Γράφει: Παναγιώτης Σιδηρόπουλος
Ολόκληρο το φωτορεπορτάζ σε άλμπουμ τού Facebook.
Σχετικά με το βιβλίο "Λιβάδια από ασφοδίλι".
Σχετικά με το συγγραφέα Βασίλη Δανέλλη.
Τα βιβλία που, είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο, ασχολούνται με την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας, αξίζουν την προσοχή μας για δύο επιπλέον λόγους, α) για να μας εξηγήσουν τι μας συμβαίνει και, β) να μας δώσουν μία διέξοδο, να διατηρήσουν την ελπίδα ζωντανή. Έναν τέτοιο ρόλο παίζει το νέο βιβλίο τού Βασίλη Δανέλλη που παρουσίασαν οι εκδόσεις Καστανιώτη. Όλοι οι ομιλητές αλλά και το κοινό σημείωσε την αισιοδοξία που αποπνέει ο συγγραφέας. Άλλωστε, χαρακτηριστική είναι η φράση στο οπισθόφυλλο τού ίδιου τού βιβλίου, "Στους δρόμους μιας πόλης που βυθίζεται στην απελπισία, ανάμεσα σε ανθρώπους που μέχρι χτες απέφευγε, σιγά σιγά συνειδητοποιεί ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και πως ανάμεσα στα σκουπίδια, στο τσιμέντο και στην ασχήμια μπορεί να ανθίσει η ελπίδα, όχι απλώς για επιβίωση, αλλά για ζωή".
Το βιβλίο λοιπόν, περιγράφει τη ζωή ενός χαρακτηριστικού εκπροσώπου τής μεσαίας τάξης που βλέπει τη ζωή του να γκρεμίζεται, παρόλο που, όπως λέει ειρωνικά και ο ίδιος ο συγγραφέας, "πάντα είχε τη σύνεση να παραμένει αμέτοχος".
Για το βιβλίο μίλησαν οι συγγραφείς Νεοκλής Γαλανόπουλος και Γιάννης Ράγκος ενώ τη συζήτηση συντόνισε εξαιρετικά η δημοσιογράφος Έλενα Χατζηιωάννου. Η παρουσίαση έγινε στο βιβλιοπωλείο "Επί λέξει", ένα από τα ωραία μικρά βιβλιοπωλεία-στέκια στο κέντρο τής Αθήνας (Ακαδημίας 32) στο οποίο φαίνεται το μεράκι και η αγάπη των ιδιοκτητών του για το βιβλίο.
Η κα Χατζηιωάννου ξεκίνησε από αυτό ακριβώς, από το ίδιο το βιβλιοπωλείο χαρακτηρίζοντάς το ως το αγαπημένο της και συνέχισε μία περιγραφή για να μας βάλει στην ατμόσφαιρα που βιβλίου, "Φανταστείτε 4 χρόνια πριν, το 2011. Οδός Ακαδημίας, Πλατεία Συντάγματος, κέντρο τής Αθήνας. Διαδηλώσεις. Φασαρίες. Βόμβες κρότου λάμψης. Φωτιές στους κάδους. Ένα κατάστημα μη προνομιούχου ούτε αγανακτισμένου ιδιοκτήτη, καταστρέφεται. Η ζωή του καταστρέφεται. Ποιος θα τους θυμάται τέσσερα χρόνια μετά; Η λογοτεχνία!", είπε. Ένας τέτοιος εκπρόσωπος είναι και ο συγγραφέας Βασίλης Δανέλλης.
Στη συνέχεια, παρουσίασε τούς ομιλητές και έδωσε το λόγο στον κο Γαλανόπουλο.
Ο κος Γαλανόπουλος μπήκε απευθείας στο θέμα, στην ανάλυσή του για το βιβλίο. "Μυθιστορήματα χωρίς χαρακτήρες υπάρχουν πολλά, χωρίς χαρακτήρα όμως, κανένα", είπε και περιέγραψε τρεις τύπους συγγραφέων-πατεράδων που ξεχωρίζουν από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους, τους χαρακτήρες των βιβλίων τους.
