια στις μέρες μας συμβολίζουν πολλά, καθώς πέραν όλων των άλλων αποτελούν και μια υπενθύμιση της καταγωγής μας ως είδος. Ας μην ξεχνάμε στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας, στέκουν τα είδη με την πιο αναπτυγμένη οδοντοστοιχία. Ο ακραίος νεο-φιλελευθερισμός των αγορών που σαρώνει τον κόσμο μας τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς αντλεί επιχειρήματα από το νόμο της ζούγκλας, δίνει μεγάλη συμβολική σημασία σε τέτοιου είδους χαρακτηριστικά . Πουθενά στον αναπτυγμένο κόσμο δεν θα δείτε αξιοσημείωτο πρόσωπο χωρίς άψογη οδοντοστοιχία. Στις μέρες μας ο ξεδοντιάρης, είναι μια persona non grata, μια μορφή οπισθοδρομική, σχεδόν δαιμονική, κατά κάποιο τρόπο ένας παρίας, ανάξιος να μοιραστεί μαζί με τους υπόλοιπους τα καλούδια του καταναλωτικού κόσμου μας. Από τα ντοκιμαντέρ του National Geographic με πρωταγωνιστές πάντοτε τους μεγάλους θηρευτές, που καθόλου τυχαία διαθέτουν τις πιο αναπτυγμένες οδοντοστοιχίες, ως τα εκθαμβωτικά πορσελάνινα εμφυτεύματα που στολίζουν το στόμα κάθε πρότυπου ομορφιάς και οποιουδήποτε διαμορφωτή γνώμης, ο παρανομαστής παραμένει ίδιος.
B: “Εμείς φταίμε” λέει ο πελάτης στο ταξί τού Τρίκορφου. Όχι όμως με τη λογική Πάγκαλου (μαζί τα φάγαμε) αλλά με το σκεπτικό ότι εμπιστευόμαστε ηγεσίες κατώτερων των περιστάσεων. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις να συμπεριφερθεί μία κοινωνία με διαφορετικό τρόπο; Να τιμωρεί την αποτυχία και να επιβραβεύει την αρετή; Να προτιμά την αξιοκρατία ακόμα και εις βάρος τού προσωπικού συμφέροντος; Είναι επιστημονική φαντασία;
ΚΤ: Σε γενικές γραμμές ναι, πρόκειται για επιστημονική φαντασία. Δεν γνωρίζουμε περιπτώσεις κοινωνιών απαλλαγμένων εντελώς από αποκλεισμούς και αδικίες. Θα ήταν αφύσικο άλλωστε. Οι κοινωνίες είναι και αυτές ανθρώπινα δημιουργήματα. Ωστόσο η Ιστορία μαρτυρά πως υπήρξαν “φωτεινά” διαλείμματα κατά τα οποία κατορθώθηκε, ως ένα βαθμό τουλάχιστον και για ένα διάστημα, να οργανωθούν ανθρώπινες ομάδες, λαμβάνοντας υπόψη τους αυτό που κάπως σχηματικά θα ονομάζαμε “γενικό καλό”. Δεν υποστηρίζω πως οι απαντήσεις βρίσκονται αποκλειστικά σε κάποια απ’ αυτά τα ομολογουμένως λαμπερά μοντέλα οργάνωσης του παρελθόντος, οφείλουμε ωστόσο να τα συμπεριλάβουμε στο συλλογισμό μας περί ενός δικαιότερου κόσμου και να αντλήσουμε επιλεκτικά εκείνα τα μαθήματα που θα μας επιτρέψουν να στοχαστούμε με μεγαλύτερη ευρύτητα ένα καλύτερο μέλλον.
B: “…Θα έπρεπε να είχε χάσει εντελώς το μυαλό του για να μην αναλογιστεί ποια είναι η μοίρα των φτωχών, μικρών και ακέφαλων χωρών που έχουν την ατυχία να κρύβουν στο υπέδαφός τους αμύθητο πλούτο…”. Εκτός από τη Νορβηγία και τη Ρωσία, οι λαοί στις άλλες χώρες με φυσικούς πόρους ζουν στην εξαθλίωση. Φταίει λέτε για αυτό ο φυσικός πλούτος τους; Είναι κατάρα κάτι τέτοιο;
ΚΤ: Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο και την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων ήταν ανέκαθεν η βασικότερη αιτία πολέμου. Δείτε τι συμβαίνει σε χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Νότιας Αμερικής. Παντού τα υπερεθνικά συμφέροντα σε συνεργασία με ολιγομελείς ομάδων ντόπιων, απομυζούν προς ίδιον όφελος τον εγχώριο πλούτο, καταδικάζοντας τους κατοίκους στην εξαθλίωση, την κοινωνική ανασφάλεια και την οικολογική καταστροφή του περιβάλλοντος τους. Νομίζω πως αν συνεχιστεί με τους ίδιους ρυθμούς η απομείωση των αποθεμάτων, οι πρακτικές αυτές θα αρχίσουν να εφαρμόζονται και σε ανεπτυγμένες χώρες. Φυσικά θα έχει προηγηθεί μια περίοδος αναστάτωσης και ανατροπών που θα αποδυναμώσουν τις συγκεκριμένες κοινωνίες και θα αμβλύνουν τη συνοχή και την ικανότητα αντίδρασης, ώστε πολλά από τα δικαιώματα που θεωρούνται σήμερα αυτονόητα, θα μοιάζουν κάποτε αδιανόητα. Θαρρώ πως ως ένα βαθμό πολλά από όσα συμβαίνουν στη δική μας χώρα, σχετίζονται με την εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων.