Ο πρώτος τύπος, ο δεσποτικός πατέρας, αποφασίζει ο ίδιος για την εξέλιξη και την τύχη των χαρακτήρων του. Ο δεύτερος, τα αφήνει ελεύθερα, δεν γνωρίζει εξ αρχής το μέλλον τους. Ο τρίτος, τα αγαπά αλλά δεν τα χρησιμοποιεί, δεν τα καταδυναστεύει, τα εντάσσει στην ιστορία χωρίς να τα υποτάσσει. Ο Βασίλης είναι ο τρίτος τύπος συγγραφέα-πατέρα.
Στη συνέχεια μίλησε για την ιστορία τού βιβλίου και τα δεινά του κεντρικού ήρωα, του Παντελή, του οποίου η ζωή άλλαξε απ' όλες τις σκοπιές, οικονομικά, οικογενειακά, ερωτικά. Τελικά, δεδομένου ότι όλα αυτά ξεκίνησαν από την οικονομική κατάρρευσή του, μπορούμε να συμπεράνουμε την "ισορροπία" που φέρνει η οικονομική ευμάρεια στις ζωές των ανθρώπων, μόλις χαθεί, χάνονται πολλά περισσότερα.
Χαρακτήρισε την αφήγηση "ούτε θερμή, ούτε ψυχρή". "Μας μεταφέρει όχι γνώσεις αλλά εμπειρία. Σε κάνει να νιώθεις ότι πρόκειται για δικές σου αναμνήσεις", είπε και περιέγραψε την τελευταία σκηνή τού ήρωα που κάνει μία βόλτα στην Αθήνα. "Ένιωθα ότι εγώ έκανα αυτή τη βόλτα. Τόσο καθαρή περιγραφή, όπως κάτι καθαρευουσιάνικα διηγήματα πριν 100 και πλέον χρόνια", είπε με νόημα και ολοκλήρωσε την ομιλία του.
Ο κος Ράγκος έτυχε να κάθεται στην άκρη τού τραπεζιού βλέποντας "πλαγίως" το κοινό. Αυτό σχολίασε αρχικά, "Κοιτάω πλαγίως και από αλαζονεία και από πρακτική ανάγκη" και συνέχισε, "Συμφωνήσαμε με το Βασίλη (συγγραφέα) να παίξω το ρόλο τού προβοκάτορα, να δω τώρα πως θα τα καταφέρω!".
Σημείωσε την αλληγορική σημασία τού ιλίγγου που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, συνδέοντάς τον με την πτώση, την υπαρξιακή, όχι την κυριολεκτική. "Όπως ο Χίτσκοκ στο Βέρτικο ή ο Καμύ στην Πτώση".
Σημείωσε και τον απασχόλησε πολύ η "υπόκωφη και διάχυτη βία" που συναντάται σε όλο το έργο και ζήτησε από το συγγραφέα να τη σχολιάσει. "Αργότερα όμως, τώρα στο απαγορεύω δημοκρατικά!", όπως είπε.
Σημείωσε επίσης την έννοια τής πίστης που έρχεται και ξανάρχεται, της πίστης στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τη συνδύασε με το Μισάνθρωπο τού Μολιέρου χρησιμοποιώντας μία χαρακτηριστική φράση από αυτό, "Είμαι αποφασισμένος να κάνω πόλεμο άγριο με το ανθρώπινο γένος".
"Είναι πολιτικό μυθιστόρημα χωρίς ο συγγραφέας να μας κουνάει το δάχτυλο", είπε και διάβασε ένα χαρακτηριστικό κείμενο από το βιβλίο που ενίσχυσε αυτόν τον ισχυρισμό.
"Ζηλεύω το λογοτεχνικό ύφος τού Βασίλη, γράφει πολύ εύκολα με γλώσσα ευθύβολη, κρύβοντας νοήματα πίσω από τις λέξεις. Παρότι χρησιμοποιεί τρισδιάστατους χαρακτήρες είναι ιστοριοκεντρικό και όχι χαρακτηροκεντρικό. Τρεις ομάδες πρέπει να το παρακολουθήσουν, οι συγγραφείς, οι δημοσιογράφοι και οι αστυνομικοί, ίσως και οι χαφιέδες. Έχει χαρακτήρα ντοκουμέντου", είπε για το ίδιο το έργο.
Για να υπηρετήσει τον προβοκατόρικο ρόλο που συμφώνησε με το συγγραφέα, ως αδυναμία σημείωσε την, με στερεότυπο τρόπο, ανακάλυψη από τον κεντρικό ήρωα, τού εαυτού του, στην εξοχή και συγκεκριμένα στην Αίγινα. "Οι δομημένοι χώροι (οι πόλεις) κάνουν τη ζωή ενδιαφέρουσα. Ο ίδιος ο δυτικός πολιτισμός αναπτύχθηκε στις πόλεις", είπε χαρακτηριστικά.
Κλείνοντας, σημείωσε πάλι το θαυμασμό του στην ευκολία με την οποία γράφει ο συγγραφέας Βασίλης Δανέλλης και χρησιμοποίησε έναν στίχο τού πρόσφατα εκλιπόντα ποιητή Γιάννη Κοντού, που ταιριάζει με το θέμα τού βιβλίου, "Όπως καταλαβαίνετε, η καταιγίδα έρχεται από μέσα προς τα έξω".
Ακολούθησε μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση με τους ομιλητές αλλά και με το κοινό.
Η κα Χατζηιωάννου ρώτησε το συγγραφέα τι είναι το "ασφοδίλι", "είναι παραπλανητικός ο τίτλος;", ήταν η ερώτηση. "Όχι", είπε ο συγγραφέας" και μας εξήγησε ότι ο τίτλος τού βιβλίου είναι στίχος από το ποίημα "Λήθη" τού Λορέντζου Μαβίλη. "Πρόκειται για τον «ασφοδελό λειμώνα» (λιβάδι από ασφοδίλια), χώρο του Άδη όπου, κατά τους αρχαίους Έλληνες, περιφέρονταν μόνιμα ή ησύχαζαν οι ψυχές των ηρώων".
"Γιατί αυτό το θέμα;", ήταν η επόμενη ερώτηση τής κας Χατζηιωάννου. "Και τα δύο βιβλία μου είναι συγγενή", απάντησε ο συγγραφέας και συνέχισε, "Αφορούν το ίδιο θέμα, τους απόκληρους και διερευνούν το αν αυτοί μπορούν να είναι ευτυχισμένοι, 'μπορούν οι ηττημένοι να είναι ευτυχισμένοι;", αναρωτήθηκε. "ΠΡΕΠΕΙ να είναι", απάντησε ο ίδιος.
Στην κλασική ερώτηση "Γιατί γράφεις;", απάντησε, "Έτσι εκφράζομαι καλύτερα. Οι σκέψεις φιλτράρονται και αποκτώ διαύγεια. Γίνομαι Συγγραφέας και Αναγνώστης ταυτόχρονα. Γράφω για μένα, χωρίς πρόθεση να γίνω διδακτικός".
Απάντησε και στην πρόκληση τού κου Ράγκου να εξηγήσει τη βία που χρησιμοποιεί έντονα στην ιστορία του. "Όλη αυτή η διαδικασία είναι βίαιη. Η ήρωας σύρεται βίαια σε μία νέα πραγματικότητα. Είναι καθημερινότητα. Πριν δεν την έβλεπε ή την έβλεπε αλλά την αγνοούσε. Όλη η ακραία κατάσταση που βιώνουμε διογκώνει τη βία".