B: Στατιστική τού ενός δείγματος ονομάζω τη γενίκευση από ένα περιστατικό. Ένας Γεωργιανός σκότωσε έναν ταξιτζή, άρα όλοι οι γεωργιανοί είναι κακούργοι. Εθελοτυφλούμε; Ψάχνουμε εύκολες εξηγήσεις και πάντα την ευθύνη να την έχουν άλλοι; Μπορούμε να αναπτυχθούμε χωρίς να κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα;
ΚΤ: Το επεισόδιο με τον ταξιτζή μαρτυρά το ρόλο των στερεοτύπων και την αδυναμία μας να τα ξεπεράσουμε. Δυστυχώς δεν πρόκειται για τίποτα ασυνήθιστο. Όσο για την ανάπτυξη που αναφέρεται δεν είμαι σίγουρος πως είναι η λύση στα προβλήματα μας. Τουλάχιστον όχι αυτή η ανάπτυξη όπως περιγράφεται από τις τελευταίες κυβερνήσεις και τα προσκείμενα σ’ αυτές μίντια. Τι είδους λύση μπορεί να αποτελεί η καταστροφή του περιβάλλοντος και πώς νομιμοποιείται η κλοπή όσων οφείλουμε να παραδώσουμε στις επόμενες γενεές;
B: “…τα ζωντανά από τις φωλιές τους κρίνονται…”. Αναφέρεστε στην Αθήνα πολλές φορές χαρακτηρίζοντάς την “εχθρική πόλη”. Τι ελπίδες έχει αυτή η πόλη;
ΚΤ: Είμαι της άποψης πως οι τόποι είναι οι άνθρωποί τους. Η Αθήνα έχει υπάρξει παγκόσμια μητρόπολη, ξέπεσε, παρήκμασε για αιώνες και κατέληξε ως σχετικά πρόσφατα ένα ασήμαντο βρωμερό χωριό. Έπρεπε να φτάσει ο 19ος αιώνας για να αναγεννηθεί. Ουσιαστικά λοιπόν όταν μιλάμε για την Αθήνα αναφερόμαστε σε μια σχετικά καινούργια πόλη. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε τον σχεδόν ολοκληρωτικό αφανισμό της πρώιμης φάσης αυτής της δεύτερης αναγέννησης μιλάμε για μια πόλη σε νηπιακή κατάσταση. Πρόκειται ασφαλώς για παράδοξο που μαρτυρά μια επώδυνη ασυνέχεια. Μια από τις παλιότερες πόλεις τους Κόσμου να διαθέτει σε ποσοστό 99 τοις εκατό αρχιτεκτονικά στοιχεία, η ζωή των οποίων μετρά μόλις λίγες δεκαετίες. Εφόσον εμείς και οι επόμενες γενιές επιδείξουν τον ίδιο καταστροφικό ζήλο και επιδιώξουν να αφήσουν το αποτύπωμα τους εις βάρος των προηγουμένων, η Αθήνα είναι καταδικασμένη να μοιάζει με γερασμένο παιδί.
B: Τι έχετε να πείτε σε όσους νοιώθουν προσωπική ενοχή για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα; Υπάρχει προσωπική ενοχή και με ποια έννοια;
ΚΤ: Ας ξεκαθαρίσουμε πως δεν βαρύνονται όλοι με τις ίδιες ευθύνες. Η οικονομική, πολιτική και δευτερεύοντος η πνευματική ελίτ της χώρας είναι αυτές που με τις αποφάσεις τους και τη στάση τους, αποδείχθηκαν ανεύθυνες και εχθρικές προς τη χώρα και τους ανθρώπους της. Ευθύνες ωστόσο βαραίνουν και τους υπόλοιπους, καθώς όλο και περισσότεροι, όλο και συχνότερα επιλέξαμε την απόσυρση στον περιχαρακωμένο προσωπικό μας μικρόκοσμο. Ασφαλώς και το διεθνές περιβάλλον έπαιξε το ρόλο του, νομίζω ωστόσο πως δεν υπάρχει συνειδητοποιημένος πολίτης που να μην αισθάνεται έστω και λίγο ένοχος για την κατάντια της τελευταίας περιόδου. Δεν είναι απαραίτητο να έχει συμμετάσχει κανείς στην καταλήστευση των κρατικών ταμείων. Η εκτεταμένη πολιτική λιποταξία, η προσήλωση στην ιδιωτεία, η υπεράσπιση νοσηρών φαινομένων όπως ο νεποτισμός, και ένα σωρό ακόμη συμπεριφορές και αντιλήψεις, εδραίωσαν μια σειρά από εντελώς ακατάλληλες ηγεσίες που ήταν ζήτημα χρόνου να μας οδηγήσουν στο σημερινό αδιέξοδο.
B: κε Τζαμιώτη, το Bookia μπορεί να σας βοηθήσει να διατηρήσετε μία μόνιμη επαφή με τους αναγνώστες σας. Μπορείτε να συνδεθείτε ως απλός χρήστης και να δηλώσετε ότι επιθυμείτε να παρακολουθείτε το βιβλίο σας. Το Bookia θα σας ενημερώνει με email για κάθε συμβάν που σχετίζεται με αυτό, νέες κριτικές, σχόλια σε συζητήσεις, τοποθέτηση σε βιβλιοθήκες κ.ά.. Σας ευχόμαστε καλή επιτυχία όπως εσείς την ορίζετε.
Τη συνέντευξη οργάνωσε ο Παναγιώτης Σιδηρόπουλος