Μία ερώτηση αφορούσε το νεαρό τής ηλικίας του και το "βαρύ θέμα" τού βιβλίου. "Μόνον πριν το θάνατο πρέπει να μας απασχολούν τα υπαρξιακά θέματα;", απάντησε με διάθεση αστεϊσμού ο συγγραφέας. Η κα Χατζηιωάννου σχολίασε ότι πολλοί συγγραφείς τής γενιάς αυτής το κάνουν. "Περνάνε ζόρικα και νωρίτερα στον κόσμο των ενηλίκων. Αυτό είναι ευχάριστο, πριν δε έθεταν τέτοια θέματα με αυτόν τον τρόπο". "Η γενιά μας δεν ζει τις βεβαιότητες των προηγούμενων γενεών. Σε ένα φυσικό πόλεμο διάλεγες μία πλευρά και έλυνε και όλα τα υπαρξιακά σου προβλήματα", σχολίασε ο συγγραφέας.
Το λόγο πήρε το κοινό που σχολίασε και έθεσε ερωτήσεις στο συγγραφέα.
Η συγγραφέας Ιωάννα Μπουραζοπούλου το βρήκε ανακουφιστικό. "Μας δείχνει ότι η αλλαγή είναι διαχειρίσιμη. Είναι δύσκολο να διαχειριζόμαστε τέτοιες μεγάλες αλλαγές. Δημιουργούνται νέες αξίες, ένα νέο αξιακό σύστημα. Ακόμα και η βία είναι το αποτέλεσμα αυτής τής αλλαγής, ο ίλιγγος, το αίσθημα τής υποχώρησης. Το βιβλίο είναι ένας οδηγός επιβίωσης".
Ο συγγραφέας κος Χριστόφορος Κάσδαγλης σχολίασε, "Η κρίση δεν είναι το όχημα. Το βιβλίο μιλάει για την ίδια την κρίση. Είναι λυτρωτικό".
Ο κος Αντώνης Κώτσος ρώτησε πως το πρώτο βιβλίο του βοήθησε το δεύτερο. "Το δεύτερο βιβλίο μού ήταν πιο δύσκολο, αν και μικρότερο. Το πρώτο ήταν πιο εύκολο, ίσως λόγω τής αφέλειας ή τής άγνοιας τού πρωτάρη. Γράφοντας βελτιώνεσαι. Χάνεται ίσως η μαχητικότητα και ο αυθορμητισμός", απάντησε ο συγγραφέας. "Ήσασταν πιο απαιτητικός στο δεύτερο;", συνεχίστηκε η συζήτηση. "Ναι", απάντησε ο συγγραφέας, "Και στη γλώσσα και στους στόχους, προσπάθησα να είμαι πιο απλός, πιο λιτός". "Προτιμάτε απεικόνιση μέσω λέξεων ή μέσω τής ατμόσφαιρας;", "Στο πρώτο βιβλίο σημαντικό ρόλο έπαιξε η ατμόσφαιρα. Σκοπός είναι να δημιουργηθούν συναισθήματα στον αναγνώστη", απάντησε πάλι ο συγγραφέας.
"Λειτουργεί συμβουλευτικά;", ρώτησε η ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου. "Εξαρτάται πως θα το λάβει ο καθένας. Δεν έχω όμως τέτοιο σκοπό. Είναι χαρά μου εάν το εκλάβει κάποιοw έτσι. Είναι δύσκολη η ταύτιση με τον ήρωα, θέλεις να τον αποφύγεις, είναι αντιήρωας".
Ήταν μία πολύ ενδιαφέρουσα συνάντηση-συζήτηση για ένα βιβλίο, ίσως λόγω τού θέματος, ίσως λόγω τής συγκροτημένης σκέψης τού συγγραφέα, παρά το νεαρό τής ηλικίας του. Όσοι ήμασταν εκεί, το απολαύσαμε. Θα επανέλθουμε με αναλυτική κριτική για αυτό το βιβλίο, αφού το διαβάσουμε.